Το πολιτικό σύστημα, λοιπόν, κρέμεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας. Είναι από τις περιπτώσεις (όχι σπάνιες) που μία απόφαση της εκτελεστικής εξουσίας, η οποία έχει ψηφιστεί από τη Βουλή, θα κριθεί από τη δικαστική εξουσία.
Συνεπώς, οι ευθύνες των δικαστών και των δικαστίνων είναι μεγάλες γιατί η ετυμηγορία τους -όποια κι αν είναι- μπορεί να προκαλέσει δραματικές πολιτικές εξελίξεις. Κάτι ανάλογο, για πιο σοβαρό θέμα, συνέβη με τα μνημόνια. Κρίθηκαν συνταγματικά για λόγους δημοσίου συμφέροντος. Η έννοια «δημόσιο συμφέρον» είναι πολύ ελαστική έννοια που επιδέχεται ερμηνείες με πολιτικό, ιδεολογικό και ταξικό πρόσημο.
Αλλιώς αντιλαμβάνεται το δημόσιο συμφέρον η Δεξιά, αλλιώς η Αριστερά. Οι δικαστές, όταν καλούνται να αποφανθούν επί ενός εξαιρετικά ευαίσθητου ζητήματος, θέλοντας και μη, είτε το ομολογούν είτε όχι, παίρνουν υπόψη τους το κλίμα που έχει διαμορφωθεί και τις παρενέργειες που θα υπάρξουν από τη μία ή την άλλη απόφασή τους.
Δεν ζουν σε γυάλα, δεν λειτουργούν στο κενό, ακούνε, βλέπουν, διαβάζουν, ενημερώνονται για το τι επιδιώκουν η κυβέρνηση, τα κόμματα, τα οργανωμένα συμφέροντα, οι ξένοι, επηρεάζονται από τον δημόσιο διάλογο και σταθμίζουν τα υπέρ και τα κατά των πιθανών επιλογών τους.
Για παράδειγμα, αν έλεγαν ότι τα μνημόνια παραβιάζουν κατάφωρα το Σύνταγμα και πρέπει να επιστραφούν ως απαράδεκτα στους εμπνευστές και τους συντάκτες τους, θα ήταν σαν να έσπρωχναν τη χώρα εκτός ευρωζώνης, αφού τα μνημόνια παρουσιάστηκαν ως η μοναδική και μη διαπραγματεύσιμη συνταγή. Δεν θα μπορούσαν να φορτωθούν το βάρος για μια τέτοια εξέλιξη.
Δεν ήταν αυτοί οι υπεύθυνοι για τη χρεοκοπία της χώρας, δεν είναι η δουλειά τους να επινοούν λύσεις για την οικονομία και το πολιτικό σύστημα, δεν είναι οι αρμόδιοι να εισηγούνται εναλλακτικές στρατηγικές για την πορεία της χώρας.
Η απόφασή τους δεν ήταν στενά νομική, όπως ισχυρίστηκαν πολλοί εντός και εκτός της Δικαιοσύνης. Ηταν πρωτευόντως πολιτική. Συντάχθηκαν με τη γραμμή που είχαν το τότε συγκρότημα εξουσίας, οι οικονομικές και μιντιακές ελίτ της και, βεβαίως, οι εταίροι και δανειστές μας. Ερμήνευσαν το Σύνταγμα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην υπάρξουν δυσάρεστα γεγονότα. Φυσικά, δεν είναι υπεράνω κριτικής, όπως άλλωστε κανένας θεσμός και κανένα πρόσωπο εξουσίας, σε μια κοινοβουλευτική Δημοκρατία.
Σε δύσκολη θέση βρίσκονται οι δικαστές για άλλη μία φορά. Ξέρουν πολύ καλά ότι η απόφασή τους για τον νόμο Παππά θα φορτίσει την πολιτική ζωή. Αν χαρακτηρίσουν τον νόμο αντισυνταγματικό, αυτό θα εισπραχθεί από την κυβέρνηση ως ήττα και από την αξιωματική αντιπολίτευση ως θρίαμβος. Τη συνέχεια μπορούν να τη φανταστούν. Η Νέα Δημοκρατία θα ζητήσει πρόωρες εκλογές για να σταματήσει ο εκφυλισμός των θεσμών, ο εκμαυλισμός της κοινωνίας και για να επιστρέψει η δημοκρατία στη χώρα.
Τα υπόλοιπα κόμματα της μνημονιακής αντιπολίτευσης θα μιλήσουν για στραπάτσο Τσίπρα και θα απαιτήσουν να φύγει ο Νίκος Παππάς. Τι θα κάνει ο Αλέξης Τσίπρας, δεν μπορούμε να προδικάσουμε. Θα προχωρήσει στην εκπόνηση νέου σχεδίου για το τηλεοπτικό τοπίο, χωρίς να πειράξει τους διαχειριστές της υπόθεσης; Θα θυσιάσει τον στενότερο συνεργάτη του και αδερφικό φίλο του υιοθετώντας τη λογική του εξιλαστήριου θύματος προκειμένου να μη χρεωθεί ο ίδιος το κόστος, όπως έχουν κάνει πολλοί ηγέτες σε παρόμοιες συνθήκες;
Οι προκάτοχοι του δεν δίστασαν σε αντίστοιχες περιστάσεις να καρατομήσουν τους κοντινούς τους για να βγουν αυτοί λάδι. Ο ίδιος, πάντως, δεν έδρασε έτσι στην περίπτωση Βαρουφάκη. Αν και οι πάντες (ξένοι και ντόπιοι) τον πίεζαν να τον απομακρύνει, αυτός δεν υπέκυψε. Τη λύση έδωσε ο Βαρουφάκης με την παραίτησή του.
Αν όμως ο νόμος κριθεί συνταγματικός στις βασικές πλευρές του, τότε το μέγαρο Μαξίμου θα πανηγυρίσει (και δικαίως), ενώ η αξιωματική αντιπολίτευση θα πέσει σε βαθιά κατάθλιψη, εκτός από μερικά στελέχη της που θα καταγγείλουν την κυβέρνηση ότι εκβίασε τους δικαστές και τις δικαστίνες, διακινώντας δηλητηριώδεις υπαινιγμούς για συναλλαγή κάτω από το τραπέζι και διασπείροντας βιτριολικές φήμες για μέλη του δικαστηρίου. Η ηγεσία της, όμως, πρέπει να αναθεωρήσει την αδιάλλακτη στάση της.
Ο νόμος Παππά θα έχει περάσει τις εξετάσεις με τη βούλα του ΣτΕ και η θέση της Ν.Δ., «δεν συναινώ στη συγκρότηση του ΕΣΡ αν δεν αποσυρθεί ο νόμος», θα είναι εκτός τόπου και χρόνου.
Το κόμμα της ευθύνης, της σοβαρότητας, της αλήθειας, της νομιμότητας, το κόμμα που θέλει να ενώσει τους Ελληνες, όπως αυτοπαρουσιάζεται η Ν.Δ., αν επιμείνει να αρνείται το αυτονόητο, θα μοιάζει με ακροδεξιό γκρουπούσκουλο και ο αρχηγός του, φιλελεύθερων αρχών κατά δήλωσή του, αν δεν προσαρμόσει στα νέα δεδομένα την τακτική του, θα δικαιώσει εκείνους που υποστηρίζουν ότι είναι αιχμάλωτος της μισαλλόδοξης δεξιάς πτέρυγας η οποία δίνει τον τόνο στον δημόσιο λόγο της παράταξης.
*Κοντολογίς: Η απόφαση του ΣτΕ θα είναι μια πολιτική απόφαση ή, για να το πούμε με άλλα λόγια, θα είναι μια απόφαση που θα έχει πολιτικές συνέπειες. Εκτός αν καταφέρουν οι δικαστές και οι δικαστίνες να βγάλουν απόφαση που θα θυμίζει τους χρησμούς της Πυθίας.
Via : www.efsyn.gr