του Κώστα Ε. Μπέη
Διάβασα τις αποχαιρετιστήριες δηλώσεις του κυρίου Γιουνκέρ, τώρα που έληξε η υπηρεσία του στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Θυμάμαι πώς το σεμνό ήθος του με είχε εντυπωσιάσει, προ τριετίας, καθώς τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων τον είχαν δείξει καθισμένο ανάμεσα σε μεγάλο πλήθος ανώνυμων ταξιδιωτών, στο αεροδρόμιο των Βρυξελλών, αναμένοντας να επιβιβαστεί στο αεροπλάνο της γραμμής για τη Νέα Υόρκη, όπου επρόκειτο να μετάσχει σε σημαντική διάσκεψη υπουργών Οικονομικών από πολλές χώρες.
Το ίδιο εκείνο δελτίο ειδήσεων είχε αναφέρει ότι για τη Νέα Υόρκη είχε αναχωρήσει και ο τότε νεόκοπος υπουργός Οικονομικών της δικής μας χώρας. Μόνο που ο «δικός μας» είχε προτιμήσει να ταξιδέψει με ειδική πτήση του πρωθυπουργικού αεροσκάφους! Πρόκειται για τον ίδιο Ελληνα υπουργό Οικονομικών, στα χέρια του οποίου η τότε Γαλλίδα ομόλογός του κυρία Λαγκάρντ είχε παραδώσει το διαβόητο «cd», με την ομώνυμη λίστα (τη λίστα Λαγκάρντ) που περιείχε τον ονομαστικό κατάλογο και τα αντίστοιχα μεγάλα χρηματικά ποσά, τα οποία Ελληνίδες και Ελληνες είχαν σπεύσει και εξαγάγει σε τράπεζες του εξωτερικού προς διάσωση, με ανοιχτό το οπωσδήποτε καίριο ερώτημα, αν αυτά τα ποσά είχαν δηλωθεί και είχαν φορολογηθεί ως εισοδήματα από νόμιμες πηγές. Ενα ερώτημα, στο οποίο, ώς τις μέρες μας, δεν έχει δοθεί καμιά απάντηση, ενώ, εξ άλλου, πριν από ένα μήνα, είχε γράψει το «Βήμα της Κυριακής» ότι η ίδια η παρόμοια ανησυχία είχε παρακινήσει και κατονομαζόμενη εκεί γνωστή κυρία, από ιστορική πολιτική οικογένεια, με αποτέλεσμα, σύμφωνα με εκείνο το δημοσίευμα, να στείλει στην ασφάλεια του εξωτερικού και τις δικές της οικονομίες. Κάπου 550 εκατομμύρια δολάρια!
Αλήθειες; Ψέματα; Απλές διαδόσεις; Ολα ενδέχεται να είναι πιθανά ή απίθανα. Ετσι που άπρεπη να είναι μόνον η σιωπή, η οποία, για αρκετά χρόνια, επακολούθησε, μετά το ενδιαφέρον της κυρίας Λαγκάρντ για τον πατριωτισμό κάποιων πλούσιων Ελλήνων, στενών συγγενών της λεγόμενης πολιτικής ηγεσίας του άτυχου τόπου μας.
Οπωσδήποτε, ήδη, αν και πολύ αργά, η διαβόητη λίστα Λαγκάρντ θα μπορούσε να πείσει αδιάψευστα πόσο αναξιόπιστο, αν μη και απεριφράστως σάπιο, υπήρξε το πολιτικό καθεστώς, το οποίο, με τη δική μας συνενοχή, διαδέχθηκε την εξίσου απεχθή στρατιωτική δικτατορία, αλλά και τη φαυλοκρατία, που είχε προηγηθεί εκείνης.
Ανέκαθεν είχαμε, και δυστυχώς δεν πάψαμε να έχουμε, μοναδικό ταλέντο ροπής στην αδιαντροπιά. Αν όχι οι απλοί πολίτες του έντιμου μόχθου και της υπομονής, όμως σίγουρα πολλοί από εκείνους που ασχημονούν στους εξουσιαστικούς θώκους, τους οποίους, με τη δική μας ψήφο ή ανοχή, κατέχουν και νέμονται. Ετσι, στην Ιλιάδα, ο Ομηρος συχνά εμφανίζει κάποια θεά να υψώνει οργίλη φωνή αποδοκιμασίας: «Αιδώς, Αργείοι, χαμένα ρεμάλια, ωραιοπαθείς»! Μια αποδοκιμασία, που έκτοτε ενοχλούσε και ενοχλεί, ώς τις δικές μας μέρες. Ομως και παρακινεί σε αντίσταση τις καθόλου ευκαταφρόνητες ευαίσθητες συνειδήσεις. Ιδίως εκείνες, που νιώθουν την αντίσταση ως δικό τους προσωπικό χρέος τιμής.
– Χρέος τιμής απέναντι σε ποιους;
Στο αιχμηρό τούτο ερώτημα, η δική μου διακριτική απάντηση είναι απλή: Οντως το χρωστώ, κατά πρώτον, ανταποδοτικά στα άγια πάθη της μητέρας μου και του πατέρα μου, που πολλές στερήσεις και πικρίες γεύθηκαν, σ’ όλη τη διαδρομή της δύσκολης ζωής τους, μέσα από πολέμους, εχθρικές και συμμαχικές κατοχές, καθώς και μέσα από εμφύλιες αιματοχυσίες, ώσπου έφυγαν από τη ζωή. Και έφυγαν με ήρεμη τη συνείδησή τους, ότι, με δικές τους πικρές θυσίες, μας είχαν φροντίσει, τον αδερφό μου και εμένα, δίχως το περαιτέρω άγχος τού τι θ’ απογίνουμε στο μέλλον. Το χρωστώ όμως εξίσου, αν μη και πολύ περισσότερο, στα δικά μου παιδιά και στα εγγόνια μου, καθώς με τρομάζει η σκέψη ότι, κάποια μέρα, θα πάρουν τα μάτια τους και θα ξενιτευτούν, όπως κάποιοι το έχουν ήδη κάνει. Για να βρουν ασφαλέστερες συνθήκες διαβίωσης κάπου μακριά. Συνακόλουθα, δεν έχουμε το δικαίωμα να προσποιούμαστε πως δεν κατανοούμε αυτά που βλέπουμε, και ιδίως πως τάχα δεν μας τρομάζουν οι απώτερες επιπτώσεις τους. Ακόμη και ο αυτοσεβασμός δεν μου επιτρέπει να βλέπω, να σταθμίζω και μολοντούτο να καμώνομαι πως τίποτε το στραβό και το ανάποδο, ιδίως το πρόστυχο και το ποταπό, δεν βλέπω τάχα γύρω μου. Σ’ όλους τους χώρους!… Δίχως εξαίρεση κάποιων που -παραδοσιακά- θα όφειλαν να είναι όντως σεμνοί, αν μη και ιεροί. Με σταθερή και ανυπόκριτη τη δική μου ευγνωμοσύνη προς τους λίγους, αλλά αξιόπιστους φίλους, που δεν μήδισαν. Και εξακολουθούν να στέκουν όρθιοι, καθώς αντιστέκονται, και φυλάνε τις νοερές Θερμοπύλες των ιερών και των οσίων της ταλαίπωρης πατρίδας μας.
Via : www.enet.gr