Ωστόσο, εκφράζουν ενστάσεις σε σειρά διατάξεων και διατυπώνουν πολλές προτάσεις ώστε να αντιμετωπιστούν κενά ή προβλήματα που εκτιμούν πως προκύπτουν από την εφαρμογή τους.
Τρεις από αυτούς τους φορείς, η Δικτύωση ΚΟΙΝΣΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας, το Φόρουμ Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας και η Αλληλεγγύη για Όλους μοιράζονται με την «Εφ.Συν.» βασικές επισημάνσεις που έκαναν στη διάρκεια της διαβούλευσης.
Δίκτυο ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. Κεντρικής Μακεδονίας:
Δεν πρέπει να αμφισβητηθούν θεμελιώδεις αρχές της Κ.ΑΛ.Ο., όπως η αυτοδιαχείριση, η αυτενέργεια και η αυτοευθύνη
Το Δικτύου ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ. Κεντρικής Μακεδονίας, ανταποκρίθηκε και κατέθεσε κείμενο συμμετοχής του στη δημόσια διαβούλευση για το σχεδίου νόμου «Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία και ανάπτυξη των φορέων της» εκφράζοντας ταυτόχρονα τις επιφυλάξεις του για την μέθοδο της ηλεκτρονικής διαβούλευσης που είχε επιλεγεί και το σφιχτό χρονοδιάγραμμα των δέκα ημερών καθώς :
- Η ίδια η μέθοδος αποκλείει τη σύνθεση, τη συνδιαμόρφωση, την ενσωμάτωση της συλλογικής εμπειρίας, τη διαβούλευση επί του συνολικού πλαισίου αρχών και στόχων.
- Η χρήση ενός κυρίαρχου μοντέλου διαβούλευσης, με σοβαρούς περιορισμούς, είναι αδύνατον να αποτυπώσει την πολυπλοκότητα, την πολυμορφία, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ΚΑΛΟ.
- Το σχέδιο νόμου αφορά σε φορείς της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας που διαμορφώνουν με εσωτερική διαβούλευση τη συλλογική τους έκφραση και η όποια πίεση αλλοιώνει τα ποιοτικά της χαρακτηριστικά
- Επιχειρεί αλλαγές σημαντικές για την ίδια την ύπαρξη των φορέων και τη λειτουργία τους.
Έχοντας τις παραπάνω ενστάσεις το ΔΙΚΚΕΜ κάλεσε σε ανοικτή διαβούλευση τα μέλη του, τα αποτελέσματα της οποίας καταγράφονται στο παρών κείμενο, στα κύρια και ουσιώδη σημεία της.
Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει αρκετές προσθήκες και αλλαγές που ήταν απολύτως απαραίτητες και βρίσκονται στη σωστή κατεύθυνση.
Οι στόχοι όμως και η γενικότερη αντίληψη του νομοθέτη για την ΚΑΛΟ, όπως αυτή προκύπτει από τη συνολική προσέγγισή του, είναι ασαφής και σε πολλά σημεία αντιφατική.
Η αναλυτική και εξαντλητική πρόβλεψη συγκεκριμένων άρθρων αμφισβητεί επί της ουσίας θεμελιώδεις αρχές της ΚΑΛΟ όπως αυτές της αυτοδιαχείρισης, της αυτενέργειας, της αυτοευθύνης.
Επιχειρώντας ο νομοθέτης, με την αναλυτική και εξαντλητική αυτή προσέγγιση, να «προστατεύσει» τον χώρο από απόπειρες συγκαλυμμένης ιδιωτικής επιχειρηματικότητας, δημιουργεί ασφυκτικές συνθήκες, ανασχετικές και αντιφατικές ως προς την πρόθεση ανάπτυξης της ΚΑΛΟ και μετουσίωσής της σε πυλώνα της οικονομίας, εναλλακτικό και ανατρεπτικό του κυρίαρχου μοντέλου οικονομικής λειτουργίας και ανάπτυξης.
Και όλα αυτά σε ένα χώρο που νομοτελειακά και εξελικτικά δύναται να αυτοθεσμίσει μηχανισμούς αυτοελέγχου και αυτοκάθαρσης.
Για παράδειγμα στο άρθρο 8 επιχειρεί ο νομοθέτης να προβλέψει και να καθορίσει τις εργασιακές ανάγκες μιας δομής ορίζοντας ανώτατο αριθμό εργαζομένων μη μελών.
Οι εργασιακές ανάγκες εξαρτώνται από το αντικείμενο της δραστηριότητας (ενεργειακές, κατασκευαστικές έχουν αυξημένες), από εποχικούς παράγοντες (αγροτικοί, τουριστικοί κ.α.) και από τις απρόβλεπτες διακυμάνσεις κάθε οικονομικής δραστηριότητας.
Ακόμη και αν θεωρήσουμε εφικτό, στις παρούσες οικονομικές συνθήκες, έναν σφικτό σχεδιασμό και προγραμματισμό προκειμένου να ικανοποιείται το προβλεπόμενο ποσοστό, οποιοδήποτε απρόβλεπτο γεγονός και προκειμένου η δομή να είναι σύννομη, θα οδηγεί σε απολύσεις εργαζομένων.
Η απόλυτα θεμιτή ένταξη ενός εργαζομένου ως μέλους μπορεί να προσκρούει είτε στην ίδια τη βούληση του εργαζομένου (το αρνητικό δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι είναι απόλυτο) είτε στην αδυναμία του να καταβάλει τη συνεταιριστική μερίδα.
Επιπροσθέτως και καθώς οι νομοθετικές παρεμβάσεις δε συμβαίνουν σε κενό τόπο, η ίδια η αύξηση των θέσεων εργασίας δεν μπορεί να μην είναι το μέγα ζητούμενο και ιδιαίτερα σε ένα χώρο που στηρίζεται και στηρίζει σχέσεις αλληλεγγύης και ισότητας.
Είναι επίσης ασαφής ο ρόλος που επιφυλάσσει ο νομοθέτης για τις δομές της ΚΑΛΟ.
Η αντιμετώπιση τους ως μονάδες άσκησης επιχειρηματικής δραστηριότητας αποτυπώνεται σε αρκετά άρθρα που περιγράφουν όλες τις απορρέουσες από την επιχειρηματική ιδιότητα, γραφειοκρατικές, φορολογικές, και ασφαλιστικές τους υποχρεώσεις, χωρίς καμία ελάφρυνση.
Ταυτόχρονα όμως και σε άλλα άρθρα οι ίδιες δομές αποκλείονται από διαδικασίες που ισχύουν για το σύνολο των επιχειρηματικών μονάδων.
Το άρθρο 7 είναι χαρακτηριστική εξαίρεση των δομών της ΚΑΛΟ από μορφές απασχόλησης νομοθετημένες και σε ισχύ στο σύνολο των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων.
Η πρόθεση προστασίας και αποκλεισμού περιπτώσεων υποκρίπτουσας εξαρτημένης εργασίας, δεν μπορεί κατά την άποψή μας να οδηγεί στην πλήρη απαγόρευση αλλά στην εφαρμογή της ειδικής νομοθεσίας, των ειδικών τεκμηρίων και διαδικασιών ελέγχου
Μετά τις παραπάνω επιφυλάξεις, με αίσθημα ευθύνης του χώρου που υπηρετεί, το ΔΙΚΚΕΜ κατάθεσε τις προτάσεις και παρατηρήσεις της διαβούλευσης του, υποχρεωμένο να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη δομή και προσέγγιση που έχει επιλεγεί.
Δίκτυο ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ Κεντρικής Μακεδονίας
Φόρουμ Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας [1]:
Σύγχρονη νομοθεσία γι αυτό-οργάνωση από τα κάτω, όχι ιδρυματισμός για τις κοινωνικές επιχειρήσεις και την κοινωνική αλληλέγγυα οικονομία
Το Φόρουμ Κοινωνικής Επιχειρηματικότητας είναι μια ανοικτή πλατφόρμα επικοινωνίας, διαλόγου κι από κοινού προώθησης της κοινωνικής επιχειρηματικότητας.
Έχουμε αποτυπώσει μέσω των Διακηρύξεων 2014 [2] και 2015 [3] τις προτάσεις και ιδέες μας για το τι πρέπει να αλλάξει, ενώ ο Κώδικας Δεοντολογίας Κοινωνικών Επιχειρήσεων [2] [4] που διαμορφώθηκε με συλλογικό τρόπο περιλαμβάνει αξίες, αρχές και κοινές θέσεις κι αποσκοπεί στην δημιουργία κανόνων και διαφάνειας από τις ίδιες τις Κοινωνικές Επιχειρήσεις και όχι στην επιβολή τους από τα πάνω.
Στο Φόρουμ συμμετέχουν κοινωνικές επιχειρήσεις και υποστηρικτικοί φορείς.
Στον ηλεκτρονικό διάλογο καταθέσαμε παρατηρήσεις και προτάσεις [5], ενώ έχουμε διοργανώσει σχετικές συζητήσεις
[6] για τις δυνατότητες, αδυναμίες, ευκαιρίες και τους κινδύνους που υπάρχουν στην Ελλάδα σχετικά με την Κ.ΑΛ.Ο, ιδιαίτερα την κοινωνική επιχειρηματικότητα.
Ζητήσαμε ουσιαστική κι όχι τυπική διαβούλευση, ώστε να διατυπώνονταν με συμμετοχικό τρόπο οι κατευθύνσεις και επιλογές.
Ελπίζουμε, πάντως, στην τελική μορφή του να αποτυπώνεται ένα μοντέλο για τις κοινωνικές επιχειρήσεις και την κοινωνική κι αλληλέγγυα οικονομία που:
Να αναγνωρίζει την πολυμορφία, ποικιλία, ιδιαιτερότητα, τον πλούτο τους αλλά και την ανάγκη διαφάνειας.Το νομοσχέδιο περιλάμβανε προσθήκες κι αλλαγές απαραίτητες και στη σωστή κατεύθυνση αλλά και ρυθμίσεις και διατάξεις αντιφατικές και προβληματικές, ενώ με διατάξεις του αυξάνονταν η εσωτερική γραφειοκρατία των Κοιν.Σ.Επ. και το κόστος λειτουργίας τους.
Να αντιμετωπίζει τις κοινωνικές επιχειρήσεις με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους σε σχέση με άλλες μορφές της Κ.ΑΛ.Ο. και τις υπόλοιπες επιχειρήσεις.Ζητάμε σαφή κι ενιαία αντιμετώπιση στις σχέσεις των κοινωνικών επιχειρήσεων με την διοίκηση, στην οικονομική και κοινωνική ζωή. Σήμερα άλλοτε αντιμετωπίζονται ως αμιγώς επιχειρηματικές δραστηριότητες κι άλλοτε ως συλλογικά εγχειρήματα που στερούνται ή έχουν περιορισμένη αναγνώριση δικαιωμάτων άλλων τύπων επιχειρήσεων.
Να άρει τις διακρίσεις σε βάρος τους. Θα προστεθούν κι άλλες υποχρεώσεις κι επιβαρύνσεις (γραφειοκρατικές, φορολογικές κι ασφαλιστικές), χωρίς επίλυση προβλημάτων που έχουν συσσωρευτεί;
Να προωθεί την αυτο-οργάνωση από τα κάτω, στη βάση αξιών, αρχών και κοινών θέσεων καθώς και την δημιουργία από την ίδια υποστηρικτικού οικοσυστήματος και μηχανισμών ελέγχου.Έτσι θα υπάρξει υποστήριξη με προδιαγραφές κατάλληλες για κοινωνικές επιχειρήσεις, θα αποτρέπονται αποτυχίες, αστοχίες, φαινόμενα διαφθοράς κι απάτης.
Το σχέδιο είχε υπερβολική, αναλυτική κι εξαντλητική ρύθμιση λεπτομερειών λειτουργίας των επιχειρήσεων, με γραφειοκρατική προσέγγιση. Ο ρόλος της κεντρικής διοίκησης να αφορά στον τελικό έλεγχο και όχι στον εξαντλητικό προσδιορισμό κάθε λεπτομέρειας.
Άλλες παρατηρήσεις μας αναφορικά με το σχέδιο που δημοσιοποιήθηκε (πιθανώς έχουν αλλάξει διατάξεις):
Ασάφεια μεταβατικών διατάξεων για τη σχέση φορέων «Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας» που δημιουργούνται με βάση το νέο πλαίσιο σε σχέση με κοινωνικές επιχειρήσεις που έχουν δημιουργηθεί με βάση τον νόμο 4019/2011 και είναι εγγεγραμμένες στο Γενικό Μητρώο Κοινωνικής Οικονομίας.
Το Υπουργείο είχε ανακοινώσει την πρόθεσή του να αναλάβει πρωτοβουλία που θα «συμμαζέψει» την πολυνομία σε ένα κοινό πλαίσιο. Αυτό δεν έγινε αφού ήδη έχουν προωθεί άλλοι νόμοι ή συζητιούνται νομοσχέδια που αφορούν επιμέρους μορφές.
Η ρύθμιση των εργασιακών αναγκών και συνθηκών των κοινωνικών επιχειρήσεων με έναν γενικό και ισοπεδωτικό τρόπο δεν ισχύει για οποιαδήποτε άλλη μορφή επιχείρησης. Δημιουργούνται επιπλέον διακρίσεις, επιβαρύνσεις, και συνθήκες ασφυξίας και αυτοδιάλυσης πολλών κοινωνικών επιχειρήσεων αλλά κι αρνητικό κλίμα για την δημιουργία νέων.
Η μέθοδος μέτρησης κι έκθεσης του κοινωνικού αντίκτυπου είναι επιστημονικό-κοινωνικό θέμα και αφορά τις ίδιες τις κοινωνικές επιχειρήσεις, δεν μπορεί να «κλειδώσει» με διάταξη που επιβάλλει το κράτος ή να καθορίζεται από χορηγούς/δωρητές.Προτείνουμε:
- Να υπάρξει πρόβλεψη για εξαίρεση από καταβολή τέλους επιτηδεύματος για τα πρώτα 3 χρόνια λειτουργίας των κοινωνικών επιχειρήσεων (5 χρόνια, αν οι συμμετέχοντες στην κοινωνική επιχείρηση είναι νέοι στην ηλικία).
- Η εγγραφή των κοινωνικών επιχειρήσεων να γίνεται σε περιφερειακό επίπεδο με δια-σύνδεση των επιμέρους περιφερειακών μητρώων.
- Το ΓΕΜΗ να ανήκει στις αρμοδιότητες μιας ανεξάρτητης αρχής.
- Δυνατότητα συνεργασίας των κοινωνικών επιχειρήσεων μεταξύ τους και με άλλους φορείς για δημιουργία αξιόπιστων και κατάλληλων υποστηρικτικών δομών, εκπαίδευση, συμβουλευτική, έλεγχο τήρησης των αξιών κι αρχών των κοινωνικών επιχειρήσεων.
Κατάλληλες φορολογικές ρυθμίσεις, απαλλαγή τους από υπερβολικές απαιτήσεις υποδομών και γραφειοκρατίας.
Των Βασίλη Μπέλλη, Θανάση Μπελίδη, Πόπης Σουρμαϊδου, Νίκου Χρυσόγελου, Γιώργου Αλεξόπουλου
Αλληλεγγύη για Όλους:
Ένας νόμος είναι μια σημαντική αρχή, ακολουθεί η εξειδίκευση και η εφαρμογή που εκεί θα κριθούν όλα
Το σχέδιο νόμου για τους φορείς Κ.ΑΛ.Ο που τέθηκε σε διαβούλευση το καλοκαίρι ανοίγει σε μια πραγματική βάση τη συζήτηση για τη θεσμική ρύθμιση και αναγνώριση του χώρου της κοινωνικής και αλληλέγγυας οικονομίας στην ολότητά του.
Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι το συγκεκριμένο πλαίσιο κάνει μια πολύ βασική τομή ήδη από τους ορισμούς του.
Ρυθμίζει και αναγνωρίζει ως φορείς Κ.ΑΛ.Ο νομικές μορφές ή άτυπα σχήματα, με εμπορική ιδιότητα ή όχι, κερδοσκοπικές ( με περιορισμούς ) ή μη, καλύπτοντας σχεδόν όλους τους τομείς της οικονομικής δραστηριότητας με μοναδικό κριτήριο τον τρόπο λειτουργίας τους που βασικά θέτουν οι αρχές για την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία.
Μέχρι εδώ τα πράγματα βαίνουν καλώς διότι επιτέλους απαγκιστρώνεται ο δημόσιος λόγος για την Κ.ΑΛ.Ο από ένα μόνο νομικό πλαίσιο, αυτό των ΚΟΙΝ.Σ.ΕΠ, από μία μόνο διάσταση, την εμπορική, από ένα κυρίαρχο περιεχόμενο, το προνοιακό.
Ταυτόχρονα αναγνωρίζει ξεκάθαρα την διττή κοινωνικό-οικονομική δραστηριότητα όλων των νομικών μορφών που ορίζονται ως ενώσεις προσώπων (όχι ενώσεις κεφαλαίων ή αμιγώς κερδοσκοπικού χαρακτήρα επιχειρήσεις) που μέσα από την εμπορική τους δράση προασπίζονται πρωτίστως τα συμφέροντα των μελών τους, προάγουν τη δημοκρατική οργάνωση και την κοινωνική ωφέλεια που πηγάζει από την κεντρική οικονομική δραστηριότητά τους.
Αυτή η σημαντική εξέλιξη όμως στην πορεία εξειδίκευσης του σ/ν εμφανίζει κάποιες αστοχίες που χρήσιμο θα ήταν να διορθωθούν.
Οι νομικές μορφές που αναγνωρίζονται ως φορείς Κ.ΑΛ.Ο έχουν ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, εξυπηρετώντας τις ανάγκες των ομάδων ( π.χ καταναλωτές, προμηθευτές ) για τις οποίες δημιουργήθηκαν.
Το σ/ν απαγορεύει τη διανομή κερδών στα μέλη που δεν είναι εργαζόμενοι.
Ο όρος πλεόνασμα αναγνωρίζεται μόνο στους αγροτικούς.
Τι γίνεται με τους αστικούς συνεταιρισμούς που δεν προβλέπεται η έννοια του πλεονάσματος και ταυτίζεται με αυτή του κέρδους;
Οι αστικοί συνεταιρισμοί από τη φύση τους είναι ενώσεις προσώπων που συγκροτούνται για την αντιμετώπιση κοινών οικονομικών, κοινωνικών και οικονομικών αναγκών των μελών τους.
«Τα πλεονάσματα είναι το θετικό αποτέλεσμα της οικονομικής σχέσης του συνεταιρισμού με τα μέλη του και όχι το αποτέλεσμα της επιχειρηματικής δράσης με μη μέλη».
Το πλεόνασμα ανήκει στα μέλη, το οποίο δημιουργήθηκε μέσα από τις συναλλαγές τους, όχι απαραίτητα από την εργασιακή σχέση τους με το συνεταιρισμό και φυσικά δε μιλάμε για απόδοση κεφαλαίου.
Η προτεραιότητα στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, σύμφωνα με το γενικότερο πνεύμα του νομοθέτη, δε μπορεί να παραγνωρίζει ότι ο κόσμος συνεταιρίζεται για να ενώσει δυνάμεις, για να καλύψει βασικές και κοινωνικές ανάγκες με συλλογικό τρόπο, η εργασία είναι μία από αυτές.
Η είσοδος μιας νέας μορφής του «Συνεταιρισμού των εργαζομένων» αποτυπώνει μια έντονη κοινωνική τάση των τελευταίων χρόνων και είναι θετική εξέλιξη η θεσμοθέτησή του.
Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι ανοίγει το δρόμο για την κατοχύρωση νέου καθεστώτος εργαζόμενου πέραν του μισθωτού και του αυταπασχολούμενου, αυτό του συνεταιρισμένου εργαζόμενου (σ/ε) . Ο σ/ε, π.χ δεν έχει εργοδότη με την έννοια του εντολέα ( με διευθυντικό δικαίωμα ) όπως στην εξαρτημένη εργασία διότι η εργασία του εκκινεί από κοινή αφετηρία συμφερόντων με το συνεταιρισμό.
Ούτε παρέχει ανεξάρτητες υπηρεσίες διότι η εργασία του ορίζεται και η αμοιβή του είναι σταθερή και ορισμένη από πριν.
Προφανώς υπάρχουν κι άλλες σχετικές παράμετροι, το βασικό είναι αν υπάρχει η δυνατότητα διεύρυνσης των όσων ισχύουν μέχρι σήμερα.
Υπάρχουν πολλά σημεία ακόμα που αξίζει να σταθεί κανείς με προσοχή και που χρειάζονται αλλαγές για να διαμορφωθεί όντως ευνοϊκό περιβάλλον για τη δημιουργία Φορέων Κ.ΑΛ.Ο.
Ένας νόμος είναι μια σημαντική αρχή, ακολουθεί η εξειδίκευση και η εφαρμογή που εκεί θα κριθούν όλα.
Γεωργία Μπεκριδάκη. Ομάδα Κ.ΑΛ.Ο της Αλληλεγγύης για Όλους
Via : www.efsyn.gr