Κύμα μουσουλμάνων προσφύγων από τη Μιανμάρ πλημμυρίζει το Μπανγκλαντές έπειτα από μακρό διάστημα φονικών συγκρούσεων των κυβερνητικών δυνάμεων με τους μουσουλμάνους αντάρτες Ροΐνγκια. Οι πρόσφυγες Ροΐνγκια καταγγέλλουν ότι τα σπίτια τους δέχονται επιθέσεις από τις κυβερνητικές δυνάμεις και πυρπολούνται ενώ η ένοπλη σύγκρουση κλιμακώνεται και η ανθρωπιστική κρίση λαμβάνει ανεξέλεγκτες διαστάσεις.
Οι Ροΐνγκια καταγγέλλουν ότι εφαρμόζεται εις βάρος τους σχέδιο γενοκτονίας από τη βουδιστική κυβέρνηση της Μιανμάρ, ενώ τα μέλη της κοινότητάς τους δέχονται επιθέσεις και δολοφονούνται όχι μόνο από τους στρατιώτες αλλά και από απλούς πολίτες. Με τη θέση αυτή συμφωνεί και ο καθηγητής Ασραφούλ Αζάντ, που διδάσκει διεθνείς σχέσεις στο Πανεπιστήμιο της Τσιταγκόνγκ, που εξηγεί ότι η Μιανμάρ «θέλει να τους διώξει από τα εδάφη της. Πρόκειται για γενοκτονία».
Από τις 25 Αυγούστου, περισσότεροι από 18.500 Ροΐνγκια είχαν περάσει τα σύνορα της Μιανμάρ με το Μπανγκλαντές και σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΟΗΕ ο αριθμός αυτός μπορεί να αγγίζει τις 28.000 ανθρώπους. Μάλιστα, το τελευταίο 24ωρο, οι εργαζόμενοι στις υπηρεσίες αρωγής του Μπανγκλαντές ανέφεραν ότι τα σύνορα έχουν περάσει 70.000 άνθρωποι, ή το 10% των Ροΐνγκια που ζουν στην Μιανμάρ. Επίσης, ο ΟΗΕ εκτιμά ότι ακόμη 20.000 άνθρωποι περιμένουν να περάσουν τα σύνορα.
Συνολικά, λόγω των συγκρούσεων τα τελευταία χρόνια, εκτιμάται ότι σε σύνολο 1,1 εκατ. Ροΐνγκια, οι 400.000 έχουν ζητήσει καταφύγιο στο Μπανγκαλντές.
Πρόχειροι καταυλισμοί έχουν στηθεί γύρω από την πόλη Γκουντούμ στο Μπανγκλαντές, ενώ τα προβλήματα επιτείνονται εξαιτίας και των μουσώνων που προκαλούν διαρκώς ισχυρές βροχοπτώσεις.
Η εθνικιστική βία στην επαρχία Ρακίνε της Μιανμάρ, όπου ζουν οι μουσουλμάνοι, μειονότητα σε μια βουδιστική χώρα, δεν είναι κάτι άγνωστο.
Σκληρές συγκρούσεις σημειώθηκαν στην περιοχή το 2012, το 2015 και το 2016, ωστόσο οι πρόσφατες συγκρούσεις δεν έχουν προηγούμενο. Η κλιμάκωση της βίας ξεκίνησε αρχές Αυγούστου, όταν ομάδα ανταρτών Ροΐνγκια (ARSA) επιτέθηκαν σε στρατιώτες της Μιανμάρ και σε αντίποινα οι κυβερνητικοί στρατιώτες, υποστηριζόμενοι από βουδιστές παραστρατιωτικούς, όπως καταγγέλλουν οι πρόσφυγες ξεκίνησαν «επιχείρηση εθνοκάθαρσης» σκοτώνοντας και εξαναγκάζοντας σε φυγή τους άμαχους Ροΐνγκια.
Οι πρόσφυγες καταγγέλλουν ότι οι στρατιώτες της Μιανμάρ σκοτώνουν όλους τους ενήλικους άνδρες και όσους μπορούν να κρατήσουν όπλα, ενώ παίρνουν τα παιδιά από την αγκαλιά των γονιών τους και τα πετάνε μακριά.
ΜΚΟ που εργάζονται στην περιοχή αναφέρουν ότι μόνο σε ένα χωριό 1.400 κατοίκων έχουν δολοφονηθεί τουλάχιστον 200 άνθρωποι ενώ οι Ροΐνγκια θεωρούνται η μειονότητα που έχει υποστεί τις μεγαλύτερες και σοβαρότερες διώξεις στη Μιανμάρ. Άλλωστε, σύμφωνα με πηγές, επειδή οι στρατιώτες δεν τολμούν να τα βάλουν με τους αντάρτες της ARSA, επιτίθενται στα χωριά και στους αμάχους.
Ωστόσο, η τύχη των Ροΐνγκια στον Μπανγκλαντές δεν είναι καλύτερη, αν και οι Ροΐνγκια αισθάνονται, κυρίως λόγω θρησκεύματος ότι συγγενεύουν με τη χώρα αυτή. Στο Μπανγκλαντές αντιμετωπίζονται σαν παράνομοι μετανάστες και δεν τους παρέχεται παρά μόνο στοιχειώδης φροντίδα ή βοήθεια, η οποία συχνά έρχεται στους καταυλισμούς τους χάρη σε εθελοντές.
Επίσης, τους καταυλισμούς επιτηρούν στρατιώτες, υπό την απειλή όπλων, ώστε να μη φύγουν οι πρόσφυγες από εκεί και προχωρήσουν στην ενδοχώρα. Επιπλέον, η κυβέρνηση του Μπανγκλαντές επιθυμεί καλές σχέσεις με τη Μιανμάρ και φοβάται ότι το προσφυγικό κύμα ίσως δημιουργήσει εμπόδια στην προσπάθεια που κάνει να ανασχέσει το στρατιωτικοποιημένο Ισλάμ.
Οι Ροΐνγκια ζητούν από το Μπανγκλαντές να σταματήσει τους στρατιώτες της Μιανμάρ από τις επιθέσεις εις βάρος τους, ενώ την ίδια στιγμή οι αντάρτες της ARSA ενισχύονται και αποκτούν διαρκώς ερείσματα στον μουσουλμανικό πληθυσμό. Επίσης, υπάρχουν πληροφορίες ότι οι αντάρτες δέχονται οικονομική και βοήθεια σε όπλα από ομάδες στη Μαλαισία, το Πακιστάν, το Αφγανιστάν και την Αυστραλία.
Οι Ροΐνγκια υποστηρίζουν ότι αν έχουν βοήθεια θα απωθήσουν τους στρατιώτες της Μιανμάρ, ωστόσο το Μπανγκλαντές αρνείται οποιαδήποτε βοήθεια και χαρακτηρίζουν την ARSA «επικίνδυνη», διότι όπως λέει έχει σχέσεις και επαφές με ισλαμιστικές ομάδες.
«Εμείς θέλουμε να διατηρήσουμε καλές σχέσεις με τη Μιανμάρ, με οποιοδήποτε κόστος», λέει ο καθηγητής Αζάντ.
Via : www.efsyn.gr