Τα τελευταία χρόνια υπάρχουν κάποιες λέξεις, για την ακρίβεια κάποιοι όροι, που άρχισαν να επισκέπτονται κι άλλες φορές να κατοικούν συχνά πυκνά όλες τις μορφές του δημόσιου λόγου: δημόσιες ομιλίες και συζητήσεις, άρθρα εφημερίδων, τηλεοπτικές και ραδιοφωνικές εκπομπές, αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κ.ά. Τέτοιοι όροι είναι η τρομοκρατία, μια έννοια που αποδίδεται σε εγκληματικές ενέργειες ακόμα κι αν αρμόδια όργανα όπως η γαλλική ή βρετανική αστυνομία αποφεύγουν ή συγκρατούνται να χρησιμοποιήσουν σε κάποια περιστατικά, ερευνώντας αν πληρούνται οι προϋποθέσεις ώστε να χαρακτηριστούν τρομοκρατικές ενέργειες.
του Γιώργου Πλειού
Δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα «Γέρα», τεύχος Ιανουαρίου – Μαρτίου 2019. Αναδημοσιεύεται με την άδεια του συντάκτη.
Πλειάδα μέσων επικοινωνίας όμως δεν έχουν κανένα φραγμό να βιαστούν να χαρακτηρίσουν τρομοκρατικές κάποιες ενέργειες ή να το κάνουν ψυχρά και ψύχραιμα, σε σημείο που περιμένεις, ακόμα και ένα πολύνεκρο δυστύχημα να το αποκαλέσουν «τρομοκρατική ενέργεια» μόνο και μόνο για να πουλήσουν κάποια φύλλα παραπάνω ή να πάρουν μερικές ακόμα διαφημίσεις, που θα φέρει η αυξημένη προσοχή το κοινού και οι αυξημένοι αριθμοί των μελών του κοινού τους.
Αν ο όρος τρομοκρατία είναι ένας από τους όρους που χρησιμοποιούνται κατά κόρον τα τελευταία χρόνια στο δημόσιο λόγο, ένας άλλος είναι ο όρος «ψευδείς ειδήσεις». Ως γνωστόν το 2017 αναγορεύτηκε σε όρο της χρονιάς από το λεξικό Collins. Σε αντίθεση με την περίπτωση της τρομοκρατίας, πολλά μέσα επικοινωνίας, ιδιαιτέρως στο διαδίκτυο, όχι μόνο βαφτίζουν «ψευδείς ειδήσεις», ειδήσεις που δεν είναι ψευδείς, αλλά πηγαίνουν ένα βήμα παραπέρα. Κατασκευάζουν ψευδείς ειδήσεις, ή, ακόμα συχνότερα, αναπαράγουν με μεγάλη ταχύτητα, πολλές ως προς τον αριθμό τους πραγματικά ψευδείς ειδήσεις. Η προσπάθεια να τεκμηριωθεί το ψεύδος αυτών των ειδήσεων δεν είναι εύκολη, ενώ από την άλλη πλευρά, ο αριθμός τέτοιων ειδήσεων διαρκώς πολλαπλασιάζεται. Ως αποτέλεσμα, η μάχη κατά των ψευδών ειδήσεων μοιάζει με την προσπάθεια να μπαλώσει κάποιος χίλιες τρύπες σε πλαστική βάρκα, όταν το κλείσιμο της μιας μόνο απαιτεί μεγάλη προσπάθεια και χρόνο ή απλούστερα μια τέτοια μάχη μοιάζει με τον αγώνα του Σίσυφου.
Μακροπρόθεσμα, το αποτέλεσμα ίσως είναι να βουλιάξουν πολιτικοί, δημοσιογράφοι και κοινό σε έναν πραγματικό ωκεανό ψευδών ειδήσεων. Ωστόσο θα πρέπει να αναλογιστούμε γιατί η παραγωγή και διάδοση των ψευδών ειδήσεων παίρνει τη μορφή χιονοστιβάδας, γιατί είναι (αν είναι) κακό πράγμα οι ψευδείς ειδήσεις και πόσο πραγματικά ενδιαφέρουν το ευρύ κοινό, αλλά και τους ειδικούς (εντός και εκτός εισαγωγικών), πέρα φυσικά από όσους θίγονται από τις ψευδείς ειδήσεις. Όσο και να μην θέλουμε να το παραδεχτούμε, ο πραγματικός λόγος της πλημμυρίδας των ψευδών ειδήσεων δεν βρίσκεται τόσο στις ίδιες τις ψευδείς ειδήσεις, όσο στο κοινό που τις καταναλώνει. Ακριβέστερα βρίσκεται στο δεσμό που συνδέει την ψευδή είδηση με το κοινό που την διαβάζει και την πιστεύει, και στη συνέχεια την αναπαράγει, την υποστηρίζει κοκ. Ο λόγος που κάνει δυνατές τις ψευδείς ειδήσεις είναι ότι επιβεβαιώνει τις προκαταλήψεις του κοινού που τις πιστεύει, είτε είναι θετικές είτε είναι αρνητικές προκαταλήψεις.
Οι ψευδείς ειδήσεις γίνονται πιστευτές επειδή αυτές οι ειδήσεις αποδίδουν λ.χ. αρνητικά χαρακτηριστικά σε κάποιες ομάδες ανθρώπων, που τα πιστεύουν και όσοι τις πιστεύουν, όπως λ.χ. γεγονότα ανύπαρκτα ή διαστρεβλωμένα που περιέχουν ρατσιστικά στερεότυπα (για μαύρους, αλλοδαπούς, γυναίκες, ξανθές, πόντιους, εβραίους, γειτονικούς λαούς κοκ). Ή, επειδή αποδίδουν θετικά γνωρίσματα σε κάποιες άλλες ομάδες που το κοινό που πιστεύει σε ψευδείς ειδήσεις, τις θεωρείς ανώτερες, όπως λ.χ. το δικό του έθνος, τη δική του περιοχή, το δικό του χωριό ή τους Αμερικάνους, τους Ρώσους κοκ. Ή επειδή οι ψευδείς ειδήσεις ερμηνεύουν τα γεγονότα με τον ίδιο τρόπο, τον οποίο αποδέχεται και το κοινό που τις καταναλώνει, τις πιστεύει και συχνά τις ψάχνει, όπως λ.χ. στην περίπτωση που οι ειδήσεις «μιλάνε» για εικόνες που «δακρύζουν» ή εικόνες που «ματώνουν», ή για θα θαυματουργά κάστανα, για θαυματουργές παντόφλες, για θαυματουργές γκλίτσες, για θαυματουργό νερό, για θαυματουργό κρασί κ.λπ. Ακόμα, πολλές ψευδείς ειδήσεις γίνονται σε κάποιους πιστευτές, επειδή αντιστέκονται στις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα των «άλλων», αυτών που είναι «απέναντι», όπως λ.χ. εκείνων που θεωρούν τους Έλληνες τεμπέληδες. Θα αντιτάξουν ότι οι Έλληνες όχι μόνο δεν είναι τεμπέληδες αλλά και ο πλέον παραγωγικός λαός του κόσμου.
Ως εκ τούτου, άνθρωποι που δεν έχουν μια ολοκληρωμένη ιδεολογική εικόνα για τον κόσμο, που δεν έχουν καλή σχέση γενικώς με το διάβασμα και ειδικότερα δεν έχουν καλή σχέση με το διάβασμα έγκυρων πηγών, από εφημερίδες μέχρι ευκόλως κατανοητά επιστημονικά έργα, άνθρωποι με περιορισμένες κοσμο-εμπειρίες ή άνθρωποι που νοιώθουν ότι διαρκώς απειλούνται από πραγματικές ή συχνά από φανταστικές απειλές (εξωγήινους, ενδογήινους κ.λπ.), άνθρωποι που δεν ξέρουν πως ακριβώς λειτουργούν τα ΜΜΕ και ειδικότερα το εργοστάσιο της παραγωγής ειδήσεων, είναι πιθανό να γίνουν θύματα των ψευδών ειδήσεων και κυρίως «βαποράκια» των ψευδών ειδήσεων. Επομένως, από την άποψη αυτή εύλογα μπορεί κάποιος να αναρωτηθεί: ποιος νοιάζεται πραγματικά για τις ψευδείς ειδήσεις αφού (υπο)στηρίζουν τον κόσμο που πιστεύουμε;
Εκείνο όμως που έχει ενδιαφέρον είναι ότι σε μεγάλο βαθμό, οι ψευδείς ειδήσεις είτε στηρίζονται πάνω σε ένα προϋπάρχοντα φόβο, που είναι και το συνηθέστερο, είτε παράγουν ένα νέο φόβο. Που μπορεί να αφορά από τα ξεσπάσματα του καιρού και των εποχικών ασθενειών, μέχρι τη φανταστική επέλαση στρατιών αόρατων εχθρών που καραδοκούν να εγκληματήσουν απέναντι στον γέροντα ή την αδύναμη γιαγιά, τη νέα κοπέλα, το μικρό μαθητή κοκ. Συχνά πυκνά, οι ψευδείς ειδήσεις στηρίζονται στο φόβο. Με τον τρόπο αυτό, ορισμένες ψευδείς ειδήσεις μπορεί να προκαλέσουν στο κοινό ή τουλάχιστον σε μερίδα του, αποτελέσματα παρόμοια με εκείνα που προκαλεί η επίκληση και ο χαρακτηρισμός μιας πράξης ως τρομοκρατικής. Από την άποψη αυτή, μερικές ψευδείς ειδήσεις έχουν την ίδια τρομολαγνική επίδραση με εκείνη που έχουν οι ειδήσεις περί τρομοκρατίας. Οι ψευδείς ειδήσεις είναι πολλές φορές η τρομοκρατία των λέξεων. Κι αυτό, χωρίς να υπολογίσουμε πως ορισμένες φορές, η επιδημία των ψευδών ειδήσεων στο σύγχρονο επικοινωνιακό περιβάλλον, αλλά κυρίως η διάδοση μεταξύ των ΜΜΕ και του κοινού μιας κουλτούρας ψευδών ειδήσεων συμβάλει ώστε ορισμένες ενέργειες να χαρακτηρίζονται με ευκολία ως τρομοκρατικές ή φασιστικές κ.λπ. χωρίς στην πραγματικότητα να είναι. Έτσι, η κουλτούρα των ψευδών ειδήσεων μπορεί να παράγει τρομοκρατία με τον ίδιο τρόπο που η τρομοκρατία μπορεί να παράγει ψευδείς ειδήσεις. Τρομοκρατία και ψευδείς ειδήσεις μπορεί να υπάρξουν σαν τις δυο πλευρές μιας γέφυρας που συνδέονται μεταξύ τους με περίτεχνα σμιλευμένες ειδησεογραφικές ιστορίες.
Ωστόσο, το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ούτε οι ψευδείς ειδήσεις ούτε η υπερβολική τρομολαγνεία. Το πραγματικό πρόβλημα είναι η θέση εξάρτησης και αδυναμίας στην οποία βρίσκονται οι σύγχρονοι άνθρωποι, συνεπεία πολλαπλών αρνητικών οικονομικών, κοινωνικών και πολιτικών αλλαγών, ώστε να είναι τόσο φοβισμένοι που να πιστέψουν οποιαδήποτε ψευδή είδηση, όπως παλιότερα πίστευαν σε κακές μάγισσες.
Γι’ αυτό, το πραγματικό «φάρμακο» για την «ασθένεια» των ψευδών ειδήσεων δεν είναι η απλή ή και η πιο σύνθετη διάψευση. Είναι η συγκροτημένη ματιά απέναντι στον κόσμο και η πραγματική χειραφέτηση του ανθρώπου. Με μια λέξη, είναι η ελευθερία. Αλλά στην εποχή της πληροφορίας, η ελευθερία για όλους.
Γιώργος Πλειός, Καθηγητής στο Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών
Via : www.thepressproject.gr