του Νίκου Ξυδάκη
Η κοινωνία συνολικά δείχνει να συμμαζεύεται και να πασχίζει να προσαρμοστεί στην τρέχουσα ασταθή ισορροπία· οι μαζικές διαδηλώσεις έχουν πάψει σχεδόν από τον περασμένο Φεβρουάριο. Εν τω μεταξύ όμως η ύφεση και η ανεργία δεν έχουν πάψει, καλπάζουν· τα εισοδήματα έχουν μειωθεί κατά 30% μεσοσταθμικά και οι αποταμιεύσεις εξαντλούνται. Οι αυξημένοι φόροι και οι ανειλημμένες υποχρεώσεις δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν από μέγα μέρος του πληθυσμού. Το ψυχικό κλίμα είναι βαρύ. Τώρα χρειάζεται κατεπειγόντως ένα σημάδι, ένα ξέφωτο, μια βάσιμη ελπίδα, ότι τουλάχιστον δεν θα έλθουν άλλα βάρη.
Η κυβέρνηση βρίσκεται σε κομβικό σημείο: αφενός, πρέπει να εκτελέσει έναν σκληρό προϋπολογισμό, στον οποίο προβλέπονται έσοδα από πρόσθετους φόρους επί της ακίνητης περιουσίας. Αφετέρου, αδυνατεί να συλλάβει όλη τη γνωστή φορολογητέα ύλη, εγκαίρως, συμμετρικά και ομαλά· η φοροδιαφυγή παλαιού τύπου εξακολουθεί αμείωτη, ενώ ταυτόχρονα η ένδεια οδηγεί σε επινόηση νέων μηχανισμών φοροδιαφυγής. Ταυτοχρόνως, αναγκάζεται να κινητοποιεί μηχανισμούς έκτακτης ανάγκης για να διατηρήσει ομαλή την κοινωνική ζωή· λ.χ. στις απεργίες στο μετρό και στην ακτοπλοΐα.
Η φορολογική εκκρεμότητα και οι επιστρατεύσεις δείχνουν μια αντιφατική στάση, μια εγγενή αντινομία και υπονομεύουν την αξιοπιστία αλλά και την αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης. Η υπερφορολόγηση των ακινήτων θα πλήξει ευρύτατα στρώματα και κυρίως πολίτες που ήταν συνεπείς στις φορολογικές τους υποχρεώσεις, δηλαδή και πάλι τους μισθωτούς και όσους κινούνται με πλήρη διαφάνεια εντός της φανερής οικονομίας. Γι’ αυτήν την ευρύτατη μεσαία τάξη η ακίνητη περιουσία είναι στοιχείο ταυτότητας, την προσδιορίζει κοινωνικά και προσφέρει ασφάλεια· το σπίτι δεν είναι επένδυση, αλλά αποκούμπι και καταφύγιο. Στην παρούσα φάση, μάλιστα, το ακίνητο αφενός υποτιμάται (όσο διαρκεί η φυσιολογική διόρθωση των τιμών της φούσκας) και αφετέρου δεν προσφέρει έσοδο. Η επιπλέον φορολόγηση θα οδηγήσει σε μαζική αλλαγή ιδιοκτησίας· σε μετασχηματισμό των μικροϊδιοκτητών σε ακτήμονες. Ο μετασχηματισμός αυτός υπό άλλες συνθήκες ενδέχεται να ήταν εξυγιαντικός, εφόσον υπήρχαν ρυθμοί ανάπτυξης και θέσεις εργασίας, και κυρίως χρόνος προσαρμογής. Στις παρούσες συνθήκες μπορεί να αποβεί καταστροφικός για την κοινωνία, χωρίς κανένα ουσιώδες όφελος για τα δημόσια οικονομικά. Θυμίζουμε ότι, βάσει της Κοινής Αγροτικής Πολιτικής, ο αγροτικός πληθυσμός της Ελλάδας υποτριπλασιάστηκε, αλλά αυτό συνέβη σε διάρκεια τριών δεκαετιών και με εισροή τεράστιων αντισταθμιστικών πόρων. (Και δεν έγινε σωστά.)
Παρομοίως, η χρήση μηχανισμών εκτάκτου ανάγκης έδειξε τα όριά της όταν επιστρατεύτηκαν απλήρωτοι ναυτεργάτες. Ναι μεν να μην αποκοπεί το Αρχιπέλαγος από τον ηπειρωτικό κορμό, αλλά για πόσο θα εκκρεμεί το πρόβλημα βιωσιμότητας της ακτοπλοΐας;
Ενώπιον του σκοτεινού αδιεξόδου, μια πιθανή χαραμάδα: να ρίξουν χρήμα οι τράπεζες στην αγορά με λογικά επιτόκια. Μπορούν. Οχι μόνο λαμβάνουν πάλι ρευστότητα από την ΕΚΤ (και όχι από τον ακριβό μηχανισμό ELA), αλλά επιπλέον μπορούν να αντλήσουν χρήμα από τη διατραπεζική με τις εγγυήσεις του EFSF, στο πλαίσιο της ανακεφαλαιοποίησης. H Εθνική Τράπεζα ανήγγειλε ήδη την πρόθεσή της να ανασχέσει τη βίαιη απομόχλευση των τελευταίων ετών. Ας σπεύσουν πάραυτα, σε ρυθμούς έκτακτης ανάγκης: οι υγιείς επιχειρήσεις έχουν στραγγίξει, το επιτόκιο δανεισμού είναι τραγικό, περίπου 10%. Η κοινωνία ζητεί μεταρρύθμιση, όχι αποσάθρωση.
Via : www.kathimerini.gr