του Γιώργου Τσιάκαλου *
Τον τελευταίο χρόνο γίναμε μάρτυρες της τραγωδίας των προσφύγων που, αναζητώντας ασφάλεια για τις οικογένειές τους, πέρασαν από τη χώρα μας και κατευθύνθηκαν σε άλλα κράτη της Ευρώπης. Είδαμε να πεθαίνουν στα νερά του Αιγαίου εκατοντάδες άνθρωποι, μωρά και μικρά παιδιά σχεδόν καθημερινά να τα βγάζει η θάλασσα νεκρά στις ακτές των νησιών μας.
Αγωνιστήκαμε για να μπορούν οι πρόσφυγες να ασκούν τα αναφαίρετα δικαιώματα που τους/τις παρέχει η Σύμβαση της Γενεύης στους συνοριακούς σταθμούς του Έβρου, ώστε να μην γίνονται θύματα εκμετάλλευσης διακινητών, να μην πνίγονται και να μην ταλαιπωρούνται στο Αιγαίο. Όμως, δεν τα καταφέραμε. Η κυβέρνηση μας συνέχισε την πολιτική των προκατόχων της, μια πολιτική κατάφωρης παραβίασης της Σύμβασης της Γενεύης στον Έβρο, και (μερική) εφαρμογή της μόνον για όσους κατάφερναν να φτάσουν ζωντανοί στα νησιά μας.
Μαζί με δεκάδες χιλιάδες άλλους/ες πολίτες της χώρας μας ήρθαμε και καλύψαμε –ο καθένας και η καθεμιά όσο και όπως μπορούσαμε- την παντελή απουσία της Πολιτείας στον τομέα της φροντίδας των προσφύγων (σίτιση, ρουχισμό και φάρμακα) σε όλη την πορεία τους από τα νησιά έως την Ειδομένη. Όλοι και όλες ήρθαμε αυθόρμητα σ’ αυτό το πεδίο, καμιά προϋπόθεση και κανέναν όρο δεν θέσαμε για τη συμμετοχή μας, καμιά αναγνώριση δεν ζητήσαμε (ούτε για τώρα ούτε για το μέλλον), ακόμη και την οργή μας για την συχνά εντελώς απαράδεκτη στάση των διάφορων «αρμοδίων» τιθασεύσαμε, επικεντρωθήκαμε αποκλειστικά στην αντιμετώπιση της τεράστιας ανθρωπιστικής τραγωδίας που εξελισσόταν μπροστά στα μάτια μας.
Πολίτες από όλα τα μέρη της χώρας μας αισθάνθηκαν βαθιά μέσα τους το ανθρώπινο χρέος και ανταποκρίθηκαν με χίλιους τρόπους. Υπερήφανοι/ες μπορούμε να είμαστε γι’ αυτήν την τόσο ανιδιοτελή και, ταυτόχρονα, τόσο αποτελεσματική συμπεριφορά τους, την αυτονόητη στη χώρα του Ξένιου Δία. Οι αφιλόξενοι Εφιάλτες –που πάντα υπήρχαν στην Ιστορία μας- υπήρξαν, βέβαια, και πέρυσι, υπάρχουν και τώρα, αλλά δεν είναι τίποτε άλλο από μια θλιβερή μειοψηφία, που, απέναντι στον δικό μας Ξένιο Δία, επέλεξε ως έμβλημά της τη γουρουνοκεφαλή. Καμιά σχέση δεν έχουν αυτοί με την Ελλάδα, την Ιστορία μας, τον πολιτισμό και τις παραδόσεις μας.
Όμως τώρα μπήκαμε σε μια νέα εποχή. Η επίσημη Ελλάδα συμφώνησε -στο πλαίσιο της Ευρώπης και του ΝΑΤΟ- και ανέλαβε πρωταγωνιστικό ρόλο στην πλήρη παραβίαση της Σύμβασης της Γενεύης, τώρα πια και στο Αιγαίο. Άνθρωποι ξεριζωμένοι από τις πατρίδες τους, που μέχρι πριν μερικές εβδομάδες αναγνωρίζονταν ως πρόσφυγες, μετατράπηκαν με γραφειοκρατικές διαδικασίες σε «παράτυπους μετανάστες», κλείνονται σε στρατόπεδα κράτησης και απειλούνται με απέλαση στην Τουρκία. Η απελπισία είναι μεγάλη και σ’ αυτά τα (λεγόμενα) Κέντρα Φιλοξενίας, καθώς ούτε εκεί τηρούνται οι στοιχειώδεις συνθήκες διαβίωσης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την πλήρη έλλειψη θέρμανσης.
Η κατάσταση αυτή, σε συνδυασμό με τη δυσπιστία απέναντι στις αρχές, κάνει πολλές χιλιάδες ανθρώπους να προσπαθούν να επιβιώσουν έξω από τις επίσημες δομές. Έτσι, γινόμαστε πάλι μάρτυρες μιας απέραντης τραγωδίας, με τις δυσμενείς συνθήκες διαβίωσης να συνοδεύονται τώρα και από απέραντη απελπισία. Η μόνη δυνατότητα ομαλής και ανθρώπινης διαχείρισης αυτής της κατάστασης είναι να συνεχίσουν με την ίδια αποφασιστικότητα το έργο, που αυθόρμητα και ανιδιοτελώς ανέλαβαν και επιτέλεσαν τον τελευταίο χρόνο, οι δεκάδες χιλιάδες αυτόνομοι πολίτες της χώρας μας.
Όμως σ’ αυτήν τη νέα εποχή αντιμετώπισης των προσφύγων από την πλευρά της Πολιτείας γινόμαστε μάρτυρες και ενός άλλου (πρωτόγνωρου για δημοκρατική χώρα) φαινομένου: την ανάθεση διαχείρισης της «φιλοξενίας» των προσφύγων στο στρατό. Στο πλαίσιο αυτό οι στρατιωτικοί διοικητές επιλέγουν τις οργανώσεις της «κοινωνίας των Πολιτών» που επιτρέπεται να δραστηριοποιούνται στην προσφορά βοήθειας και υποστήριξης των προσφύγων, ενώ οι δεκάδες χιλιάδες αυτόνομοι πολίτες (που τον τελευταίο χρόνο αποδεδειγμένα επιτέλεσαν κατά 95% το έργο της αλληλεγγύης) αποκλείονται από το έργο αυτό και εξαναγκάζονται απλώς να προμηθεύουν με είδη και με υπηρεσίες τις επιλεγμένες ΜΚΟ, χωρίς δυνατότητα παρέμβασης ακόμη και στις περιπτώσεις που αυτή αποδεικνύεται αναγκαία και εφικτή. Δεν πρόκειται για οξύμωρο σχήμα, πρόκειται για απόπειρα θεσμικής υποταγής της κοινωνίας των πολιτών στο στρατό, που δεν μπορεί να συναντήσει ούτε αποδοχή ούτε ανοχή, παρά μόνον από νοσταλγούς σκοτεινών εποχών της ιστορίας μας.
Η κυβέρνηση έχει κάθε δικαίωμα να συνεργάζεται με τις οργανώσεις που θέλει και επιλέγει. Ξεκίνησε, άλλωστε, να το κάνει αναθέτοντας σε κάποιες από αυτές τη διαχείριση προγραμμάτων που χρηματοδοτούνται από την ΕΕ και άλλες διεθνείς οργανώσεις.
Αυτό που δεν έχει δικαίωμα να κάνει καμιά κυβέρνηση είναι, πρώτον, να απαγορεύει στους πολίτες και σε οργανώσεις πολιτών να οργανώνουν και να διαχειρίζονται αυτόνομα τη δική τους βοήθεια και συμπαράσταση, και, δεύτερον, να εξαναγκάζει πολίτες και οργανώσεις να προσφέρουν βοήθεια και υπηρεσίες αποκλειστικά μέσω επιλεγμένων (από την κυβέρνηση ή τις στρατιωτικές αρχές) ΜΚΟ.
Αυτά αντίκεινται στις βασικές αρχές οργάνωσης και λειτουργίας της Κοινωνίας των Πολιτών, όπως αυτές προσδιορίζονται από τους διεθνείς οργανισμούς, στους οποίους συμμετέχει η Ελλάδα. Έτσι, στην κατευθυντήρια απόφαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για τη λειτουργία των ΜΚΟ στην Ευρώπη (CM/REC/2007/14) προβλέπεται ότι: αναγνωρίζονται ως ΜΚΟ και «άτυπες εταιρίες ή οργανώσεις» πολιτών (άρθρο 2), αυτές «δεν επιτρέπεται να υπόκεινται σε έλεγχο και καθοδήγηση από κυβερνητικές αρχές» (άρθρο 6), «μπορούν ελεύθερα να επιδιώκουν τους στόχους τους, εφόσον οι στόχοι και τα μέσα ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις μιας δημοκρατικής κοινωνίας» (άρθρο 11), είναι ελεύθερες να επιτελούν το έργο τους «σε θέματα δημόσιου συμφέροντος, ανεξάρτητα από το εάν η θέση που εκπροσωπούν είναι ίδια ή διαφορετική από την πολιτική της κυβέρνησης ή εάν απαιτεί αλλαγή του νόμου», και, τέλος, «κανένα πρόσωπο δεν επιτρέπεται να εξαναγκάζεται σε συμμετοχή σε μια συγκεκριμένη ΜΚΟ» (άρθρο 21).
Όλα αυτά ισχύουν και στην Ελλάδα, ως μέλος του Συμβουλίου της Ευρώπης, και συνεπώς αποτελούν αναφαίρετα δικαιώματα των πολιτών της. Εφαρμόζοντας στην πράξη αυτά τα δικαιώματα, οι πολίτες οργανώθηκαν σε εκατοντάδες πρωτοβουλίες με διάφορα ονόματα σε όλα τα μέρη της Ελλάδας και δημιούργησαν το θαύμα της αλληλεγγύης προς τους/τις πρόσφυγες, για το οποίο και η κυβέρνηση δηλώνει υπερήφανη.
Σήμερα διαπιστώνουμε την ανάγκη να συνεχίσουμε το ίδιο έργο, επειδή πολλαπλασιάστηκαν τα προβλήματα των προσφύγων, και πολύ αρνητικές θα ήταν οι συνέπειες για ολόκληρη την κοινωνία μας εάν σταματούσαμε. Γι’ αυτό είμαστε υποχρεωμένοι/ες να μην επιτρέπουμε πια καμιά ενέργεια παρεμπόδισης της συμπαράστασής μας, που κατά κανόνα θεμελιώνεται στο ρητορικό ερώτημα των «αρμοδίων» «ποιοι είστε; Ποια οργάνωση είστε; Δεν μπορεί ο καθένας να εμφανίζεται ως εθελοντής!» (θαρρείς και απαγορεύεται στους πολίτες ως πρόσωπα να δείχνουν ανθρωπιά). Από σήμερα, λοιπόν, απαντούμε: Είμαστε «Παιδαγωγοί της Αλληλεγγύης». Μια άτυπη οργάνωση πολιτών, που αρνείται οποιαδήποτε ενίσχυση από την κυβέρνηση, από την ΕΕ και από χορηγούς, αλλά αξιώνει το δικαίωμα να βρίσκεται παντού εκεί όπου άνθρωποι χρειάζονται την αλληλεγγύη και τη συμπαράστασή μας.
Λέμε στην κυβέρνηση: Συνεργαστείτε με όποιες οργανώσεις θέλετε, όταν έχετε να μοιράσετε χρήματα – εμείς δεν θέλουμε τίποτε! Διεκδικούμε όμως το δικαίωμα να βρισκόμαστε δίπλα στους ανθρώπους που έχουν ανάγκη, χωρίς εμπόδια και περιορισμούς, και να μπορούμε ν’ αγωνιζόμαστε μαζί τους για τον απόλυτο σεβασμό των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την χωρίς εκπτώσεις τήρηση της Σύμβασης της Γενεύης.
«Παιδαγωγοί της Αλληλεγγύης» σημαίνει πολίτες που διεκδικούν μια κοινωνία της Ανθρωπιάς, και με τις πράξεις τους «διδάσκουν» ότι αυτή η κοινωνία είναι εφικτή και μπορεί να επιτευχθεί με την αλληλεγγύη προς όλους τους ανθρώπους που υποφέρουν και κινδυνεύουν. Θα είμαστε δίπλα τους με τα αγαθά που μπορούμε να προσφέρουμε, με τα επαγγελματικά μας εφόδια (εκπαιδευτικοί, γιατροί, δικηγόροι και άνθρωποι κάθε επαγγέλματος) και τις αντίστοιχες υπηρεσίες, και, κυρίως, με τη βούληση και την αποφασιστικότητά μας να υπερασπιστούμε εκείνο το κοινό αγαθό όλων μας που μας επιτρέπει να ονομαζόμαστε «άνθρωποι»: την ανθρώπινη αξιοπρέπεια.
Σας καλώ να συμπορευτούμε, όπως το κάναμε μέχρι σήμερα, σε ένα πλαίσιο αυτονομίας και ελευθερίας, με το κοινό όνομα «Παιδαγωγοί της Αλληλεγγύης».
*Ο κ.Γιώργος Τσιάκαλος είναι ομότιμος καθηγητης Παιδαγωγικής σχολής Α.Π.Θ