Μιλά για το φιάσκο της Λιβύης
Γιώργος Ι. Αλλαμανής
Μπορεί να είναι άνθρωπος των τραπεζών, εχθρός των εργαζομένων, ψευδομεσσίας της εποχής όπου «έσβησαν οι διαχωριστικές γραμμές» και να έχει δική του μεγάλη ιδέα: την επαναφορά της Γαλλίας ως ισότιμου μέλους στον σκουριασμένο γαλλογερμανικό άξονα της Ευρώπης.
Αλλά ο Εμανουέλ Μακρόν είναι ο πρώτος Γάλλος πρόεδρος που μίλησε για δύο θέματα ταμπού: τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας στην Αλγερία και, τώρα, το φιάσκο του προ-προκατόχου του, του Νικολά Σαρκοζί, ο οποίος το 2011 επέμενε στην στρατιωτική επέμβαση στη Λιβύη, οδηγώντας τη χώρα σε λουτρό αίματος και χάος.
«Η ιδέα ότι ρυθμίζουμε την κατάσταση σε μια χώρα με τρόπο μονομερή και στρατιωτικό είναι μια ιδέα λανθασμένη. Η Ευρώπη, οι Ηνωμένες Πολιτείες και ορισμένοι άλλοι έχουν ευθύνη για τη σημερινή κατάσταση στη Λιβύη. Η Δύση γενικότερα και η Γαλλία ειδικότερα έριξαν μαζί τη χώρα, τα τελευταία χρόνια, στην ανομία, χωρίς να μπορούν να αντιμετωπίσουν την κατάσταση» είπε ο Μακρόν μιλώντας στο κοινοβούλιο της Τυνησίας.
Βέβαια, ο Μακρόν έρχεται δεύτερος μετά τον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα ο οποίος ομολόγησε ότι «αυτό το λιβυκό επεισόδιο (sic) ήταν το μεγαλύτερο λάθος στην εξωτερική πολιτική της προεδρίας μου». Είχαν προηγηθεί οι σοκαριστικές φωτογραφίες από το μέχρι θανάτου λυντσάρισμα του Αμερικανού πρέσβη στη Βεγγάζη Κρις Στήβενς, στις 6 Σεπτεμβρίου του 2012.
Σαν ναπολεοντίσκος της ψηφιακής εποχής, ο Σαρκό «αποβιβάστηκε» στις 15 Σεπτεμβρίου 2011 στη Βενγκάζη, μαζί με τον Βρετανό πρωθυπουργό Τόνι Μπλερ και τον Γάλλο φιλόσοφο-στρείδι της εξουσίας Μπερνάρ Ενρί-Λεβί. Η τριανδρία των απελευθερωτών δεν χάρηκε για πολύ. Η ανατροπή του δικτάτορα Μουαμάρ Καντάφι, πρόθυμου συνεργάτη της Δύσης τα τελευταία χρόνια, χρηματοδότη του Σαρκοζί το 2007 σύμφωνα με ισχυρισμούς του γιού του Καντάφι Σαϊφ αλ Ισλάμ και «στενού φίλου» του Μπλερ, οδήγησε σε αλυσιδωτές εκρήξεις, κοινωνικές και στρατιωτικές.
Τρία πράγματα ήθελε να πετύχει ο Σαρκοζί παρασύροντας το ΝΑΤΟ στην τυχοδιωκτική επιχείρηση: πρόσβαση στα λιβυκά πετρέλαια, ενίσχυση της γαλλικής επιρροής στη βόρεια Αφρική, εξαργύρωση στο εσωτερικό με μεταστροφή των Γάλλων ψηφοφόρων υπέρ του προέδρου. Όχι μόνο απέτυχε παταγωδώς και στα τρία, αλλά ακολούθησαν τα…τρία κακά της μοίρας της σημερινής Λιβύης. Πρώτον, η δημιουργία ενός παραδείσου τζιχαντιστών σε απόσταση αναπνοής από τις ευρωπαϊκές ακτές, ιταλικές και ελληνικές. Δεύτερον, η de facto διχοτόμηση σε ανατολικό και δυτικό τμήμα. Και, τρίτον, η εδραίωση του οργανωμένου εγκλήματος για την παράνομη διακίνηση όπλων, υδρογονανθράκων και, τελευταίο αλλά όχι έσχατο, εξαθλιωμένων προσφύγων και μεταναστών.
Και μόνο η παραδοχή του φιάσκου από τον Μακρόν συνιστά διαφοροποίηση στο τρέχον εθνικιστικό αφήγημα της γαλλικής δεξιάς, τμήμα της οποίας συνεργάζεται αγαστά με τον «νέο άνθρωπο» στην σημερινή κυβέρνηση του Παρισιού.
Αν όμως ήταν ειλικρινής ο πρόεδρος θα όφειλε να μιλήσει και για τη γαλλική παρουσία στην Ινδοκίνα το πάλαι ποτέ. Να ξύσει πληγές όπως η ανατίναξη και βύθιση στο Οκλαντ της Νέας Ζηλανδίας του πλοίου «Ρέινμποου Γουόριορ» της Γκρινπίς από Γάλλους μυστικούς πράκτορες το 1985. Να απολογηθεί για τη γαλλική εύνοια (επιεικής ο χαρακτηρισμός) στους Χούτου που κατέσφαξαν 800.000 Τούτσι (και Χούτου) στη Ρουάντα το 1995. Πολύ περισσότερο, να εξηγήσει τι γυρεύει σήμερα με τα όπλα ή τα ευρώ της η Γαλλία στο Τσαντ, στο Τιμπουκτού, στα ορυχεία ουρανίου της Αφρικής που τροφοδοτούν τα πυρηνικά της εργοστάσια, στις χιλιάδες γαλλικές εταιρίες που αρμέγουν μονοπωλιακά τους φυσικούς πόρους της γαλλόφωνης Αφρικής. Αλλά ας μην έχουμε υπερβολικές απαιτήσεις.
Via : www.documentonews.gr