Διεθνείς ισορροπίες αμφισβητούνται, περιφερειακές συρράξεις εντείνονται. Η Διεθνής Διάσκεψη για την Ασφάλεια στο Μόναχο, που αρχίζει σήμερα, επιχειρεί να σκιαγραφήσει τα μέλλοντα και να υποδείξει λύσεις.
Σπανίως αποπνέουν αισιοδοξία οι εμπειρογνώμονες για θέματα ασφάλειας και οι εκθέσεις τις οποίες συντάσσουν. Αυτό ισχύει και για την έκθεση που έδωσε στη δημοσιότητα ο επικεφαλής της Διάσκεψης του Μονάχου, Βόλφγκανγκ ‘Ισινγκερ, λίγο πριν αρχίσει στη βαυαρική πρωτεύουσα η φετινή συνάντηση, την οποία πολλοί αποκαλούν και «Νταβός της Άμυνας». Η έκδοση φέρει τον χαρακτηριστικό τίτλο «Προς το χείλος του γκρεμού- με επιστροφή;» Όπως επισημαίνει στον πρόλογο ο Ίσινγκερ, την περασμένη χρονιά πολλαπλασιάστηκαν οι εστίες έντασης με ορατούς κινδύνους για την ειρήνη και την ασφάλεια ανά τον κόσμο. Σημειώνονται ιδιαίτερα οι διαξιφισμοί μεταξύ ΗΠΑ και Β.Κορέας, η εντεινόμενη αντιπαλότητα ανάμεσα στη Σ.Αραβία και το Ιράν, καθώς και οι υψηλοί τόνοι που εξακολουθούν να χαρακτηρίζουν τις τεταμένες σχέσεις ΗΠΑ-Ρωσίας.
Όπως και παλαιότερα, έτσι και φέτος η έκθεση προετοιμάζει το έδαφος για χρήσιμες και εμπεριστατωμένες συζητήσεις στη Διάσκεψη του Μονάχου, που αρχίζει την Παρασκευή. Στην αντίστοιχη έκθεση του 2017 οι ειδικοί προειδοποιούσαν ότι οι ΗΠΑ υπό τον Ντόναλντ Τραμπ θα μπορούσαν να απεκδυθούν τον ρόλο εγγυητή της διεθνούς ασφάλειας και να προσδώσουν στην εξωτερική πολιτική τους μία κατεύθυνση απομονωτισμού, αν όχι και εθνικισμού. Η φετεινή αποτίμηση είναι ότι αυτό ακριβώς συνέβη: η Ουάσιγκτον αποκηρύσσει τον ηγετικό ρόλο της και δείχνει ελάχιστο ενδιαφέρον για την οικοδόμηση θεσμών και κανόνων που θα διέπουν τις διεθνείς σχέσεις. Προσανατολίζεται σε μία πολιτική που βασίζεται περισσότερο σε κοινά συμφέροντα και λιγότερο στις κοινές αξίες. Αυτό αποδεικνύεται και από το ότι ο προϋπολογισμός του αμερικανικού υπουργείου Εξωτερικών μειώνεται δραστικά, ενώ οι αμυντικές δαπάνες διαρκώς αυξάνονται. «Το πιο ισχυρό έθνος του κόσμου σαμποτάρει τη διεθνή τάξη που το ίδιο είχε επινοήσει» σχολιάζει ο αμερικανός εμπειρογνώμων σε θέματα εξωτερικής πολιτικής Τζον Ίκενμπερι.
Μία πρόκληση για την Ευρώπη
Όλα αυτά σημαίνουν για τους Ευρωπαίους ότι πρέπει να προνοήσουν οι ίδιοι για την ασφάλειά τους, σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ό,τι έκαναν μέχρι σήμερα. «Έχουν παρέλθει οι εποχές που απλώς μπορούσαμε να βασιστούμε στους άλλους» έλεγε η καγκελάριος της Γερμανίας Άγκελα Μέρκελ τον Μάιο του 2017, μετά τη συνάντησή της με τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Φαίνεται ότι αυτή η εκτίμηση επιβεβαιώνεται. «Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει πραγματικά να πάρουν τις τύχες τους στα χέρια τους» ήταν το συμπέρασμα της Μέρκελ. Αυτό συνεπάγεται, μεταξύ άλλων, μία γενναία αύξηση αμυντικών δαπανών. Εάν όλα τα κράτη-μέλη της ΕΕ εκπλήρωναν τον στόχο του ΝΑΤΟ να διαθέτουν το 2% του ΑΕΠ για την Άμυνα, ο συνολικός αμυντικός προϋπολογισμός της Ευρώπης θα αυξανόταν κατά 50% μέχρι το 2024, φτάνοντας τα 386 δισεκατομμύρια δολάρια. Αλλά η ενισχυμένη χρηματοδότηση δεν επαρκεί, αν δεν συνοδεύεται από καλύτερη διασύνδεση και αξιοποίηση συνεργειών. Οι συντάκτες της έκθεσης του Μονάχου κάνουν λόγο για «ψηφιακό χάσμα και κενά δικτύωσης» στις ευρωπαϊκές ένοπλες δυνάμεις και εκτιμούν ότι μόνο για να επιλυθούν αυτά τα προβλήματα θα απορροφηθούν όλες οι επιπλέον αμυντικές πιστώσεις.
Μία από τις προτεινόμενες λύσεις για την απαραίτητη συγκράτηση δαπανών είναι και ο εξορθολογισμός της αμυντικής βιομηχανίας. Ήδη καταγράφονται πρώτες προσπάθειες σε αυτή την κατεύθυνση, καθώς 23 ευρωπαϊκές χώρες, μεταξύ αυτών και η Ελλάδα, συμμετέχουν στη νεοσυσταθείσα Μόνιμη Διαρθρωμένη Συνεργασία (PESCO) για τον συντονισμό των εθνικών πολιτικών άμυνας και ασφάλειας. Γαλλία και Γερμανία σχεδιάζουν από κοινού την επόμενη γενιά πολεμικών αεροσκαφών, ενώ ο γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν υποστηρίζει και την ιδέα ενός κοινού ευρωπαϊκού στρατού.
Κλιματική αλλαγή και μετανάστευση
Στην έκθεση για θεματα ασφαλείας δεν λείπουν και οι αναφορές σε άλλα μείζονα ζητήματα που μπορούν να εξελιχθούν σε απειλή για τη διεθνή ασφάλεια, όπως η μετανάστευση και η ελλειπής προστασία του κλίματος. Οι εμπειρογνώμονες εκφράζουν τη λύπη τους για την αποχώρηση των ΗΠΑ από τη διεθνή συνθήκη των Παρισίων για το κλίμα και υπενθυμίζουν ότι τα τελευταία τρία χρόνια ήταν τα πιο θερμά που έχουν καταγραφεί ποτέ. Σαφής ένδειξη ότι η υπερθέρμανση του πλανήτη προχωρά με γρήγορους ρυθμούς;
Επιπλέον η έκθεση κάνει λόγο για αιτιώδη σχέση μεταξύ της κλιματικής αλλαγής και ορισμένων ένοπλων συγκρούσεων. Αν μη τι άλλο, εκτιμούν οι ειδικοί, η κλιματική αλλαγή λειτουργεί ως ενισχυτικός παράγοντας. Και βέβαια η «συνέχιση πολλών μακροχρόνιων συγκρούσεων αποτελεί μία από τις κύριες αιτίες για τη μετανάστευση, την εκδίωξη αμάχων και τον υποσιτισμό», προειδοποιούν.
Τόμας Κόλμαν, Γιάννης Παπαδημητρίου
Via : www.dw.com