Ο μηχανισμός «στήριξης» του σισύφειου κύκλου μέσα στον οποίο είμαστε παγιδευμένοι στηρίζεται στο απόλυτο «ναι» που είπαν ως μη όφειλαν όλες οι κυβερνήσεις που ανέλαβαν τη διαχείριση αυτού του τόπου από το 2010 μέχρι σήμερα. (Για να μη μιλήσουμε για τις ρίζες της εξάρτησης και πάμε ακόμα πιο πίσω.)
Ακόμα και με αλλοίωση στοιχείων, προκειμένου να μπει η Ελλάδα στον κύκλο χρέους που βιώνουμε όλοι ως απώλεια όχι μόνο οικονομική αλλά πρωτίστως υπαρξιακή.
Πώς να αντέξει ένας άνθρωπος τόσο εξευτελισμό και μάλιστα σε μια υποτίθεται ειρηνική περίοδο;
Το «ναι σε όλα» καταστρατηγώντας μία σειρά από «όχι» -με ύψιστο το «όχι» του δημοψηφίσματος- έχει οδηγήσει σε καταστρατήγηση όχι απλώς των πλέον βασικών ατομικών δικαιωμάτων, όπως το ίδιο το δικαίωμα της επιβίωσης, αλλά και σε μια άλωση των κυριαρχικών δικαιωμάτων ολόκληρης της χώρας μας.
Και αυτό γίνεται με πολλούς τρόπους και μέσα από θέματα ευαίσθητα όπως είναι και το προσφυγικό.
Με την άτυπη συμφωνία μεταξύ Τουρκίας και Ε.Ε. έχει καταστρατηγηθεί η Συνθήκη της Γενεύης για τους πρόσφυγες, μία συμφωνία που έγινε μετά τη λήξη του δεύτερου μεγάλου πολέμου που όριζε τα δικαιώματα μιας εκ των πλέον ευάλωτων ομάδων ανθρώπων, δηλαδή των περιπλανώμενων όπου γης.
Στο πλαίσιο της ίδιας άτυπης συμφωνίας η Τουρκία έχει χαρακτηριστεί ασφαλής χώρα, πράγμα που σημαίνει ότι λειτουργεί στη θέση της Ελλάδας όταν εκείνη έπαιζε τον ρόλο της χώρας πρώτης υποδοχής.
Στην Τουρκία, ωστόσο, δεν ισχύει το ευρωπαϊκό δίκαιο περί δικαιωμάτων, ενώ μέσα από τις ειδήσεις και τις δηλώσεις των ηγετών της, περί θανατικής ποινής κ.λπ., γίνεται σαφές ότι καταστρατηγούνται όλο και περισσότερο και τα όσα ατομικά δικαιώματα αναγνώριζε η τουρκική νομοθεσία.
Η χώρα είναι «ασφαλής» όχι διότι οι ζωές όσων ζουν σ’ αυτήν δεν κινδυνεύουν, το αντίθετο αληθεύει, αλλά διότι έχει θεωρηθεί κατάλληλη, όταν και όσο βεβαίως η ηγεσία της το επιθυμεί, για επαναπροώθηση των προσφύγων.
Η ελληνική περίπτωση είναι διαφορετική: Τα πολιτικά δικαιώματα συνεχίζουν να ισχύουν, αλλά καθώς η κυριαρχία της χώρας έχει ουσιαστικά καταργηθεί, το δικαίωμα των πολιτών της στην ύπαρξη καταντά όλο και πιο πολύ τύπος.
Πράγμα που αναπόδραστα θα έχει συνέπειες και στο ζήτημα των προσφύγων.
Στην τελευταία συνάντηση του σεμιναρίου για το προσφυγικό, που οργανώθηκε από την κατεύθυνση των Πολιτισμικών Σπουδών του Μεταπτυχιακού Προγράμματος Σπουδών του ΕΜΜΕ στο ΕΚΠΑ, η Εφη Λατσούδη, πρόσφατα βραβευμένη με το διεθνές βραβείο Νάνσεν για τη δουλειά της με τους πρόσφυγες στη Λέσβο, ένα βραβείο άξιο για την Αλληλεγγύη Λέσβου, της οποίας είναι η ψυχή, μας μίλησε για τις λεπτές πτυχές που έχει το μεγάλο αυτό ζήτημα, με τους πολλούς και διαφορετικούς παράγοντες που εμπλέκονται από ειλικρινές ενδιαφέρον, καημό, μόδα, προσωπικό αδιέξοδο, ή από συμφέρον και διάθεση κατίσχυσης με μοχλό τη μοίρα τόσων ανθρώπων.
Ανθρώπων που λόγω κυρίως της αυταρχικής εμπλοκής της Ε.Ε. με διάφορες μορφές δεν γίνεται δυνατόν να αντιμετωπιστούν ως άτομα, αλλά μόνον ως αριθμοί, ως μάζα.
Μια ουσιαστική αντιμετώπιση θα σήμαινε να γίνει πραγματική αναγνώριση των λόγων που τους έχουν ωθήσει στην προσπάθεια εισόδου στη χώρα μας προκειμένου να βρουν τη γη της ασφάλειας, και από εδώ να φτάσουν στη γη της Επαγγελίας που γι’ αυτούς είναι η Γερμανία.
Το σεμινάριο που ολοκληρώσαμε στο ΕΚΠΑ μάς έκανε να δούμε από κοντά πολίτες που πρωτοστατούν στο δύσκολο πεδίο της διάσωσης και της υποδοχής.
Αντί να εμβαθύνει στις εμπειρίες τους, αντλώντας συμπεράσματα για πιο σωστή δράση, η κυβέρνηση ετοιμάζεται να προσφύγει, με σύσταση βεβαίως της Ε.Ε., στην τεχνογνωσία της αμερικανικής εταιρείας συμβούλων McKinsey («Εφ.Συν.» 6/12/16).
Το προσφυγικό, όμως, είναι πρωτίστως όχι τεχνικό αλλά πολιτικό. Εχει να κάνει με τον πόλεμο στη Μέση Ανατολή και επίσης με τις σχέσεις Ε.Ε. / Τουρκίας.
Οσο δεν αναλαμβάνουμε μια σωστή και επαρκή πολιτική δράση στα πεδία αυτά, όσο αγνοούμε τα όσα διδάσκει η προσπάθεια των ανθρώπων μας στη Λέσβο και σε κάθε γωνιά της Ελλάδας, οι διάφοροι «τεχνογνώστες» θα βυθίζουν με το αζημίωτο εμάς και τους πρόσφυγες σε όλο και πιο δραματικές περιπέτειες.
Via : www.efsyn.gr