του Παντελή Μπουκάλα
Συνήθως οι εσωκομματικές εργασίες, άγονες τελετές όπως είναι, αποσπούν το ελάχιστο ενδιαφέρον που αποσπά και η σύγκληση του υπουργικού συμβουλίου· ίσως γι’ αυτό οι υπουργοί συνέρχονται όλο και πιο αραιά υπό τον πρωθυπουργό, για ν’ ακούσουν εθιμικές παραινέσεις. Μολαταύτα το πολιτικό ενδιαφέρον των τελευταίων ημερών, στο επίπεδο της ειδησεογραφικής κάλυψης και του δημοσιογραφικού σχολιασμού, μονοπώλησαν όσα έγιναν στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ και στο αντίστοιχο όργανο της ΔΗΜΑΡ.
Το ενδιαφέρον δεν οφείλεται στη φαινομενικά υποτονική πολιτική παραγωγή λίγο πριν εξαντληθεί ο πρώτος καλοκαιρινός μήνας, όταν ακόμα και οι φρέσκοι υπουργοί αγχώνονται με το πού θα παραθερίσουν ινκόγκνιτο. Οσα συμβαίνουν εντός των δύο κομμάτων της Αριστεράς δεν αφορούν αποκλειστικά τον μικροχώρο τους, όπως συνέβαινε ελάχιστα χρόνια πριν. Συνδέονται με την ισχυρή πιθανότητα κυβερνητικής αλλαγής στις επόμενες εκλογές, τους πολιτικούς όρους και το ιδεολογικό περιεχόμενό της, καθώς και με τις συμμαχίες που θα (ή δεν θα) οδηγήσουν σ’ αυτήν.
Διαφορετικό το μέγεθος των δύο κομμάτων, διαφορετικό και το εκλογικό αποτέλεσμα που έχει να διαχειριστεί κάθε ηγεσία. Κοινό τους γνώρισμα, η ύπαρξη ισχυρών μειοψηφικών τάσεων, που συναρτάται και με τη διαφορετική πολιτική κουλτούρα που ασπάστηκε από ένα σημείο και έπειτα η μη δογματική Αριστερά: την αναγνώριση του δικαιώματος των στελεχών να υπερασπίζουν δημοσίως, δηλαδή πολιτικά, τη διαφορετική γνώμη τους, όσο κι αν ενοχλούν τα ηγετικά κλιμάκια· και μάλιστα χωρίς να φοβούνται ότι θα προπηλακιστούν με την εκτόξευση όλων εκείνων των εις -στής απαξιωτικών χαρακτηρισμών, στην κατασκευή των οποίων ήταν ανέκαθεν ευρηματικοί οι μηχανισμοί, που έδιναν θρησκευτική αξία στο Δόγμα (ρεφορμιστής, ρεβιζιονιστής, οπορτουνιστής κ.ο.κ.). Για το δικαίωμα αυτό, λιγοστοί φωτισμένοι αριστεροί είχαν το κουράγιο να πολεμήσουν ακόμα και στις βαριές μέρες της εξορίας τους σε ξερονήσια. Και ένας από τους κύριους λόγους που το ΚΚΕ δεν θέλει καμία σχέση με τον «ρεφορμιστικό», «οπορτουνιστικό» κ.ο.κ. ΣΥΡΙΖΑ είναι ο φόβος της ηγεσίας του πως η (ωραία ωστόσο) ασθένεια της εσωκομματικής δημοκρατίας είναι μεταδοτική.
Ούτε του ΣΥΡΙΖΑ η ηγεσία ούτε της ΔΗΜΑΡ μπορούν να είναι βέβαιες ότι τα εσωκομματικά δρώμενά τους απασχόλησαν το κοινωνικό σώμα όσο τα ΜΜΕ. Κι αυτό οφείλουν να το συνυπολογίζουν κατά τη χάραξη της στρατηγικής τους. Να συνεκτιμούν, δηλαδή, ότι η επί μνημονίων ποσοστιαία διόγκωση της Αριστεράς δεν απορρέει από απότομη ή σταδιακή ιδεολογική ριζοσπαστικοποίηση του ενός τρίτου των πολιτών και δεν έχει το αντίστοιχό της σε μαζική κοινωνική δράση. Αυτή η έκδηλη αναντιστοιχία, όσον αφορά ειδικά τον ΣΥΡΙΖΑ, σημαίνει ότι, πέραν των απολύτως και παλαιόθεν πεπεισμένων, δεν μπορεί να θεωρεί εξασφαλισμένη σχεδόν καμία νεοπροσήλυτη ψήφο. Η ΔΗΜΑΡ το παρέβλεψε αυτό. Και από το 6,26% του Ιουνίου του 2012 καταποντίστηκε στο φετινό 1,2%. Το τύποις παράδοξο; Αυτός που κυρίως πρέπει να προσεύχεται στον άγνωστο θεό των αριστερών για την περίσωση της ΔΗΜΑΡ είναι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Via : www.kathimerini.gr