της Εφης Μαρίνου
Ο Νίκος Χατζόπουλος μιλάει για θέατρο, συνδικαλισμό και πολιτική
Παίζει στο «Ζ» στο Εθνικό, ασχολείται με το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών. Εκτός από σημαντικός ηθοποιός της γενιάς του, είναι κι ένας πολίτης με άποψη. Μόνο τη σκηνοθεσία άφησε και είναι κρίμα
Ο Νίκος Χατζόπουλος είναι από τους καλύτερους ηθοποιούς της γενιάς του. Αυτή την περίοδο ερμηνεύει στο «Ζ» του Βασίλη Βασιλικού, την πολύ ενδιαφέρουσα παράσταση σε σκηνοθεσία Εφης Θεοδώρου στο Εθνικό Θέατρο, δύο ρόλους διαμετρικά αντίθετους: τον επικεφαλής της Διεύθυνσης της Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης όταν σκοτώθηκε ο Γρηγόρης Λαμπράκης και τον ανακριτή που χάρη στην επιμονή του αποκαλύφθηκε το έγκλημα.
Ηθοποιός, σκηνοθέτης, μεταφραστής αλλά και αρχιτέκτονας, ο Νίκος Χατζόπουλος μας μιλά για την τέχνη της υποκριτικής, τη σκηνοθεσία, που προσωρινά εγκατέλειψε, την κατάσταση που επικρατεί στο θέατρο και στην κοινωνία.
– Ερμηνεύετε με πειστικότητα δύο διαφορετικούς ρόλους. Είναι εύκολη η μετάβαση;
«Πάντα με ενδιέφερε η μεταπήδηση από το εγώ στον ρόλο, στον άλλο ρόλο, χωρίς να ταυτίζεσαι. Πρόκειται για την κατ” εξοχήν παιχνιδιάρικη πλευρά τού «παίζω». Με τρόπο μινιμαλιστικό δημιουργείς μεγάλες εικόνες στον θεατή, τον κάνεις να φαντάζεται ότι όντως έχει αυτό το πρόσωπο μπροστά του. Ο αφηγητής δεν χρειάζεται να παίξει τα πάντα. Αρκεί να δημιουργήσεις στον θεατή -κι όχι στον εαυτό του- το αίσθημα, την εικόνα μέσα από τη δύναμη της υποβολής του ρόλου. Δεν έπαιξα τον Νίτσε ή τον Σαρτζετάκη, αλλά το μυθιστορηματικό και μετά το θεατρικό τους πρόσωπο. Κι όπως λέμε στο θέατρο: «Οταν κλαίει ο ηθοποιός, δεν σημαίνει ότι κλαίει και ο θεατής»»…
-Κάποιοι βρίσκουν αναλογίες ανάμεσα στο σήμερα και την εποχή της δολοφονίας του Λαμπράκη.
«Εγώ προτείνω να είμαστε προσεκτικοί στις ταυτίσεις. Κάποια πράγματα επαναλαμβάνονται, αλλά το «μοντάζ» τους διαφέρει. Οι λέξεις π.χ. αλλάζουν χρήση με τις εποχές. Στο «Ζ» το «αγανακτισμένο» πλήθος ήταν οι παρακρατικοί. Σήμερα με αυτό τον όρο εννοούμε άλλα πράγματα…»
– Τότε το έλλειμμα δημοκρατίας ανάγκασε τον Κ. Καραμανλή να πει μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη: «Ποιος κυβερνά αυτή τη χώρα;» Σήμερα έχουμε έλλειμμα δημοκρατίας;
«Ναι, υπό την έννοια ότι το κράτος δεν λειτουργεί όπως θα έπρεπε. Η νομοθετική εξουσία έχει φρακάρει από τη γραφειοκρατία, το πολιτικό σύστημα έχει διαφθαρεί. Συνήθως μιλάμε για την άκρα δεξιά, που εκμεταλλεύτηκε το κενό και εισχώρησε. Ομως χρόνια τώρα ένα άλλο κόμμα του άκρου διακηρύσσει δημοσίως ότι δεν το εκφράζει η αστική δημοκρατία».
-Θα μπορούσε να εξισωθεί η απαρέσκεια του ΚΚΕ προς την αστική δημοκρατία μ” αυτήν της άκρας δεξιάς;
«Λέω απλώς ότι η επιμονή του ΚΚΕ σε στερεότυπα είναι απολύτως οπισθοδρομική οδηγώντας σε συντηρητισμό τύπου Ταλιμπάν. Υπερασπίζονται «ιερά και όσια», που έχουν ιστορικά ξεπεραστεί, αρνούμενοι και ό,τι πρεσβεύει η θεωρία τους, την ίδια την εξέλιξη. Είναι μια στάση που αντιμετωπίζω με τους συνδικαλιστές τώρα που είμαι αναπληρωματικό μέλος του διοικητικού συμβουλίου του Σωματείου Ελλήνων Ηθοποιών. Βλέπω μια πολιτική δύναμη που λειτουργεί και διεκδικεί ερήμην της τρέχουσας κοινωνικής πραγματικότητας, χωρίς ρεαλιστικούς στόχους. Δεν είναι δυνατόν μέσα σ’ όλο αυτό που ζούμε να προτείνεις αυξήσεις, με μότο «μόνιμη δουλειά για όλους», κάτι που απευθύνεται σε μια ουτοπική κοινωνία. Με μαξιμαλισμούς δεν κερδίζεις ούτε το έλασσον».
-Μήπως το δίκαιο αίτημα της Αριστεράς για «μόνιμη δουλειά σε όλους» -που σήμερα πράγματι ακούγεται εξωπραγματικό- υποχωρεί ολοένα στη συνείδησή μας, επειδή «δεν το επιτρέπουν ποτέ οι καταστάσεις»; Κι έπειτα η ουτοπία και το όνειρο δεν είναι στη φύση των καλλιτεχνών και των διανοουμένων;
«Κάτι παθαίνω όταν το ακούω αυτό για τους καλλιτέχνες. Σαν να εξυψώνουμε εαυτούς υπεράνω της πραγματικότητας και της πρακτικής σκέψης. Είμαστε εργαζόμενοι ενός συγκεκριμένου κλάδου. Το ίδιο όραμα θα έπρεπε να έχουν οι δικηγόροι ή οι γιατροί. Κάποιοι από τους τελευταίους το έχουν: οι Γιατροί Χωρίς Σύνορα. Συνηθίζουμε να χρησιμοποιούμε την έννοια του καλλιτέχνη ως άλλοθι. Μια πνευματικότητα μπορούν να έχουν ως προϋπόθεση όλες οι δουλειές».
– Δυσκολεύομαι να φανταστώ τον οικοδόμο ή την πωλήτρια να προλαβαίνουν να ασχοληθούν με πνευματικά θέματα. Θα μπορούσα αν βρισκόμαστε ήδη στην κοινωνία που επαγγέλλεται το ΚΚΕ με «μόνιμη δουλειά για όλους», όπου ο άνθρωπος θα έκανε ένα… δημιουργικό διάλειμμα εργαζόμενος για τρεις ώρες…
«Δεν έχετε ιδέα τι «οικοδομή» πέφτει στον δικό μας χώρο με την έννοια της χειρωνακτικής εργασίας και, μάλιστα, απλήρωτης. Οι περισσότεροι ηθοποιοί, χωρίς ένσημα, είναι εκτός σωματείου. Δουλεύουν με ποσοστά, με την παράσταση, ή καθόλου. Ενας «κλεφτοπόλεμος» στον οποίο σταδιακά οδηγούμαστε όλοι».
– Πώς έχει διαμορφωθεί η κατάσταση στο ΣΕΗ;
«Αδυνατεί να αγκαλιάσει όλη τη μάζα των ηθοποιών. Το σύστημα λειτουργίας του είναι απαρχαιωμένο, πρέπει να αλλάξει καταστατικό κι αυτό είναι δύσκολη, φασαριόζικη υπόθεση. Στις συνελεύσεις απαιτείται αθρόα συμμετοχή κι όχι από τις τρεις χιλιάδες μέλη να συγκεντρώνονται μόνο εκατό άτομα. Επίσης οι συγκροτημένοι, ψύχραιμοι, με ιδέες άνθρωποι να κινητοποιηθούν, αντί να νίπτουν χείρας».
– Η διαδρομή σας στο θέατρο μεταξύ των καλύτερων: Αμόρε, Εθνικό Θέατρο, Φεστιβάλ Αθηνών. Ένας καλοδεχούμενος «ιδρυματισμός»;…
«Οι καλλιτέχνες, όπου κι αν βρισκόμαστε, κάνουμε τη δουλειά μας φιλότιμα. Οι προθέσεις διαστρεβλώνονται από επιχειρηματίες, όσους θυσιάζουν την τέχνη τους για εύκολο κέρδος. Οι θεσμοί αύριο μπορεί να μην υπάρχουν. Κόβονται επιδοτήσεις, είναι άγνωστη η εξέλιξη στο Φεστιβάλ».
– Δουλεύετε σταθερά τα τελευταία χρόνια στο Εθνικό. Υπάρχει μια πολιτική μονιμότητας για κάποιους ηθοποιούς;
«Πρόκειται για το γνωστό «η παρέα του Αμόρε λυμαίνεται το Εθνικό»… Ξεχνάμε πόσοι ηθοποιοί πέρασαν από το Εθνικό Θέατρο τα έξι χρόνια της θητείας του Γ. Χουβαρδά. Οι περισσότεροι του Αμόρε είναι πια εκτός Εθνικού. Επίσης ξεχνάμε κάτι πολύ σημαντικό: ένα Εθνικό Θέατρο οφείλει να έχει καλλιτεχνική ταυτότητα, κάτι που συνδέεται άμεσα με τις αρμοδιότητες του καλλιτεχνικού διευθυντή, κι όχι να προσφέρει απλά θέσεις εργασίας. Κατηγόρησε κανείς τον Στάιν γιατί επέλεξε αυτούς τους ηθοποιούς στη Σαουμπίνε ή άλλους διευθυντές σε σπουδαία κρατικά θέατρα; Δεν αναφέρομαι σε ηθοποιούς, αλλά σε σύνολα των οποίων η δημιουργία απαιτεί οικοδομήση σχέσεων, πρόκληση χημείας και εισροή νέου αίματος που δεν θα αλλοιώνει την ταυτότητά τους. Το Εθνικό κάνει παραστάσεις όχι σταρ ή πρωταγωνιστών, αλλά συνόλου. Στα τριάντα χρόνια που δουλεύω δεν μηχανεύτηκα τρόπο που θα πετύχαινα τον στόχο, γιατί δεν είχα στόχο… Ακόμα υπάρχουν θεατρόφιλοι που δεν με ξέρουν. Μ’ αρέσει αυτό. Προτιμώ να σκέφτομαι ότι κάθε φορά τούς δίνω μια καινούργια αίσθηση»…
– Και η σύμφυτη στον ηθοποιό ματαιοδοξία;
«Παρούσα, αλλά με όρια. Νιώθω ευχαρίστηση όταν ακούω καλά λόγια, αλλά μέχρις εκεί. Με ενοχλεί η αναγνωρισιμότητα, με δεσμεύει η υποχρέωση να συντηρώ μια εικόνα αμφίβολη ακόμα και για μένα».
– Γιατί δεν σκηνοθετείτε πια;
«Ποτέ δεν είχα μεγαλόπνοα σχέδια και στόχους για ρόλους, έργα. Ισως ήξερα απλώς να λέω «ναι» ή «όχι». Σκηνοθέτησα αρκετές παραστάσεις και μετά ελευθερώθηκα από το «επαγγελματίας σκηνοθέτης». Θα το επαναλάβω όταν κάτι με ερεθίσει, αν υπάρχει λόγος, συνθήκες συνεργασίας που να μου αρέσουν».
……………………………………………………………………………………………………………………………………..
«Να κάνουμε ενσυνείδητα τη δουλειά μας»
-Τι προσδοκάτε να συμβεί σε πολιτικό επίπεδο;
«Eκκληση στην κοινή λογική. Θα με ενδιέφερε ν’ ακούσω τη σιωπηλή, απροσδιόριστη αριθμητικά δύναμη εκείνων που δεν διαθέτουν το θέλγητρο της έκφρασης, γιατί δεν κάνουν φασαρία. Αν το κράτος τόσα χρόνια λειτουργούσε εποικοδομητικά, προς όφελος του πολίτη, δεν θα φτάναμε στην απόλυτη θεσμική κατάρρευση. Αλλά ό,τι και να σκεφτείς καταλήγεις πάλι στο αδύνατο σημείο μας, την Παιδεία. Πρέπει να μηδενιστεί το κοντέρ, να ξεκινήσουμε απ’ την αρχή, χωρίς το παλιό να καταρρεύσει βίαια. Να εκπονήσουμε ένα πρόγραμμα που θα γεννήσει το καινούργιο σε όλα τα επίπεδα. Αλλά πώς και με ποιον;…»
– Εσείς ο ίδιος πώς αντιδράτε;
«Πάντως δεν σπάω βιτρίνες, δεν μουντζώνω τη Βουλή. Προσπαθώ να πείσω τους γύρω μου να κάνουν ενσυνείδητα τη δουλειά τους. Δεν ξεχνάς τον άνεργο, τον εξαθλιωμένο, αλλά η άμεση αντανάκλαση του αισθήματος δεν είναι ν’ ανεβάσεις ένα έργο για την ανεργία. Η σκληρή πραγματικότητα μπολιάζει τον τρόπο σκέψης σου, αλλάζει τον τρόπο που λειτουργείς στη δουλειά, στο περιβάλλον σου».
Via : www.efsyn.gr