Βρετανοί στρέφονται σε τράπεζες τροφίμων για να καλύψουν βασικές τους ανάγκες
Η Βρετανία σήμερα διαθέτει 117 δισεκατομμυριούχους, περισσότερους από οποιαδήποτε άλλη χώρα, με εξαίρεση τις ΗΠΑ και την Κίνα, ενώ στο Λονδίνο δραστηριοποιούνται περισσότεροι δισεκατομμυριούχοι, 80 στο σύνολο, από οποιαδήποτε άλλη πόλη στον κόσμο. Σύμφωνα με τη λίστα που δημοσιεύουν κάθε χρόνο οι «Sunday Times», οι 1.000 πλουσιότερες οικογένειες της Γηραιάς Αλβιώνας αξίζουν αυτή τη στιγμή 547 δισ. στερλίνες (763 δισ. ευρώ). Σε σχέση με το 2009, οπότε ο συλλογικός τους πλούτος ήταν κάτω από 260 δισ. στερλίνες (362 δισ. ευρώ), η αύξηση υπολογίζεται στο 112%.
Την ίδια ώρα ωστόσο ανθρωπιστικές οργανώσεις προειδοποιούν ότι ολοένα και περισσότεροι Βρετανοί, παρότι εργάζονται, αδυνατούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες, με εκατοντάδες χιλιάδες από αυτούς να είναι αναγκασμένοι να καταφεύγουν σε τράπεζες τροφίμων για να μη μείνουν νηστικοί. «Οι τράπεζες τροφίμων και άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες κοινοτικής αλληλεγγύης εξελίσσονται σε τμήμα της καθημερινότητας στις βρετανικές λεωφόρους» δηλώνει μιλώντας στο «Βήμα» η Μαρία Δασκαλάκη, αναπληρώτρια καθηγήτρια Μάνατζμεντ στο Πανεπιστήμιο Κίνγκστον του Λονδίνου.
Μελετώντας κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών τη σχέση ανάμεσα στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και στις δυνατότητες ανάπτυξης νέων μορφών οργάνωσης, τόσο σε επιχειρηματικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο, η δρ Δασκαλάκη συμπεραίνει πως η επισιτιστική ένδεια και η κοινωνική ανισότητα αποτελούν απόρροια του νεοφιλελευθερισμού και των πολιτικών που τον συνοδεύουν.
– Ποια είναι η γνώμη σας για την κατακόρυφη αύξηση της χρήσης τραπεζών τροφίμων στη Βρετανία;
«Το οικονομικό έτος 2013-2014 εκτιμάται ότι στη Βρετανία διανεμήθηκαν 8.318 τόνοι τροφίμων. Περισσότεροι από 27.000 επαγγελματίες, εργαζόμενοι στον τομέα της Υγείας, κοινωνικοί λειτουργοί και σχολικοί σύμβουλοι, παρέπεμψαν ανθρώπους που αντιμετωπίζουν προβλήματα λόγω της κρίσης σε τοπικές τράπεζες τροφίμων. Παρότι η κλίμακα δεν είναι ανάλογη με εκείνη στην Ελλάδα ή στην Ισπανία, οι τράπεζες τροφίμων στη Βρετανία μαζί με άλλες παρόμοιες πρωτοβουλίες λαϊκής βάσης αποσκοπούν στον περιορισμό των αρνητικών επιπτώσεων των νεοφιλελεύθερων πολιτικών που εφαρμόζονται τώρα στη Βρετανία, όπως ακριβώς συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Ευρώπης».
– Ποια είναι η ευθύνη της κυβέρνησης;
«Ερωτώμενος αν η αύξηση των τραπεζών τροφίμων δείχνει ότι η χώρα είναι «περισσότερο ραγισμένη» σε σχέση με το παρελθόν, ο Ντέιβιντ Κάμερον απάντησε δηλώνοντας ότι από τότε που ανέλαβε τη διακυβέρνηση της χώρας στην αγορά εργασίας της Βρετανίας υπάρχουν 1,89 εκατ. περισσότεροι εργαζόμενοι. Ωστόσο είναι αδύνατον κάποιος να μην αναρωτηθεί: Περισσότερες θέσεις εργασίας αλλά με τι μισθούς και κάτω από ποιες συνθήκες απασχόλησης; Το 20% των εργαζομένων λαμβάνει λιγότερα από τον κατώτατο μισθό, 1,5 εκατ. άνθρωποι, παρότι εργάζονται, δεν μπορούν να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες διαβίωσης, ενώ στη βρετανική οικονομία υπάρχουν σήμερα και 1,8 εκατ. συμβόλαια «μηδενικών ωρών απασχόλησης» (σ.σ.: ο εργαζόμενος οφείλει να είναι διαθέσιμος αν και εφόσον χρειαστεί να απασχοληθεί στην εταιρεία, χωρίς εγγυημένο κατώτατο μισθό). Το σύστημα κοινωνικής ασφάλισης αλλά και οι υποσχέσεις για ευκαιρίες απασχόλησης και οικονομική ανάπτυξη έχουν απογοητεύσει πάρα πολλούς ανθρώπους. Στη Βρετανία οι πολιτικές λιτότητας – περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, ιδιωτικοποίηση δημόσιων υπηρεσιών κ.ά. – έχουν επηρεάσει δυσανάλογα τα πιο ευάλωτα μέλη της κοινωνίας, με αποτέλεσμα το μέλλον τους τόσο σε οικονομικό όσο και σε κοινωνικό επίπεδο να διαγράφεται μάλλον ζοφερό. Η ανεργία, η αύξηση των φόρων για την πλειονότητα των Βρετανών και το πάγωμα των μισθών, καθώς και οι περικοπές στις δαπάνες του κράτους πρόνοιας, είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του «πρεκαριάτου», μιας τάξης ευάλωτων ανθρώπων οι οποίοι είναι αναγκασμένοι να ζουν κάτω από το βάρος ενός μόνιμου χρέους».
– Θεωρείτε ότι οι τράπεζες τροφίμων θα μπορούσαν να εξελιχθούν σε μόνιμο χαρακτηριστικό των σύγχρονων κοινωνιών;
«Οπως επισημάνθηκε και από τον ΟΗΕ, το πρόβλημα της επισιτιστικής ένδειας αντικατοπτρίζει την ευρύτερη κοινωνική ανισότητα, όχι απλά διακυμάνσεις στο εσωτερικό μιας τοπικής οικονομίας. Και αυτή η ανισότητα πιστεύω ακλόνητα ότι δεν πρόκειται να αντιμετωπιστεί αν δεν αντιστραφούν ο νεοφιλελευθερισμός και οι πολιτικές λιτότητας που τον συνοδεύουν τόσο στη Βρετανία όσο και στην Ευρώπη».
* Οι μελέτες και οι δημοσιεύσεις της ερευνητικής ομάδας στην οποία συμμετέχει η κυρία Δασκαλάκη και μελετά τη σχέση ανάμεσα στη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση και στις δυνατότητες ανάπτυξης νέων μορφών οργάνωσης είναι διαθέσιμες στη διεύθυνσηhttp://www.m-sow.net.