του Γιάννη Παντελάκη
Την ώρα που ξεκίνησα να γράφω αυτό το κείμενο, είχα ανοιχτή την τηλεόραση. Έπεσα στον Ευαγγελάτο που μας γνώριζε με τους καλεσμένους του. Πριν τα δάχτυλα οδηγηθούν στο κόκκινο κουμπί του τηλεκοντρόλ, τον άκουσα να λέει πως «μαζί μας βρίσκεται ο τάδε δημοσιογράφος από την Αυγή». Δεν έχει σημασία τ’ όνομα. Ο συγκεκριμένος, είχε κληθεί για να ισορροπήσει το πάνελ προς τ’ Αριστερά. Εκεί υπήρχε κενό. Στο επάνω αριστερά παράθυρο ήταν ένας άλλος δημοσιογράφος, που ήξερα τι θα πει. Περίπου ό,τι θα έλεγε και ο Άδωνης Γεωργιάδης, με λιγότερο τσιριχτή φωνή. Στο κάτω παράθυρο δεξιά, ένας τρίτος δημοσιογράφος, που θα έλεγε περίπου ό,τι και ο Τόμσεν. Τον είχα ξαναδεί κι αυτόν. Στο τέταρτο παράθυρο ένας άλλος δημοσιογράφος, αυτός δεν ξέρω ποιον εκπροσωπούσε.
Είχα αρχίσει να γράφω ένα κείμενο με αφορμή την απόφαση του ΣΥΡΙΖΑ να μη στέλνει εκπροσώπους του στην εκπομπή του Πρετεντέρη. Όλο αυτό που έβλεπα στην οθόνη μου εκείνο το βράδυ, δεν είναι καθόλου άσχετο. Κόμματα και δημοσιογράφοι σ’ ένα κουβάρι περίεργο. Δημοσιογράφοι που μοιάζουν με κομματικούς εκπρόσωπους και κόμματα που μοιάζουν να θεωρούν πως οι δημοσιογράφοι είναι ή «δικοί μας» ή «με τους άλλους». Λέγεται και διαπλοκή αυτό. Και, δυστυχώς, υπάρχει η εντύπωση ότι αφορά όλους τους δημοσιογράφους, ενώ είναι μάλλον λίγοι αυτοί που παίζουν σ’ αυτό το παιχνίδι. Η κοινωνία όμως, στην πλειονότητά της, δεν κάνει τέτοιους διαχωρισμούς. Όλοι στο ίδιο τσουβάλι. Και η εντύπωση της κοινωνίας έχει σημασία.
Ναι, είναι αλήθεια πως κανένα κόμμα δεν μπορεί να κάνει επιλογές σε ποιες εκπομπές θα στέλνει εκπροσώπους του και σε ποιες όχι. Άλλωστε, οι βουλευτές -υποτίθεται- ότι πρέπει να έχουν το δικαίωμα της γνώμης. Το λέει κάπου και το Σύνταγμα, αλλά τι ψάχνω τώρα. Η λογική και η ηθική μαζί, λένε πως κανένα κόμμα δεν μπορεί να στοχοποιεί κανέναν κάνοντας διακρίσεις. Μοιάζει με «ποινικοποίηση» της άποψης. Είναι παράλογο. Τόσο απλά. Ιδιαίτερα μάλιστα, όταν αυτό το κόμμα επιχειρεί ν’ ακολουθήσει όλους τους κανόνες διαπλοκής (με την καλή ή κακή έννοια μεταξύ πολιτικής και μιντιακής εξουσίας. Δεν μπορεί ο αρχηγός σου να συναντάται με τους ισχυρούς μιντιάρχες και εσύ ν’ αποκλείεις τον τάδε δημοσιογράφο. Ή μένεις εκτός του συστήματος προσπαθώντας να το αλλάξεις ή παίζεις με τους κανόνες του. Απλό δεν είναι;
Από την άλλη, δεν βλέπω για ποιο λόγο οι δημοσιογράφοι θα πρέπει να συμπεριφέρονται σαν φορείς κομματικών απόψεων. Το παράθυρο του ΣΚΑΪ (και δεν το κάνει μόνο αυτός ο σταθμός), τα έλεγε όλα. Αντί να καλούν εκπροσώπους κομμάτων, καλούν δημοσιογράφους που -ουσιαστικά- υποκαθιστούν τους πολιτικούς. Αυτή, άραγε είναι η δουλειά μας; Προφανώς, κάποιοι από τους συναδέλφους μου, δίνουν καταφατική απάντηση. Ναι, αυτή είναι.
Λογικό οι δημοσιογράφοι να έχουν απόψεις. Πρέπει να έχουν απόψεις. Αλλά αυτές τις διατυπώνεις σ’ ένα άρθρο, σ’ ένα σχόλιο. Δεν τις βαφτίζεις ειδήσεις και τις πουλάς ως τέτοιες. Ο στοιχειώδης διαχωρισμός είδησης-σχολίου, αποτελεί παρελθόν. Μάλλον μακρινό παρελθόν. Από τότε που οι δημοσιογράφοι ανέλαβαν περισσότερες εξουσίες από εκείνες που τους έπρεπε υποκαθιστώντας τους πολιτικούς που, άλλωστε, είναι φορείς εκλεγμένης εξουσίας.
Βέβαια, το πάνω χέρι το πήραν οι άνθρωποι των ΜΜΕ (οι εκδότες για την ακρίβεια), με την… ευγενή παραχώρηση των πολιτικών. Οταν πριν από αρκετά χρόνια, οι τελευταίοι ενίσχυσαν τους ήδη ισχυρούς εκδότες με τηλεοπτικές συχνότητες. Με διακομματική (πλην Κ. Στεφανόπουλου) συναίνεση μάλιστα. Αλλά αυτό, είναι μια άλλη ιστορία. Η παρούσα ιστορία, έχει να κάνει με το μπέρδεμα ρόλων. Δημοσιογράφων και κομμάτων. Και αν πρέπει κάποιον να κατηγορήσουμε ανάμεσα στους δύο, αυτός δεν είναι τα κόμματα. Εξουσία αναζητούν με θεμιτό ή αθέμιτο τρόπο, ο οποίος άλλωστε κάποια στιγμή κρίνεται από την κοινωνία. Εμείς γιατί πρέπει να δεχόμαστε να μετέχουμε σ’ αυτή την ιστορία; Να μας θεωρούν τα κόμματα περίπου ως εκπροσώπους τους και να επιλέγουν ποιοι θα μετέχουμε στα προεκλογικά τηλεοπτικά ντιμπέιτ των αρχηγών! Τα ξεχάσαμε; Να μας κυνηγά το ένα κόμμα και να τρέχουμε να υιοθετηθούμε από το αντίπαλο. Ξέρετε λίγες τέτοιες περιπτώσεις, ακόμα και πρόσφατες; Δημοσιογράφοι που μεταπηδούν στην πολιτική και μετά επιστρέφουν στη δημοσιογραφία. Υπάρχει περίπτωση να έχουν ίχνη αντικειμενικότητας;
Δεν χρειάζονται περισσότερες λέξεις, για να περιγράψει κάποιος αυτό που συμβαίνει. Το βλέπουμε όλοι. Και συμβαίνει με βίαιο, μάλιστα, τρόπο, επειδή βίαιοι είναι οι καιροί. Και αποκαλυπτικοί, συνάμα. Όταν τελειώσει όλο αυτό το χάος που ζούμε, ίσως τα πράγματα να έχουν μπει κάπως στη θέση τους. Θα δυσκολεύεσαι να πεις αν ο «χ» δημοσιογράφος που μεταφέρει μια είδηση, είναι Ν.Δ., ΣΥΡΙΖΑ, ΠΑΣΟΚ ή κάτι άλλο… Και τα κόμματα, θα δυσκολεύονται να βασίζονται σε δημοσιογραφική στήριξη για να προωθήσουν τις θέσεις τους… Ξέρω, μοιάζει μακρινό, αλλά δεν είναι κακό μερικές φορές να ζούμε και με αυταπάτες…
Via : www.protagon.gr