του Στάθη Λουκά
Πριν να προχωρήσω, θα ήθελα να πληροφορήσω τον αναγνώστη:
Πρώτον, ότι, στην Ιταλία, για τη Bουλή ψηφίζουν από την ηλικία των 18 ετών και πάνω, ενώ για τη Γερουσία από την ηλικία των 25 και πάνω.
Δεύτερον, ότι οι δημοσκοπήσεις απέτυχαν σε ό,τι σχετίζεται με τα ποσοστά της κεντροαριστερής συμμαχίας, της συμμαχίας της ριζοσπαστικής αριστεράς, το μέγεθος του ποσοστού των «5 αστέρων», ενώ είχαν προβλέψει το μέγιστο που μπορούσε να ανέλθει το ποσοστό του συνασπισμού του Μπερλουσκόνι, καθώς και εκείνο του Μόντι.
Μέχρι τις 8/2, που επιτρεπόταν η δημοσίευση των δημοσκοπήσεων, η απόσταση μεταξύ της κεντροαριστεράς και του μπερλουσκονικού συνασπισμού κυμαινόταν μεταξύ 5% και 7% (φάσμα δημ. εφ. Stampa 8/2). Η κατάσταση αυτή επιβεβαιωνόταν έμμεσα από υπεύθυνους των Ινστιτούτων μέχρι και 2-3 ημέρες πριν τις εκλογές. Οι αμφιβολίες άρχισαν να διατυπώνονται μετά τη μεγάλη εκδήλωση των «5 αστέρων» στην πλατεία του Καθεδρικού Ναού του Μιλάνου και ειδικά μετά την λαοθάλασσα, τις 23/2, στην πλατεία «της αριστεράς» San Giovanni της Ρώμης.
H επικοινωνιακή πολιτική του Grillo υπερίσχυσε απέναντι σε όλους γιατί, πέρα από την χρήση του διαδίκτυου, την τηλεόραση στην οποία δεν πήγε ποτέ και εκμηδένιζε με την κριτική του – αυτή, όμως, συστηματικά ασχολούνταν με αυτόν -, χρησιμοποίησε και την piazza (= πλατεία) παλιό εργαλείο της αριστεράς.
Πέρα από τις σχέσεις του με τοπικά κινήματα (για την προστασία του περιβάλλοντος, ενάντια στην πολιτική διαφθορά κλπ) από νέους ριζοσπαστικής και ελευθεριακής προέλευσης που δημιούργησε την τελευταία οκταετία, ο Grillo κατόρθωσε να εκφράσει και τις «αριστερές» και δεξιές «πτέρυγες» τις διαμαρτυρίας.
Τα παραπάνω από μόνα τους, όμως, δε θα αρκούσαν για να κατορθώσει το «Κίνημα 5αστέρες» να κατακτήσει την πλειοψηφία των νέων (37%), την πλειοψηφία των εργατών (40%) και τη μικρή διάχυτη επιχείρηση του Βορρά και να γίνει ποσοστιαία ισοδύναμο πανιταλικά σχεδόν με το Δημ. Κομ. Το ότι η πλειοψηφία της νεολαίας ψήφισε το «Κίνημα5αστέρων» φαίνεται, πέρα από οποιαδήποτε ανάλυση των στοιχείων, από το απλό γεγονός ότι στη βουλή ανεβάζει το ποσοστό του κατά 2% και γίνεται σχεδόν πρώτο «κόμμα».
Το μεγάλο σκάνδαλο του Monte dei Paschi di Siena – τρίτο τραπεζιτικό γκρουπ και αρχαιότερη τράπεζα του κόσμου (1472) – αφαίρεσε από τον Συνασπισμό της Κεντροαριστεράς ποσοστό 2 %, μια και ενίσχυσε την αντίληψη, και ιδίως μεταξύ των νέων, ότι η δεξιά και η κεντροαριστερά δεν διαφέρουν στο επίπεδο της διαφθοράς. Είναι επόμενα υπεύθυνοι, η δεξιά και η κεντροαριστερά, στον ίδιο βαθμό για την σήψη και την ανυποληψία του πολιτικού συστήματος. Το θέμα αυτό «έπαιζε» συστηματικά, σε κάθε συζήτηση στην τηλεόραση, στο διαδίκτυο, κλπ., επί δύο μήνες πριν από τις εκλογές και ακόμα και σήμερα.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι η τράπεζα αυτή, μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ελέγχεται, μέσω του δήμου και της επαρχίας της Σιένας, από την αριστερά- κεντροαριστερά. Το δέ οικονομικό σκάνδαλο είναι τεράστιο και με προεκτάσεις.
Ο Grillo κατόρθωσε – μια που βοηθάει και η κρίση – να περάσει, στη μικρή και διάχυτη επιχείρηση (κεντρική και βόρεια Ιταλία), το μήνυμα ότι οι μικροεπιχειρηματίες γίνονται προσθετικά το «νέο προλεταριάτο», κι αυτό υποβοηθήθηκε από την οικονομική πραγματικότητα.
Πρώτον, η μικρή και διάχυτη βιομηχανία του κέντρου και του βορρά, τεχνολογικά ανταγωνιστική με τη γερμανική, από τις τράπεζες δανείζεται ρευστότητα με διαφορά 5-7%, και κατά συνέπεια χάνει την εξαγωγική ανταγωνιστικότητά της.
Δεύτερον, η αντιπαλότητα σ’αυτή τη φάση δεν είναι μεταξύ της μικρής και της διάχυτης – στο χώρο – επιχείρησης και όσων εργάζονται σ’αυτήν, αλλά μεταξύ του κόσμου της εργασίας και του τραπεζιτικού και χρηματιστηριακού κεφαλαίου (όρα Μόντι).
Το ηθικό ζήτημα (la Questione Morale) – που αποκτάει άλλη μορφή, αγγίζει σοβαρά το Δ.Κ. και υποτιμήθηκε από τους επιγόνους του Ε. Μπερλινγκουέρ – μαζί με τα προβλήματα που αντιμετωπίζει η μικρομεσαία διάχυτη βιομηχανία και την επακόλουθη ανεργία, που δεν αντιμετωπίσθηκαν από την κυβέρνηση Μόντι, είχε το εξής αποτέλεσμα:
άνοιξε διάπλατα στους «5αστέρες) το δρόμο σε γεωγραφικές περιοχές και κοινωνικά στρώματα που ήταν «λιβάδια» πλατιάς αριστεράς από τη μια μεριά (Κεντρική Ιταλία και μεγάλες πόλεις: Τορίνο, Γένοβα, κλπ.) και της Λήγας του Βορρά από την άλλη (περιφέρειες Βένετο, Λομβαρδίας, Πιεμόντε).
Η άκριτη υποστήριξη όλων των πεπραγμένων – που στηρίχτηκαν για να μην πέσει – της κυβέρνησης Μόντι, και πολύ περισσότερο η αποδοχή, για το μετά, της ατζέντας Μόντι από σημαντικό μέρος του Δ.Κ και η συνεχής επίθεση – συμβουλή του Μόντι για το κόψιμο των «αριστερών πτερύγων», δηλ.CGIL και S.E.L (Νίκι Βέντολα), είχε τις εξής αρνητικές συνέπειες:
Πρώτον: αποστράγγισε τους διαύλους επικοινωνίας του Νίκι Βέντολα από τις σχέσεις του με τα κοινωνικά κινήματα της Νότιου Ιταλίας σε τέτοιο βαθμό, που στην περιφέρεια της Απουλίας (Μπάρι) επικράτησε η Δεξιά και είχαμε τεράστια άνοδο του «Κίνηματος 5 αστέρων».
Δεύτερον: αποστράγγισε τους διαύλους επικοινωνίας του Συνασπισμού της Κεντροαριστεράς με το «κοινωνικό μπλοκ» (που οδηγήθηκε σχεδόν σε απορρύθμιση) που τα τελευταία τρία χρόνια συνέβαλλε στη νίκη στα τρία δημοψηφίσματα (2011) και οδήγησε στις νίκες στο δήμο του Μιλάνου, της Νάπολης του Κάλιαρι.
Τελειώνοντας, το εκλογικό σώμα απέρριψε τις πολιτικές που αύξησαν τα βάσανα της Ιταλίας και ενίσχυσαν εκείνους που απευθύνθηκαν στην οργή της Χώρας και επιβράβευσαν τον λαϊκισμό. Από την άλλη πλευρά η πολιτική πρόταση ειδικά του Δ.Κ αποδείχτηκε ελλιπής και εύθραυστη. Δεν είναι τυχαίο ότι τα 8 σημεία της πρότασης του Μπερσάνι, που απευθύνεται στο «Κίνημα5αστέρια», για μια κυβέρνηση σκοπού και περιορισμένου χρόνου εμπεριέχουν στοιχεία αλλαγής πορείας.