του Γιώργου Λιακόπουλου
Από όλα τα παράδοξα χαρακτηριστικά αυτής της κυβέρνησης το πιο παράδοξο είναι η μανία της να ισοπεδώνει, ιδέες, αξίες, δράσεις και μεγέθη που ορίζουν την κίνηση των κίνηση των πραγμάτων πάντοτε στην Ιστορία. Αυτή την ισοπέδωση έχει αναλάβει η ΝΔ η οποία έχει επιβάλει την απόλυτη και προκλητική ιδεολογική ηγεμονία της στην κυβερνητική ρητορική και πρακτική – πέραν της ακολουθουμένης πολιτικής.
Δεν εκπλήσσεται κανείς. Η έκπληξη έρχεται από τη σιωπή των υπόλοιπων. Λες και δεν μπορεί να παρασχεθεί κοινοβουλευτική στήριξη στην κυβέρνηση Σαμαρά χωρίς να εκχωρείται στο περιβάλλον του το δικαίωμα να αναβιώνει τις πιο φαιές νοοτροπίες του παρελθόντος της εγχώριας Δεξιάς. Τον Σαμαρά στηρίζουν το ΠΑΣΟΚ και η ΔΗΜΑΡ, ή τον Αβέρωφ;
Ένα παράδειγμα αυτής της επικράτησης είναι η αντιμετώπιση των απεργιών. Δεν είναι μόνο οι δυο επιστρατεύσεις και οι ιαχές κάθε φορά που ένας δικαστής κηρύσσει «παράνομη και καταχρηστική» μια απεργιακή κινητοποίηση (παλιά μας τέχνης κόσκινο). Δεν είναι μόνο οι απίθανες μηχανορραφίες που χρησιμοποιούν για να μην προκηρυχτεί, ή να αποτύχει μια απεργία. Λες και υπάρχουν κοινωνίες σε ακινησία και λαοί στους οποίους μπορεί να επιβληθεί ησυχία νεκροταφείου.
Είναι πάνω από όλα το ύφος και η φρασεολογία που χρησιμοποιούν για να καταλήξουν στην ίδια επωδό: οι απεργίες είναι διαβολικό δημιούργημα της Αριστεράς, στρέφονται εναντίον της κοινωνίας και βλάπτουν τη χώρα. Οι απεργοί, οι εργαζόμενοι, οι νέοι, οι άνεργοι, οι αγρότες κλπ, είναι εχθροί του έθνους. Ενώ τα παλικάρια που κυβερνούν είναι οι προμαχώνες του. Αυτοί που έφεραν με τη διαχρονική συμπεριφορά των κομμάτων τους τη χώρα στον γκρεμό είναι οι καλοί. Και αυτοί που προσπαθούν απλώς να σώσουν ό,τι μπορούν από το εισόδημα τους – ή διαμαρτύρονται γιατί το έχασαν ήδη όλο – οι κακοί.
Αυτή η ρητορική που συνδέει μια απεργία με το… έθνος, αναδύει εμφυλιοπολεμική αντίληψη για τις κινητοποιήσεις. Ότι μπορεί κάποιοι αδικαιολόγητα, ή ακόμη και σε εμφανώς αποτυχημένες απεργίες να δημιουργούν προβλήματα που δεν δικαιολογούνται από το είδος και το μέγεθος της κινητοποίησης, βαρύνει αυτούς. Αλλά δεν μπορεί να ακυρώνει την έννοια της απεργίας.
Το παραμύθι ότι υπονομεύεται η εθνική υπόσταση προέρχεται από άλλες εποχές και έχει δράκους. Άλλωστε ο βαθμός ωριμότητας μιας κοινωνίας δεν κρίνεται από την εναντίωση της στις απεργίες. Κρίνεται και από την συνειδητοποίηση όσων κρίνονται στις απεργίες.
Αυτά όμως οδηγούν σε ένα ερώτημα: η ρητορική και τα επιχειρήματα των εκπρόσωπων της κυβέρνησης είναι και επιχειρήματα και των άλλων κομμάτων που τη στηρίζουν; Η οπτική γωνιά του Κεδίκογλου είναι και η οπτική γωνιά του ΠΑΣΟΚ και της ΔΗΜΑΡ; Ως κόμματα εννοούμε. Γιατί εδώ που τα λέμε ο Βενιζέλος τον ξεπερνάει συχνά, ενώ αντίθετα πρέπει να αναγνωρίσουμε ότι η ΔΗΜΑΡ φροντίζει να μην πολυεκτίθεται.
Σε κάθε περίπτωση γιατί δέχονται μια κυβερνητική φρασεολογία που δεν αρκείται να διατυπώνει τις κυβερνητικές θέσεις για τις τρέχουσες απεργίες –για μερικές από τις όποιες θα μπορούσε να διαφωνήσει πράγματι κάποιος- αλλά προσφεύγει σε ηθικές και ιδεολογικές αξιολογήσεις; Πώς είναι δυνατόν πχ το ΠΑΣΟΚ να οδηγείται σε συνέδριο και ταυτόχρονα να εκφράζεται από τους συμβολισμούς και την αποκρουστική ιδεολογική ατζέντα της Δεξιάς που προσπαθεί να διασύρει την αγωνιστική παράδοση της Δημοκρατικής παράταξης;
Αυτό το τροπάρι δεν σταματάει όμως στις απεργίες. Εκτείνεται και σε άλλα πεδία. Μόλις προχθές πρώην υπουργός, ίσως και μέλλων, κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος της ΝΔ σήμερα, πρόσωπο με συγκεκριμένο παρελθόν είπε ότι «Οι ψευτοαξίες της γενιάς του Πολυτεχνείου ενταφιάστηκαν». Έτσι ακριβώς το είπε, παράγων με τον οποίο κάθονται μαζί στα φιλοκυβερνητικά όργανα. Και δεν σηκώθηκε ένας από το ΠΑΣΟΚ -ένας ρε γαμώτο- να του εξηγήσει ποιες ακριβώς αξίες έχουν ενταφιαστεί και ποιοι εμφορούνται από αυτές. Έτσι, για την τιμή των όπλων. Δεν απάντησε κανείς σε αυτή την πρόκληση που ανάμεσα στα άλλα, στρώνει ακόμη περισσότερο τον δρόμο στην ακροδεξιά. Τι χειρότερο θα έλεγε ο Μιχαλολιάκος;
Τι ήταν και τι δεν ήταν το Πολυτεχνείο είναι μια συζήτηση που γίνεται και θα γίνει και άλλες φορές στο μέλλον. Αλλά κανείς δεν τους εξήγησε ότι από αυτή τη συζήτηση αποκλείονται πρόσωπα σαν τον εν λογω πρώην υπουργό. Ουδείς του υπέδειξε να συζητήσει για τις αξίες της «εθνοσωτηρίου» που γνωρίζει καλά. Ουδείς αναρωτήθηκε πού ξέρει αυτός και κάποιοι σαν αυτόν, ποιοι ήταν και τι ήταν η γενιά του Πολυτεχνείου; Ούτε ένας από το ΠΑΣΟΚ, ή από τη ΔΗΜΑΡ δεν σηκώθηκε να τον βάλει στη θέση του. Έτσι, για να πάρουν τα όνειρα εκδίκηση. Είναι και αυτό άραγε υποχρέωση που απορρέει από τη συγκυβέρνηση και το Μνημόνιο; Τότε «Καληνύχτα και καλή τύχη».
Via : www.protagon.gr