Πώς και γιατί το “παράλληλο” τραπεζικό σύστημα κυριαρχεί στη Γερμανία και αλλού
Αμαθείς αλλά και οκνηροί πνευματικά, μόλις άκουσαν τον Γ. Δραγασάκη να μιλάει για ένα τραπεζικό σύστημα πέραν των λεγόμενων συστημικών τραπεζών, που έχουν ήδη ενταχθεί στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση, διέρρηξαν τα ιμάτιά τους: «Τι πράγματα είναι αυτά; Πού τα είδε και πού τα άκουσε αυτά τα παράδοξα ο Δραγασάκης;» Και ετοιμάστηκαν να ανοίξουν ένα ακόμη μέτωπο κατά της κυβέρνησης, που σκέφτεται -να δούμε πότε θα αρχίσει να το υλοποιεί- να ιδρύσει αναπτυξιακή τράπεζα και να ενισχύσει τις υπάρχουσες και όσες πρόκειται να ιδρυθούν συνεταιριστικές και τοπικές τράπεζες.
Φαίνεται, όμως, ότι κάποιοι τους συγκράτησαν έγκαιρα, ώστε να μην εκτεθούν. Και έτσι ανέκρουσαν πρύμναν. Γιατί το είδος αυτό των τραπεζών ευδοκιμεί πρώτα από όλα στη Γερμανία, ου μην αλλά και στη γειτονική της Αυστρία, καθώς και στην Ιταλία. Το κείμενο που ακολουθεί είναι αποκαλυπτικό για την κατάσταση που επικρατεί σε αυτό τον τομέα. Γιατί όχι και στην Ελλάδα;
Τον Ιούνιο 2012, ο τότε πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μανουέλ Μπαρόζο πρότεινε την ενιαία ευρωπαϊκή εποπτεία των τραπεζών, η οποία ολοκληρώθηκε φέτος. Πυλώνες αυτής της Ευρωπαϊκής Τραπεζικής Ένωσης θα ήταν η ενιαία εποπτική αρχή (υπαγόμενη στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα) και ενιαίο ταμείο διάσωσης (με το αστείο για τα μεγέθη των ευρωπαϊκών τραπεζών ποσό των 55 δισεκατομμυρίων ευρώ), η πρώτη και εντονότερη αντίδραση ήρθε από τη Γερμανία. Στην Ελλάδα – όπου γενικά η ευρωπαϊκή τραπεζική ένωση αντιμετωπίστηκε ανεξηγήτως θετικά από όλο το πολιτικό φάσμα – αυτή η αντίδραση ερμηνεύτηκε ως επιθυμία των Γερμανών να μείνουν εκτός ελέγχου οι κρατικές τους τράπεζες, που πάλι κατά γενική, πλην εσφαλμένη, εκτίμηση ήτανε φορτωμένες με αμερικάνικα τοξικά ομόλογα. Σε αμερικανικά τοξικά ομόλογα είχαν εκτεθεί, εκτός από ιδιωτικές και ορισμένες κρατιδιακές τράπεζες (Landesbanken), προπάντων η κρατιδιακή τράπεζα της Βαυαρίας, έπειτα από παρότρυνση του εποπτεύοντος υπουργού οικονομικών του κρατιδίου.
Ταμιευτήρια και συνεταιριστικές τράπεζες
Απαρατήρητη πέρασε η αντίδραση της Ένωσης Ταμιευτηρίων και της Ένωσης Συνεταιριστικών Τραπεζών της Γερμανίας: οι δύο ενώσεις επισήμαναν με ολοσέλιδες αγγελίες στις εφημερίδες ότι διαθέτουν εγγυοδοτικά ταμεία που εξασφαλίζουν τις καταθέσεις των πελατών τους σε απεριόριστο ύψος και ότι δεν ήθελαν να χρησιμοποιηθούν αυτοί οι πόροι για τη σωτηρία κερδοσκοπικών τραπεζών. Πίσω από αυτή την αντίδραση βρισκόταν, όμως, και η ανησυχία μήπως, όπως συχνά στο παρελθόν ασκηθούν πιέσεις στη Γερμανία για ιδιωτικοποίηση όλου του τραπεζικού της συστήματος, αλλά και μήπως η ενιαία ευρωπαϊκή εποπτεία θελήσει να επηρεάσει τη μη κερδοσκοπική πολιτική των δημόσιων γερμανικών τραπεζών.
Έτσι, λοιπόν, μόνο 128 από τις συνολικά 6.000 ευρωπαϊκές τράπεζες υπάγονται στην ενιαία εποπτεία. Συγκεκριμένα, όσες τράπεζες έχουν ενεργητικό πάνω από 30 δισεκατομμύρια ευρώ ή το ενεργητικό τους είναι πάνω από το 20% του ΑΕΠ του κράτους στο οποίο εδρεύουν. 21 από τις 128 αυτές τράπεζες «συστημικές» τράπεζες είναι γερμανικές και από αυτές μόνο 6 είναι ιδιωτικές· οι υπόλοιπες 15 είναι μεγάλες δημόσιες τράπεζες, ανάμεσά τους οι Landesbanken που ανήκουν στα κρατίδια, η αναπτυξιακή KfW που υπάγεται στην ομοσπονδιακή κυβέρνηση, δύο άλλες κρατιδιακές αναπτυξιακές τράπεζες, οι επενδυτικές τράπεζες και τράπεζες διαχείρισης αξιογράφων που ανήκουν στα δημοτικά ταμιευτήρια, τις συνεταιριστικές τράπεζες και τις δημόσιες και συνεταιριστικές στεγαστικές τράπεζες.
Από τις δημόσιες και συνεταιριστικές τράπεζες δεν υπάγονται στην εποπτεία της ΕΚΤ τα 417 δημοτικά ταμιευτήρια, οι 1.047 συνεταιριστικές τράπεζες, οι 12 στεγαστικές συνεταιριστικές τράπεζες, τα 15 αυτόνομα συνεταιριστικά ταμιευτήρια.
Αν ρίξει κανείς μια ματιά στον κατάλογο των 20 μεγαλύτερων γερμανικών τραπεζών (που υπάγονται στον έλεγχο της ΕΚΤ), διαπιστώνει ότι η μεγαλύτερη είναι η ιδιωτική Deutsche Bank, αλλά συνολικά υπάρχουν μόνο 6 ιδιωτικές· οι υπόλοιπες είναι δημόσιες τράπεζες. Από τις 14 μεγάλες δημόσιες τράπεζες οι 9 είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου και μόνο 5 είναι Ανώνυμες Εταιρείες. Και αυτές οι 5 ανήκουν όμως με τη σειρά τους στις άλλες, μικρότερες, δημόσιες ή συνεταιριστικές τράπεζες, που ο αριθμός τους ξεπερνάει τις 1.500.
Νομικά πρόσωπα ΔΔ και όχι εταιρείες
Τα δημοτικά ταμιευτήρια (Sparkassen) είναι Νομικά Πρόσωπα Δημοσίου Δικαίου, με εξαίρεση το ταμιευτήριο του Αμβούργου, που είναι Α.Ε., αλλά εκτός χρηματιστηρίου. Δεν είναι κερδοσκοπικά ιδρύματα και χρησιμοποιούν τα πλεονάσματά τους για τη διεύρυνση της κεφαλαιακής τους βάσης και για μη τραπεζικές κοινωφελείς δραστηριότητες (πολιτισμός, παιδεία, δωρεές κ.λπ.). Σκοπός τους εκ του καταστατικού τους είναι η ενίσχυση της οικονομικής ανάπτυξης και απευθύνονται κυρίως σε μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις. Εποπτεύονται από τις δημοτικές αρχές, είτε κατά δήμο είτε (εάν οι δήμοι είναι μικροί) από συνδέσμους δήμων.
Είναι σήμερα 417, μαζί με επιχειρήσεις που τους ανήκουν πάνω από 600. Εκπρόσωποί τους συμμετέχουν στη διοίκηση των 7 κρατιδιακών τραπεζών (Landesbanken, συνολικό ενεργητικό 2014: 1,060 τρισεκατομμύρια ευρώ) με τις οποίες είναι συνδεδεμένες. Έχουν δική τους αναπτυξιακή τράπεζα και τράπεζα διαχείρισης αξιογράφων. Το συνολικό ενεργητικό τους ήταν το 2014 1,128 τρισεκατομμύρια ευρώ και απασχολούν συνολικά 240.000 εργαζόμενους.
Τα ταμιευτήρια έχουν 14.000 υποκαταστήματα και χορήγησαν το 2014 το 42,6% των επιχειρηματικών δανείων. Μαζί με τις συνεταιριστικές τράπεζες (18,6%), το ποσοστό των επιχειρηματικών δανείων από τράπεζες που δεν εποπτεύονται από την ΕΚΤ ανέρχεται σε 61,2%. Στη βιοτεχνία αυτό το ποσοστό φτάνει το 91,4% (ταμιευτήρια 73,7%, συνεταιριστικές τράπεζες 17,7%). Συνεταιριστικές τράπεζες και ταμιευτήρια μαζί κρατούν το 64,2% των ιδιωτικών καταθέσεων (37,7% και 26,5% αντίστοιχα).
Με άλλα λόγια, όσον αφορά τη Γερμανία δεν μπορούμε να μιλάμε για «ένα παράλληλο τραπεζικό σύστημα», αλλά για το κυρίαρχο τραπεζικό σύστημα που είναι είτε δημόσιο είτε συνεταιριστικό και στο μεγαλύτερό του μέρος δεν ανήκει στην Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ένωση και επομένως δεν εποπτεύεται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, αλλά από την εθνική αρχή εποπτείας τραπεζών.
Αυτή η ιδιαιτερότητα του γερμανικού καπιταλισμού εξασφαλίζει σχετικά απρόσκοπτη συσσώρευση κεφαλαίου και είναι ο σημαντικότερος παράγοντας της οικονομικής σταθερότητας. Διότι αυτό το δημόσιο και συνεταιριστικό τραπεζικό σύστημα μειώνει τις επιπτώσεις της τραπεζικής κερδοσκοπίας, αμβλύνει τις επιδράσεις των συγκυριακών διακυμάνσεων και φροντίζει να διατηρείται ένας μεγάλος αριθμός μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων που παράγουν καινοτομία και ανταγωνισμό.
Via : www.epohi.gr