του Λάμπρου Τσουκνίδα
ε μια χώρα που -ποιος θυμάται πια το ποδόσφαιρο και το Euro 2004…- διατηρεί σταθερά τα σκήπτρα της πρωταθλήτριας Ευρώπης στην ανεργία, για να μην μιλήσουμε για τα ποσοστά επισφαλούς εργασίας και τους μισθούς των 150 και 200 ευρώ τον μήνα (αυτούς που πολλοί, γνωστοί και μη εξαιρετέοι έγκριτοι δημοσιογράφοι υποστήριζαν ότι δεν θα υπάρξουν ποτέ), ακούμε μέρα παρά μέρα να μας λένε ότι ο μόνος τρόπος για να κάνει φθηνές διακοπές ο Έλληνας εργαζόμενος είναι να… γίνει επιτέλους Ευρωπαίος, να τις προγραμματίσει από τώρα για του χρόνου ώστε, λέει, να εκμεταλλευθεί τα φθηνά πακέτα που κλείνουν οι διεθνείς τουριστικοί οίκοι… Εδώ δεν ξέρουμε αν θα έχουμε δουλειά, σε ποια πόλη θα ζούμε, τι φόρο θα πληρώσουμε, οι γνωστοί «παιδονόμοι» προσπαθούν να μας πείσουν ότι είμαστε ανώριμοι γιατί δεν προγραμματίζουμε τις διακοπές μας…
Μιλάμε για τους ίδιους «παιδονόμους» που πίσω από ταμπέλες ποταμών και δικτύων, ζητούν από τις πολιτικές δυνάμεις -από την Αριστερά, δηλαδή- να δεσμευθούν από τώρα ότι θα ακολουθήσουν τη μία και μοναδική (νεοφιλελεύθερη, φυσικά) οικονομική πολιτική την επόμενη 20ετία ώστε να μπορέσει να γίνει συζήτηση για τον περιορισμό του χρέους. Ταυτίζουν, με άλλα λόγια, τον ευρωπαϊσμό με έναν προγραμματισμό πολιτικής που θα ίσταται έξω και πάνω από τις πολυάριθμες εκλογικές αναμετρήσεις και δημοκρατικές διαδικασίες την επόμενη 20ετία στην Ελλάδα, αλλά και στην ίδια την Ευρώπη…
Πρόκειται για μια ψυχολογική επιχείρηση συλλογικής ενοχοποίησης της κοινωνίας (ανάλογη του «μαζί τα φάγαμε») που στο όνομα της κοινής λογικής και ενός τύποις άχρωμου και άοσμου εκσυγχρονισμού – μεταρρυθμισμού, θέλει να υποβάλει την ιδέα ατομικών και συλλογικών προγραμματισμών που στηρίζονται στην πλήρη αποδοχή των μονοδρόμων που επιβάλλουν οι πολιτικές διόγκωσης του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους.
Έλα όμως που η «κοινή λογική» (και ο προγραμματισμός) πάνε περίπατο -κυριολεκτικά: εξαφανίζονται από τη δημοσιότητα- όταν προσκρούουν σε συγκεκριμένα συμφέροντα και μάλιστα πολυεθνικά. Ένα παράδειγμα; Στο πλάισιο της καμπάνιας αντίδρασης στις εξορύξεις πετρελαίου στο Ιόνιο, η Greenpeace επισημαίνει πως «τα μόνα επίσημα στοιχεία του ΥΠΕΚΑ έως τώρα κάνουν λόγο για 300 εκατ. βαρέλια σε τρεις περιοχές της Δ. Ελλάδας, τα οποία -αν όντως είναι εφικτή η εκμετάλλευσή τους- θα αποδίδουν στο Ελληνικό Δημόσιο έως 300 εκατ. ευρώ τον χρόνο για 25 – 30 χρόνια. Τόσα χρήματα αποφέρει στην περιοχή μόνο η τοπική αλιεία. Όσο για τον τουρισμό στην Ελλάδα, αποφέρει ξένο συνάλλαγμα στην ελληνική οικονομία 10 δισ. ευρώ κάθε χρόνο, ενώ απασχολεί 700.000 – 850.000 εργαζομένους», παρατηρεί η διεθνής οργάνωση θέτοντας επί της ουσίας το ζήτημα του δημοκρατικού προγραμματισμού της ανάπτυξης, τοπικά και σε εθνικό επίπεδο.
Την ίδια ώρα που μιλάμε για τον τουρισμό ως «εθνική βιομηχανία», την ίδια ώρα που τονίζεται η ανάγκη ενίσχυσης της πρωτογενούς παραγωγής, αντί να προχωρήσουμε σε ένα εθνικό σχέδιο ισόρροπης αειφόρου ανάπτυξης, οι κυβερνώντες -στο όνομα πάντα της εξυπηρέτησης του, βολικού, χρέους- προχωρούν σε έναν αμφίβολης οικονομικής αποτελεσματικότητας σχεδιασμό που δένει ακόμα περισσότερο τη χώρα στην περιβαλλοντοκτόνο διεθνώς «οικονομία του πετρελαίου» οδηγώντας ταυτόχρονα σε καταστροφή τις πραγματικές πλουτοπαραγωγικές πηγές του Ιονίου. Αυτές που μπορούν να διασφαλίσουν και έναν ανθρώπινο τρόπο ζωής.
Via : www.avgi.gr