Ο Μίμης Δεσποτίδης «ο πνευματικός ηγέτης του Θεμέλιου», όπως τον αποκαλούν ο Ηλίας Ηλιού, η Νανά Καλιανέση, ο Γιάννης Νεγρεπόντης, ο Τάκης Λαμπρόπουλος της Κολούμπια, η σύλληψή του, ο Ιππόδρομος, η Γυάρος, η λεηλασία του βιβλιοπωλείου από τη χούντα επανέρχονται μέσα από τη χειμαρρώδη αφήγησή του…
«Ένα χρέος έχουμε, τη δημοκρατία και τα μάτια μας» λέει ο Θόδωρος Μαλικιώσης, ιδρυτής από κοινού με τον Μίμη Δεσποτίδη του εμβληματικού εκδοτικού οίκου Θεμέλιο, που καινοτόμησε και εν πολλοίς διαμόρφωσε το μεταπολιτευτικό εκδοτικό τοπίο με τις προδικτατορικές καινοτόμες και παρεμβατικές εκδόσεις και εκδηλώσεις του.
Από τα ιδεολογικά προπύργια της Αριστεράς, το Θεμέλιο και το βιβλιοπωλείο του Λέσχη του Βιβλίου είναι ο μόνος εκδοτικός που έκλεισε η χούντα. «Κατάσχεσαν τα πάντα. Το Θεμέλιο ήταν ένας επικίνδυνος ιδεολογικός εχθρός για τη δικτατορία» λέει.
Βετεράνος εκδότης, στέλεχος της ΕΔΑ και της ανανεωτικής Αριστεράς, με μακρά διαδρομή και συνδικαλιστική δράση στον χώρο των εκδοτών, ακμαίος παρά τα 85 του χρόνια, ο Θόδωρος Μαλικιώσης, καθισμένος στο γραφείο του στο Θεμέλιο, θυμάται εκείνα τα χρόνια, τα πρόσωπα και τα γεγονότα.
Ο Μίμης Δεσποτίδης «ο πνευματικός ηγέτης του Θεμέλιου», όπως τον αποκαλούν ο Ηλίας Ηλιού, η Νανά Καλιανέση, ο Γιάννης Νεγρεπόντης, ο Τάκης Λαμπρόπουλος της Κολούμπια, η σύλληψή του, ο Ιππόδρομος, η Γυάρος, η λεηλασία του βιβλιοπωλείου από τη χούντα επανέρχονται μέσα από τη χειμαρρώδη αφήγησή του, φωτίζοντας πτυχές και γεγονότα μιας εποχής κατά την οποία οι πολιτικοί, κοινωνικοί αγώνες και το πνευματικό στίγμα της Αριστεράς έμεινε ανεξίτηλο.
* Πώς ήταν διαμορφωμένο το εκδοτικό τοπίο όταν ξεκίνησε το Θεμέλιο;
Να γυρίσουμε 13 χρόνια πριν ανοίξει το Θεμέλιο. Το τέλος του εμφυλίου πολέμου βρίσκει τον χώρο του βιβλίου συρρικνωμένο, χωρίς την παρουσία αριστερών εκδοτών. Κάποιοι απ’ αυτούς είχαν κλείσει με βάση τους εμφυλιακούς νόμους καταστολής, κάποιοι άλλοι είχαν σιωπήσει.
Παρέμειναν κυρίως οι ιστορικοί εκδότες του Μεσοπολέμου και κάποιοι κατοχικοί. Η Εστία, ο Ζαχαρόπουλος, ο Φέξης, ο Ελευθερουδάκης, ο Καραβίας, ο Γκοβόστης, ο Βασιλείου, ο Πάπυρος, ο Ίκαρος, οι Φίλοι του Βιβλίου. Αριστερά βιβλία δεν έβγαιναν. Μετά τον Εμφύλιο, επανέρχονται κάποιες θεσμικές λειτουργίες που είχαν καταργηθεί με βάση τη νομοθεσία του εμφυλίου πολέμου και αφορούσαν την ελευθερία του προφορικού και γραπτού λόγου, του βιβλίου. Η πολύ ασφυκτική λογοκρισία, η οποία διατηρήθηκε στα χρόνια του Εμφυλίου, με κάποιες ελαφρές χαλαρώσεις, σταδιακά διευρύνονταν. Αυτό έδωσε τη δυνατότητα να αρχίσουν να εμφανίζονται κάποιες πρώτες μικρές εκδοτικές παρουσίες και, με δεδομένη την υποχρέωση της κυβέρνησης να προκηρύξει βουλευτικές και αυτοδιοικητικές εκλογές που είχαν χρόνια να γίνουν, οδήγησε το 1950 σε εκλογές, με τη Δημοκρατική Παράταξη να φέρνει το εκπληκτικό αποτέλεσμα του 10%, έχοντας υποψήφιους μόνο στις μεγάλες πόλεις.
Ακολούθησαν τον επόμενο χρόνο δημοτικές εκλογές, όπου η Αριστερά σάρωσε στους περισσότερους δήμους της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης. Επανήλθε η ενεργοποίηση ευρύτερων ομάδων πολιτών στις μεγάλες πόλεις. Αυτές είναι οι δύο πρώτες εκλογές από το 1950 μέχρι το 1951 που συγκροτείται η ΕΔΑ. Εγώ, τότε, συμμετείχα οργανικά στο κίνημα. Προηγουμένως, όμως, τα χρόνια του Εμφύλιου συμμετείχα παρεΐστικα, με ενέργειες που δεν είχαν κομματική σχέση. Δίναμε μάχες, για παράδειγμα, στο σχολείο για τη δημοτική που απαγορευόταν. Εμένα με αποβάλανε έναν χρόνο από το Γυμνάσιο γιατί έγραφα τις εκθέσεις στη δημοτική. Μια μέρα διαμαρτυρήθηκα στον γυμνασιάρχη. Ήταν ένας προοδευτικός άνθρωπος, που, αν και έγραφα πολύ καλές εκθέσεις, δεν διάβαζε ποτέ την έκθεσή μου στην τάξη. «Δεν τις διαβάζω» μου είπε «γιατί θα υπάρξουν συνέπειες και για σένα, και για μένα». Πήγαινα στο νυχτερινό σχολείο, στο 6ο Γυμνάσιο στο Κουκάκι. Ήταν το σχολείο εκείνο απ’ όπου ξεκινήσαμε τους αγώνες προκειμένου να καταργηθούν τα δίδακτρα που είχαν επιβάλει οι κυβερνήσεις της Δεξιάς στα δημόσια σχολεία.
Αμέσως μετά τον Εμφύλιο, άρχισαν να ξεφυτρώνουν μικρές εκδοτικές μονάδες στηριζόμενες κυρίως σε αριστερούς που απολύονταν από φυλακές και εξορίες. Ήταν πολύ δύσκολο για τους αριστερούς να βρουν δουλειά τότε, υπήρχαν τα πιστοποιητικά φρονημάτων. Πολλοί απ’ αυτούς, επειδή είχαν μια Παιδεία, γνώριζαν ξένες γλώσσες ή είχαν ασχοληθεί παλιότερα με το βιβλίο, προσλαμβάνονταν από τους υπάρχοντες εκδοτικούς οίκους.
Είχε αρχίσει ήδη να αυξάνεται η παραγωγή του βιβλίου. Έτσι ένα μέρος βρήκε δουλειά στους παλιούς εκδότες, οι οποίοι διάλεγαν αριστερούς γιατί ήταν μορφωμένοι και αποτελεσματικοί στη δουλειά τους. Κάποιοι άλλοι έφτιαξαν δικούς τους μικρούς εκδοτικούς οίκους, εκδίδοντας λίγα βιβλία στην αρχή, τα οποία διακινούσαν οι πλασιέ που επισκέπτονταν σπίτια και χώρους δουλειάς, δημόσιους και ιδιωτικούς, δίνοντας τη δυνατότητα στον καθένα να αγοράζει βιβλία που τα πλήρωνε με δεκαπενθήμερες δόσεις. Είναι η εποχή της κάρτας και των δόσεων, που με αυτή τη μορφή κράτησε μέχρι την αρχή του νέου αιώνα.
Αυτή η στροφή στον τρόπο της παραγωγής και της διακίνησης του βιβλίου πολλαπλασιάστηκε σε επίπεδο χιλιάδων αντιτύπων και εκατοντάδων τίτλων βιβλίων με αριστερό πρόσημο. Άρχισαν να βγαίνουν ρωσικά μυθιστορήματα, βιβλία Ιστορίας. Βέβαια, η λογοκρισία υπήρχε. Τότε μπήκε ο κολοφώνας στο βιβλίο, αλλά με πολλές λεπτομέρειες και αναλυτικά στοιχεία παραγωγής, για να γνωρίζει η ασφάλεια όλες τις λεπτομέρειες. Παρ’ όλη την τρομοκρατία που υπήρχε όχι μόνο επέζησε αυτό το καινούργιο που εμφανίστηκε στο βιβλίο, αλλά εμφανίστηκαν και νέοι εκδοτικοί οίκοι.
Μέσα απ’ αυτή την παρέμβαση η Αριστερά μπόρεσε να ξαναπροβάλει τις ιδέες της. Άρχισαν να βγαίνουν και μαρξιστικά βιβλία, ελληνική και ξένη λογοτεχνία με πολιτικά θέματα. Εκείνη την περίοδο δημιουργείται ο Κέδρος της Νανάς και του Νίκου Καλιανέση, η Βιβλιοεκδοτική του Μακρονησιώτη Κίμωνα Καμπούρη, η Μέλισσα του Ραγιά, η Κυψέλη, η Μόρφωση, ο Δωρικός του Αριστείδη Κλάδου, αγωνιστή από το Ηράκλειο, ο Δίφρος του Γιάννη Γουδέλη, ο 20ός Αιώνας του Νίκου Καραγιώργη, που έβγαλε όλα τα έργα του Γιάννη Κορδάτου, ο Ηριδανός του Παπακώστα, ο Φυτράκης. Οι περισσότεροι ασχολήθηκαν με το βιβλίο μετά την απόλυσή τους από τις φυλακές, τη Μακρόνησο και τον Αϊ – Στράτη.
Αυτή είναι μια ολόκληρη διαδρομή. Πολλοί απ’ αυτούς τους εκδοτικούς μεγάλωσαν. Όλοι κατάφεραν και επέζησαν και έγιναν συγκροτημένοι οίκοι, έβγαλαν πολλά βιβλία, έκαναν παρεμβάσεις. Ήταν ένα κίνημα θα μπορούσε να πει κανείς στη δεκαετία του ’50, στα πέτρινα χρόνια.
Μετά τις εκλογές του ’58, με τη θριαμβευτική νίκη της ΕΔΑ, αρχίζει πάλι ένα μεγάλο κύμα τρομοκρατίας, με συλλήψεις, εκτοπίσεις. Όλο το κοινωνικό φάσμα, κατά συνέπεια και το βιβλίο, δέχτηκε την επίθεση μιας νέας πολιτικής από το κράτος και το παρακράτος για να σπάσει η άνοδος της Αριστεράς. Πρέπει να πούμε, όμως, ότι αυτή την περίοδο της άνθισης της εκδοτικής δραστηριότητας άρχισαν να γράφονται βιβλία με μαρτυρίες, μυθιστορήματα, αφηγήματα από τα χρόνια του Εμφυλίου και της Αντίστασης. Από τα πρώτα βιβλία που βγάλαμε στο Θεμέλιο ήταν δύο σημαντικές μαρτυρίες το «Ακούμε τη φωνή σου, πατρίδα» της Έλλης Παπαδημητρίου, με μαρτυρίες θυμάτων και αγωνιστών της Εθνικής Αντίστασης από τα βάσανα και τις διώξεις του Εμφύλιου, και «Το ημερολόγιο της Γιούρας» του Αντρέα Νενεδάκη, που είχε όλη την Ιστορία της μεσαιωνικής Γιούρας, που άνοιξε και «φιλοξένησε» χιλιάδες κρατουμένους. Πολλοί βασανίστηκαν, δολοφονήθηκαν εκεί, στην πιο βάρβαρη και εξοντωτική φυλακή.
Όταν στη δικτατορία από τον Ιππόδρομο μάς πήγαν στη Γυάρο, όλα αυτά που είχαμε ακούσει και διαβάσει δεν μας έκαναν καθόλου αισιόδοξους για τον προορισμό μας. Κοντά στο βιβλίο έχουμε μια σταδιακή ανάπτυξη και των άλλων πολιτιστικών δραστηριοτήτων, στο θέατρο, στον κινηματογράφο, στη μουσική ιδιαίτερα, στα εικαστικά και σε όλες στις πολιτιστικές δράσεις, αλλά και τις πολιτικές και τις κοινωνικές. Μέσα σ’ αυτό το κλίμα μεγάλων ιδεολογικών και πολιτικών συγκρούσεων, τον Μάιο του 1963 δημιουργήθηκε το Θεμέλιο σαν μια ριζοσπαστική και αριστερή παρέμβαση στον χώρο του βιβλίου και του πολιτισμού γενικότερα.
* Ο Μίμης Δεσποτίδης ήταν ο εμπνευστής της δημιουργίας του Θεμέλιου;
Ναι. Ο Μίμης είχε συνειδητοποιήσει την ανάγκη να ιδρυθεί ένας εκδοτικός οίκος αριστερός, με ανοιχτούς ορίζοντες, ένας εκδοτικός οίκος ανοιχτός στον διάλογο και στα νέα ρεύματα, που θα είχε παιδευτικό χαρακτήρα και παράλληλα θα παρενέβαινε στην πολιτιστική και μορφωτική ζωή του τόπου.
Ήταν μια προσωπικότητα εμβληματική από τα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης. Ήταν επικεφαλής του πολιτισμού στο Κεντρικό Συμβούλιο της ΕΠΟΝ, ενέπνευσε με τις ιδέες και τη δράση του όχι μόνο στη μάχη με τα όπλα, αλλά και στη μάχη για τον πολιτισμό. Ήταν θρυλική φυσιογνωμία στα χρόνια της Εθνικής Αντίστασης, με το ψευδώνυμο ο Πέτρος της ΕΠΟΝ. Είναι ο γνωστός Πέτρος του βιβλίου της Άλκης Ζέη. «Ο μεγάλος περίπατος του Πέτρου» είναι ο Πέτρος που συνδέθηκε, που καθοδήγησε, που είχε τη σχέση με τους ανθρώπους του πολιτισμού, της τέχνης και της διανόησης. Ήταν εμβληματική φυσιογνωμία για την Αριστερά και τον πολιτισμό.
Ο Μίμης βασανίστηκε στα χρόνια της μεταδεκεμβριανής τρομοκρατίας στη Μακρόνησο, απ’ όπου απολύθηκε άρρωστος και ξαναβασανίστηκε στις ανακρίσεις πριν οδηγηθεί στο στρατοδικείο, όπου καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο Μίμης ήταν από τα πιο ριζοσπαστικά και ανανεωτικά στελέχη της στην ΕΔΑ. Έχαιρε εκτίμησης όχι μόνο από τους αριστερούς. Ανοιχτός, διαλεκτικός, ήταν χαρισματικός, μιλούσε και ενέπνεε, ήταν ενήμερος για τα βιβλία που κυκλοφορούσαν, παλιά και καινούργια, ήταν ευφυής και πολύ μορφωμένος, είχε δε έναν πολύ εκφραστικό λόγο.
Εγώ δεν ξεχνώ το γέλιο του. Ακόμα κι αν θύμωνες μαζί του, αυτό το χαμόγελο καταλάγιαζε την ψυχή σου.
* Εσείς πώς βρεθήκατε στην περιπέτεια του Θεμέλιου;
Εγώ προηγουμένως, είχα έναν μικρό εκδοτικό οίκο, τον Κόσμο του Βιβλίου, που τον ίδρυσα στα χρόνια της παρανομίας, το 1954, και είχα βγάλει τρία βιβλία, μεταξύ των οποίων «Η τέχνη μου και η ζωή μου» της Γκαλίνα Ουλάνοβα που μετέφρασε ο Κώστας Κουλουφάκος και «Η ξεχερσωμένη γη» του Σολόχωφ. Επίσης, βοηθούσα το κόμμα σε εκδοτικές δραστηριότητες. Κάποιες φορές είχα την εκδοτική ευθύνη των ψηφοδελτίων. Μεγάλη υπόθεση εκείνη την εποχή, που με το παραμικρό σου ακύρωναν τα ψηφοδέλτια. Ήξερε ο Μίμης ότι έχω ασχοληθεί με το βιβλίο. Ήμασταν και οι δύο στη Διοικούσα Επιτροπή της ΕΔΑ.
Πολλές φορές κουβεντιάζαμε για το βιβλίο και μου εκμυστηρεύτηκε το όραμά του για τη δημιουργία ενός αριστερού εκδοτικού οίκου. Μου πρότεινε να αναλάβω το εγχείρημα, συμφωνήσαμε στη μορφή και στο περιεχόμενο και προχωρήσαμε. Ξεκινήσαμε εκ του μηδενός.
Νοικιάσαμε ένα γραφείο σε όροφο, δίπλα στα γραφεία της «Επιθεώρησης Τέχνης» στη Σταδίου. Αυτή ήταν καλή γειτνίαση, γιατί είχαμε επικοινωνία με πνευματικούς ανθρώπους, αντλήσαμε ένα δυναμικό συνεργατών, μας βοήθησαν σε υποδείξεις, βρήκαμε ανθρώπους, ιδιαίτερα με τις γνωριμίες του Μίμη, συνδεθήκαμε με συγγραφείς της Αριστεράς οι οποίοι με προθυμία έδωσαν τα βιβλία τους να εκδοθούν όταν τα ζήτησε ο Μίμης, όπως η Έλλη Αλεξίου, η Μέλπω Αξιώτη, ο Μήτσος Αλεξανδρόπουλος, η Διδώ Σωτηρίου, ο Νικηφόρος Βρεττάκος, η Άλκη Ζέη κ.ά. Εκδότης ήμουν εγώ, ο πνευματικός ηγέτης όμως του Θεμέλιου ήταν ο Μίμης.
* Ποια ήταν τα πρώτα βιβλία που εκδόθηκαν στο Θεμέλιο;
Ήταν «Τα λουλούδια της Χιροσίμα» της Αμερικανίδας Εντίτα Μόρις, ένα βιβλίο για την καταστροφή της Χιροσίμα, και μετά το «Ένας έρωτας μια ζωή» της Μαρίνα Σερένι, «Οι νύχτες και αυγές» του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου, οι «Σκληροί αγώνες για μικρή ζωή» της Έλλης Αλεξίου, «Το σπίτι μου» της Μέλπως Αξιώτη και το «Απαγορεύεται. Ημερολόγιο της Γιούρας» του Αντρέα Νενεδάκη και το «Ακούμε τη φωνή σου, πατρίδα» της Έλλης Παπαδημητρίου.
* Το Θεμέλιο χρηματοδοτούνταν από την ΕΔΑ;
Το Θεμέλιο ήταν αυτόνομη επιχείρηση. Δεν είχε οικονομική σχέση με το κόμμα, δεν ήταν επιχείρηση του κόμματος. Άλλωστε, αυτός ήταν και ο όρος στον οποίο είχαμε συμφωνήσει με τον Μίμη, ότι, δηλαδή, σε καμία περίπτωση δεν θα εξαρτηθεί το εκδοτικό από το κόμμα ούτε στις επιλογές και ούτε τις δράσεις του. Πολιτικά είναι γεγονός ότι ήταν το εκδοτικό του κόμματος, οικονομικά δεν είχε σχέση μαζί του.
* Ποτέ δεν σας βοήθησε οικονομικά το κόμμα;
Ποτέ. Το κεφάλαιο με το οποίο ξεκίνησε το Θεμέλιο ήταν οι 200.000 δραχμές της Μπάμπης Οικονόμου, οι οποίες δόθηκαν τμηματικά. Αριστερή, από πολύ πλούσια οικογένεια, η Μπάμπη μάς στήριξε οικονομικά στα πρώτα μας βήματα. Στόχος μας ήταν να μπορούμε να αυτοχρηματοδοτούμαστε από την εκδοτική μας δραστηριότητα.
* Τι καινούργιο έφερε στον χώρο του βιβλίου το Θεμέλιο;
Άλλαξε το τοπίο. Συνδέθηκε με σημαντικές δραστηριότητες. Καθιέρωσε, κατ’ αρχάς, κάτι που δεν υπήρχε μέχρι τότε. Οι εκδηλώσεις μέσα στο βιβλιοπωλείο, τα αφιερώματα, π.χ., στο βιβλίο για τη γυναίκα, στο βιβλίο για την Αντίσταση, οι εκθέσεις τέχνης, τότε δεν γίνονταν στα βιβλιοπωλεία, το Θεμέλιο τις καθιέρωσε.
Έφερε έναν πλούτο και νέων εκδόσεων, σε νέα αντίληψη και με νέα μορφή. Πρώτα απ’ όλα δημιούργησε συστηματικές εκδοτικές, σειρές τις λεγόμενες «βιβλιοθήκες». Οι εκδόσεις μας εντάσσονται σε σειρές όπως «Συγγραφείς για πάντα», «Ξένη πεζογραφία», «Ελληνική λογοτεχνία», «Μαρτυρίες», «Βιβλιοθήκη δημοκρατικού διαλόγου», «Βιβλιοθήκη Εθνικής Αντίστασης», και βεβαίως η σειρά «Μαρξιστική Σκέψη», πρωτόγνωρη για εκείνη την εποχή, με κλασικά μαρξικά έργα που εκδίδονταν σε μικρό σχήμα και με χαμηλές τιμές, ώστε να είναι προσιτά στους νέους, τους φοιτητές και στα μικρά εισοδήματα.
Έγιναν επιλογές από προοδευτικά λογοτεχνήματα, ευρωπαϊκά, σοβιετικά και αμερικανικά. Είχαμε γαλλική, αμερικανική, σοβιετική, ρωσική, τουρκική, τσεχική λογοτεχνία. Είχαμε τη «Μικρή σειρά» με μικρότερου σχήματος βιβλία, κυρίως ευρωπαϊκής λογοτεχνίας. Αυτές προφτάσαμε μέχρι τη δικτατορία. Η σειρά «Ιστορική βιβλιοθήκη» δημιουργήθηκε μεταδικτατορικά υπό τη διεύθυνση του Νίκου Σβορώνου. Βγάζαμε ωστόσο και προδικτατορικά ιστορικά βιβλία, τα δύο βιβλία του Σπύρου Λιναρδάτου «Πώς φτάσαμε στην 4η Αυγούστου» και «Η 4η Αυγούστου» σε μικρή σειρά κ.ά.
* Πώς υποδέχτηκαν ο πνευματικός, ο εκδοτικός κόσμος και κυρίως οι αναγνώστες το Θεμέλιο;
Το Θεμέλιο το αγκάλιασε το αναγνωστικό κοινό, πρώτα απ’ όλα ο κόσμος της Αριστεράς, με θέρμη. Ο πρώτος χρόνος ήταν δύσκολος, γιατί τα χρήματα ήταν περιορισμένα και ο στόχος ήταν να ανοίξουμε βιβλιοπωλείο. Το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε ήταν ότι ήμασταν κλεισμένοι σε έναν όροφο. Η επιδίωξή μας ήταν να κατέβουμε στο ισόγειο, εκεί που περπατούσε ο κόσμος για να είμαστε σε επαφή μαζί του.
Η στοά της Όπερας, ήταν ένας προνομιακός χώρος. Εκεί στεγάστηκε το πρώτο βιβλιοπωλείο, αμέσως μετά το δεύτερο, το ένα δίπλα στο άλλο. Μετά νοικιάσαμε έναν ελεύθερο χώρο πάνω από τον κινηματογράφο, που ήταν στο ύψος των παταριών των δύο βιβλιοπωλείων, και το ’65 βγήκαμε στην Ακαδημίας με το μεγάλο μαγαζί στην είσοδο της στοάς. Στο πατάρι φιλοξενούνταν τα ξενόγλωσσα βιβλία και η γκαλερί. Το ξενόγλωσσο τμήμα του Θεμέλιου, με διευθύντρια τη Σάσα Τσακίρη, είχε γίνει πολύ γνωστό και αποδείχτηκε αρκετά επικερδές. Σκέψου ότι τα Χριστούγεννα του ’66, τις τελευταίες γιορτές πριν από τη χούντα των συνταγματαρχών, το Θεμέλιο ξεπέρασε σε τζίρο τον Ελευθερουδάκη, που ήταν ο μεγάλος εκδοτικός και βιβλιοπωλικός οίκος της Αθήνας. Είχε σχολιαστεί και στον Τύπο ότι ένα καινούργιο βιβλιοπωλείο έγινε πρώτο σε τόσο λίγο χρονικό διάστημα.
* Αυτό πού οφειλόταν;
Στην ποιότητα της λειτουργίας του βιβλιοπωλείου, η οποία ήταν ανταγωνιστική όχι στο οικονομικό επίπεδο, αλλά σε θέματα λειτουργίας, ποιότητας και εγκυρότητας. Τότε υπήρχαν οι πάγκοι, τα καρότσια που στήνονταν και ανταγωνιστικά συνήθως έξω από τα βιβλιοπωλεία, που πουλούσαν βιβλία, πολλά από τα οποία ήταν κακής ποιότητας.
Η δική μας πολιτική ήταν να ενημερώνουμε τους πελάτες μας ότι κάποια βιβλία, παρ’ ότι τα είχαμε στο βιβλιοπωλείο, μπορούσαν να τα προμηθευτούν φθηνότερα από τα καρότσια. Έτσι αποκτήσαμε εγκυρότητα και, κυρίως, ο κόσμος μάς εμπιστευόταν.
Το Θεμέλιο έλαμπε στη λειτουργία του. Η δε εξυπηρέτηση ήταν εξαιρετική, οι υπάλληλοί μας ήταν πλήρως ενημερωμένοι. Πολύ σημαντικό ρόλο έπαιξαν και οι αλλεπάλληλες εκδηλώσεις που κάναμε. Γύρω στις 40 πραγματοποιήθηκαν στα τρία χρόνια λειτουργίας του βιβλιοπωλείου.
Ενισχύθηκε ένα κλίμα ποιότητας μέσα στον βιβλιοχώρο, βγάλαμε βιβλία με εξαιρετικές μεταφράσεις, όλοι μας οι μεταφραστές ήταν λογοτέχνες, όπως οι Διδώ Σωτηρίου, Νικηφόρος Βρεττάκος, Στρατής Τσίρκας κ.ά. καινοτομήσαμε στη μορφή των εκδόσεών μας, τα εξώφυλλά μας τα φιλοτεχνούσαν γνωστοί εικαστικοί, όπως ο Γιώργος Βακιρτζής, ο Δήμος Σκουλάκης κ.ά.
* Πόσα βιβλία εκδώσατε τον πρώτο χρόνο;
Ξεκινήσαμε με πέντε. «Τα λουλούδια της Χιροσίμα» της Εντίτα Μόρις, «Ένας έρωτας, μια ζωή» της Σερένι και από πλευράς ελληνικής λογοτεχνίας «Οι νύχτες και αυγές» του Μήτσου Αλεξανδρόπουλου, «Σκληροί αγώνες για μικρή ζωή» της Έλλης Αλεξίου και «Το καπλάνι της Βιτρίνας» της Άλκης Ζέη. Τη δεύτερη χρονιά εκδώσαμε 15 και τα επόμενα τρία χρόνια πλησιάσαμε τους 80 τίτλους.
* Εκείνη την περίοδο πόσα βιβλία κυκλοφορούσαν κατά μέσο όρο τον χρόνο;
Πολύ λίγα σε σχέση με τον καταιγισμό που γίνεται τώρα. Βγάζαμε λίγους τίτλους, αλλά σε 2.000 έως 3.000 αντίτυπα τον καθένα.
* Τι δεν θα ξεχάσετε από αυτή την πρώτη περίοδο του Θεμέλιου;
Είναι πολλά που δεν ξεχνώ. Τη Νανά Καλιανέση του Κέδρου πρώτα απ’ όλα. Πόσο ενθουσιάστηκε για το εγχείρημά μας, με πραγματική ειλικρίνεια. Αριστερή εκδότρια και βιβλιοπώλης η ίδια, αδιαφόρησε για τον κίνδυνο του ανταγωνισμού από το Θεμέλιο, το οποίο είχε μάλιστα και τη στήριξη του κόμματος. Μας έδωσε απλόχερα τα βιβλία της για το βιβλιοπωλείο, με τους καλύτερους όρους και ήταν παρούσα στα εγκαίνιά του. Μας έφερε μάλιστα και λουλούδια.
Η ίδια συμπαράσταση και όταν μετά τη δικτατορία ανοίξαμε ξανά τη Λέσχη του Βιβλίου στην οδό Σόλωνος, που, παρά τις πολλές δυσκολίες και τους ανταγωνισμούς, παραμένει όρθια όπως και οι εκδόσεις μας. Αλλά και άλλοι από τον χώρο του βιβλίου χάρηκαν με το εγχείρημά μας. Εγώ όμως δεν ξεχνάω και τα παιδιά που δούλεψαν στο βιβλιοπωλείο, με πόση αγάπη και αφοσίωση βοήθησαν τα λίγα χρόνια εκείνης της διαδρομής.
Ο Νίκος Τερζάκης, επονίτης της Αντίστασης και φυλακισμένος πολλά χρόνια στη Γιούρα του Εμφύλιου, που εργάστηκε σαν επιμελητής των εκδόσεών μας σε αρκετά βιβλία που εκδώσαμε εκείνη την περίοδο. Με μεγάλη αφοσίωση συνέβαλε στις περίτεχνες και δύσκολες εκδόσεις. Μετά τα δύο πρώτα χρόνια, το 1965 ανοίξαμε το βιβλιοπωλείο της Θεσσαλονίκης, στην οδό Καστριτσίου, το οποίο από κάποια στιγμή κι έπειτα το διηύθυνε ο ποιητής Κώστας Λαχάς, και στα Χανιά, στην αγορά των Χανίων, με τον Σωτήρη και τη Βαγγελιώ Φανουριάκη. Ετοιμάζαμε τέσσερα ακόμα, στην Πάτρα, την Καβάλα, τη Μυτηλίνη και τη Λάρισα, τα είχαμε σχεδιάσει, είχαμε βρει τους ανθρώπους, αλλά μας πρόφτασε η χούντα.
* Το Θεμέλιο είχε και δίσκους;
Από τη στιγμή που εδραιώθηκε το βιβλιοπωλείο, το 1964 που πήραμε το δεύτερο κατάστημα στη Στοά, βάλαμε και δίσκους. Είχαν αρχίσει πια να βγαίνουν οι δίσκοι του Θεοδωράκη. Κάναμε εκδήλωση μάλιστα για τον Μίκη. Στις εκδηλώσεις μας δεν γέμιζαν απλά τα βιβλιοπωλεία, έκλεινε η Στοά. Κάναμε σχεδόν μία εκδήλωση τον μήνα στο βιβλιοπωλείο, μέχρι που πήραμε μέρος στον διαγωνισμό βιτρίνας για το καλοκαίρι. Τη βιτρίνα μας την είχε σχεδιάσει ο Δήμος Σκουλάκης.
Στο δισκογραφικό κομμάτι συνεργαζόμασταν με τον Τάκη Λαμπρόπουλο της Κολούμπια, που έβγαζε και τους περισσότερους δίσκους. Τότε δεύτερος στη δισκογραφία ήταν ο Μίνως Μάτσας και μετά η Λύρα, αλλά οι μεγάλοι βγαίνανε στον Λαμπρόπουλο. Μάλιστα, πριν ακόμα παράξει τους δίσκους, με έπαιρνε τηλέφωνο για να ρωτήσει πόσους θα πάρει το Θεμέλιο για να καθορίσει την παραγωγή του. Δεν θα ξεχάσω όταν τις πρώτες μέρες μετά τη δικτατορία, που εγώ είχα συλληφθεί, η γυναίκα μου πήγε στον Λαμπρόπουλο και τον παρακάλεσε να κρατήσει τις συναλλαγματικές, να μην πάει να τις εισπράξει από την τράπεζα. Τη δέχτηκε με μεγάλη ευγένεια, την άκουσε και φώναξε τον λογιστή του να του φέρει τις συναλλαγματικές. Τις έσκισε μπροστά της.
* Εσάς πώς σας συνέλαβαν;
Κάθε βράδυ, όταν έκλεινε το βιβλιοπωλείο, πήγαινα στα γραφεία των εκδόσεων στην οδό Κιάφας. Εκείνη την περίοδο προετοιμάζαμε μια εκδήλωση για τον Αζίζ Νεσίν. Ο Νεσίν έφτασε στην Ελλάδα την ημέρα του πραξικοπήματος και, όπως μου είχε αφηγηθεί στις μεταδικτατορικές συναντήσεις μας, δεν βγήκε καν από το αεροδρόμιο, με την επόμενη πτήση επέστρεψε στην Τουρκία. Ετοιμάζαμε παράλληλα την πασχαλινή παραγωγή. Ετοίμαζα 12 νέα βιβλία για το Πάσχα, τα οποία καταστράφηκαν όλα. Πολλά απ’ αυτά ήταν σχεδόν έτοιμα, τους έλειπε το εξώφυλλο. Τα βιβλία του Θεμέλιου τα λεηλάτησε η χούντα.
Εκείνη λοιπόν την περίοδο, μετά την Κιάφας πήγαινα στη μπουάτ «Τζάκι», όπου τραγουδούσαν ο Καλογιάννης και η Φαραντούρη. Το βράδυ της 20ής Απριλίου όμως ήμουν τόσο κουρασμένος, που πήγα κατευθείαν σπίτι. Έτσι με συνέλαβαν τα χαράματα. Ήρθαν να με πάρουν δύο αστυνομικοί. Όταν ετοιμάστηκα, έπεσαν και οι δύο κόρες μου στην αγκαλιά μου και δεν με άφηναν. Οι αστυνομικοί έδειξαν ότι συγκινήθηκαν και μου είπαν να περάσουν σε καμιά ώρα να με πάρουν. Αρνήθηκα και τους ακολούθησα.
Η τελευταία μου εικόνα, όταν ανεβήκαμε στο καμιόνι, ήμασταν, θυμάμαι, με τον Γιάννη Νεγρεπόντη, ήταν η γυναίκα μου, η Φωφώ. Είδα ξαφνικά τη φιγούρα της στη μέση της λεωφόρου και στρατιώτες να τη σπρώχνουν για να φύγει από τον δρόμο. Αυτό στριφογύριζε στο μυαλό μου συνέχεια. Έδωσα μια μεγάλη μάχη να ξεχάσω τι αφήνω πίσω μου. Να μη θυμάμαι τη Φωφώ και τα παιδιά, να μην αγωνιώ γι’ αυτούς, να μη σκέφτομαι τίποτα από την προηγούμενη ζωή.
* Σας πήγαν στον Ιππόδρομο;
Ακριβώς. Μείναμε στον Ιππόδρομο 5-6 μέρες. Ήμασταν μία παρέα, ο Ηλίας Ηλιού, ο Άγγελος Διαμαντόπουλος, ο Κώστας Προβελέγγιος, ο Μήτσος Τραχανής, ο Μαραγκουδάκης. Ήταν σούρουπο όταν φωνάξανε τον Ηλία Ηλιού και τον πήρε έξω η φρουρά. Πέρασαν ώρες, είχε σκοτεινιάσει πια, ανησυχούσαμε για τον Ηλία. Κάποια στιγμή εμφανίστηκαν δύο τεθωρακισμένα έξω από την πύλη και ένα μεγάλο φορτηγό που έριχνε τους προβολείς στην είσοδο. Ήταν μια εικόνα προετοιμασίας ενδεχόμενης σύγκρουσης. Ανοίγει ξαφνικά η πόρτα και μπαίνει ο Ηλίας. Το πρόσωπό του είχε εκδορές, δεν μπορούσε να περπατήσει, σημειωτέον ότι είχε μόλις εγχειριστεί στα πόδια στο εξωτερικό. Μόλις τον είδαμε, σηκωθήκαμε όλοι όρθιοι, αναστατωμένοι και τον θυμάμαι εκείνη τη στιγμή, γιατί μου έκανε εντύπωση η δύναμη ψυχής και το σθένος του. Γυρίζει και μας λέει «Καθίστε κάτω και αφήστε τις μαλακίες». Και ήρθε, κάθισε κοντά μας και μας έλεγε ανέκδοτα.
Φοβήθηκε μην αντιδράσουμε, φοβήθηκε την προβοκάτσια. Αυτή η στάση του ανδρός με εντυπωσίασε, χρειάζεται μεγάλη δύναμη. Η πρώτη μέρα στον Ιππόδρομο ήταν εφιαλτική. Ήταν γύρω τεθωρακισμένα, μας φώναζαν, έβριζαν. Εκείνοι που είχαν περάσει από το Μακρονήσι λέγανε ότι τέτοιος τρόμος δεν υπήρχε. Δεν μας χτύπησαν, αλλά ένιωθες ότι ανά πάσα στιγμή θα σε πυροβολήσουν. Φοβερή ψυχολογική βία.
* Μετά τον Ιππόδρομο πού σας μετέφεραν;
Μετά τον Ιππόδρομο μας πήγαν στην Ελευσίνα κι από ‘κεί μας βάλανε σε ένα οχηματαγωγό. Οι παλιοί έμπειροι από μεταγωγές τους στα χρόνια του Εμφυλίου κοιτούσαν από τη χαραμάδα του οχηματαγωγού και μας είπαν ότι πάμε στη Γιούρα. Η Γιούρα του Εμφυλίου ήταν ισοδύναμος τρόμος με το Μακρονήσι. Κοιτούσαν ποιοι θα μας παραλάβουν. Αν ήταν στρατός, θα αντιμετωπίζαμε βίαιες καταστάσεις. Ανακουφιστήκαμε όταν αυτός που κοίταγε τη χαραμάδα μάς είπε ότι ήταν χωροφυλακή στην προβλήτα. Μόλις κατεβήκαμε μας υποδέχτηκαν οι χωροφύλακες, οι δε βαθμοφόροι έτρεξαν να βοηθήσουν τον Ηλία που ήταν χτυπημένος στα πόδια και δεν μπορούσε να περπατήσει. Τα χάσαμε.
«Κύριε πρόεδρε, καλώς ήρθατε» τον υποδέχτηκαν ο διοικητής, οι βαθμοφόροι, οι απλοί χωροφύλακες. Ήταν όλη η μονάδα της χωροφυλακής της Βουλής, που κι αυτούς τους είχαν μεταθέσει δυσμενώς στη Γυάρο, να μας φυλάνε. Δεν ήταν αντικομμουνιστές.
* Πώς ήταν εκεί;
Ήμασταν οι πρώτοι που μπήκαμε στο στρατόπεδο, όπου βέβαια κοιμόμασταν με βάρδιες τα βράδια, διότι οι αρουραίοι ήταν τεράστιοι. Στην αρχή ήταν εκεί ένα σκάφος του ναυτικού, υδροφόρος. Τα ναυτάκια ήταν μια χαρά παιδιά. Ήταν πολύ χαλαρή η κατάσταση μ’ αυτή τη χωροφυλακή που είχαμε, μέχρι που φτιάξαμε ομάδα κρατουμένων όπου παίζαμε βόλεϊ με τα ναυτάκια του πολεμικού σκάφους.
Κάποια στιγμή έγινε γνωστό το γεγονός στην Ασφάλεια και ήρθε εντολή από την Αθήνα να φύγει αμέσως το σκάφος και να μην ξανασυμβεί έξοδος κρατουμένων και ανάμειξή τους με στρατιώτες. Η Γιούρα τότε είχε μαζέψει 6.000 – 7.000 κρατουμένους. Ένα πρωί μας συγκεντρώνουν στο προαύλιο και ο διοικητής μας ανακοινώνει: «Ήρθε αυτή τη στιγμή. Ένα έγγραφο από την κεντρική διοίκηση της χωροφυλακής για να σας διαμηνύσω τα εξής: Θα ήθελα προκαταβολικά να σας πω ότι αυτό είμαι υποχρεωμένος να το κάνω και δεν σας ασκώ καμία πίεση. Όσοι θέλουν να πάνε σπίτια τους και να κάτσουν ήσυχα να περάσουν από ‘δω. Όσοι δεν θέλουν να κάτσουν ήσυχα να περάσουν από εκεί».
Και βεβαίως έγινε κάτι που εμένα με στενοχώρησε πάρα πολύ. Πολλοί πέρασαν από εκεί. Από την επόμενη ημέρα άρχισαν να ζητάνε δηλώσεις, ο διοικητής αποστρατεύτηκε και έφυγε από το νησί.
* Βία σας εξασκούσαν;
Δεν είχαμε επεισόδια βίας εναντίον μας ούτε στο Παρθένι, ούτε στο Λακκί, ούτε στη Γιούρα. Στη Γιούρα ήρθε ο Παττακός, δεν είχε κλείσει ακόμα ο Απρίλιος, με κάποια λίστα των άκρως επικινδύνων. Ήμασταν καμιά 70αριά οι πιο επικίνδυνοι. Μας παρέλαβε ένα μικρό οχηματαγωγό του ναυτικού. Όταν φτάσαμε, αντιμετωπίσαμε μια σκληρή κατάσταση. Μας βάλανε στο στρατόπεδο φωνάζοντας, όπου είχαν χτίσει τα παράθυρα, και μόλις μπήκαμε μέσα σφράγισαν και την πόρτα. Ήταν μαζί μας και ο Μανώλης Γλέζος.
Αρχίσαμε να αντιδρούμε, ήρθε μια επιτροπή της χωροφυλακής, όπου έγιναν διαπραγματεύσεις και μας άνοιξαν την πόρτα, μας υποσχέθηκαν ότι το άλλο πρωί θα ανοίξουν και τα παράθυρα.
* Το Θεμέλιο ήταν ο μόνος εκδοτικός οίκος που έκλεισε η χούντα;
Ναι, ήταν ο μόνος. Κατάσχεσαν τα πάντα. Το Θεμέλιο ήταν ένας επικίνδυνος ιδεολογικός εχθρός για τη δικτατορία. Είναι χαρακτηριστικό για τον ρόλο που είχε το Θεμέλιο ως επικίνδυνη για το καθεστώς δράση της Αριστεράς ότι το χαρτί της εκτόπισής μου δεν με αναφέρει με την ιδιότητα του μέλους της Διοικούσας Επιτροπής της ΕΔΑ, αλλά ως διευθυντή του Θεμέλιου.
* Τώρα που συμπληρώθηκαν 50 χρόνια από την 21η Απριλίου τι σκέψεις σας έρχονται στον νου;
Ένα χρέος έχουμε, τη δημοκρατία και τα μάτια μας. Να προστατέψουμε τη δημοκρατία και να αποτρέψουμε πολιτικές τέτοιες που θα μας οδηγήσουν σε παρόμοιο αποτέλεσμα. Είχε και τις προσωπικές οδύνες η δικτατορία. Τα παιδιά μου δεν τα είδα που μεγάλωσαν, δεν στάθηκα δίπλα στην Άννα και τη Δέσποινα όσο θα ‘πρεπε εκείνη την περίοδο που με χρειάζονταν περισσότερο.
Via : www.avgi.gr