του Πάνου Παναγιώτου
Ένα μείγμα εγχώριων και εξωτερικών δυνάμεων οδηγούν την Κίνα όλο και πιο κοντά σε μία νέα υποτίμηση του νομίσματος της με το πιθανότερο αυτή να συμβεί μέσα στους προσεχείς μήνες.
Το ανελαστικό νομισματικό καθεστώς της Κίνας την καθιστά αποδέκτη των συνεπειών της νομισματικής πολιτικής των ΗΠΑ σε πολύ μεγάλο βαθμό και αυτό έχει αρνητική επιρροή στο χρέος της χώρας, το οποίο έχει αυξηθεί κατά τέσσερις φορές από το 2007 μέχρι σήμερα, με το κλάσμα του χρέους προς ΑΕΠ να έχει ξεπεράσει τα επίπεδα των ΗΠΑ.
Δεδομένου ότι η Κίνα διατηρεί μία ημί–σύνδεση με το δολάριο θα είναι πολύ δύσκολο να αντέξει τη στροφή των ΗΠΑ σε μία πολιτική αυξητικών επιτοκίων και σταθερά ισχυρού δολαρίου.
Έτσι, το πιθανότερο είναι η Κίνα να προχωρήσει περαιτέρω στο δρόμο που χάραξε τους τελευταίους μήνες, δηλαδή στην υποτίμηση του νομίσματος της, αλλά αυτή τη φορά, κατά πάσα πιθανότητα, σε μεγαλύτερο βαθμό.
Το πρόβλημα με αυτήν την εξέλιξη είναι πως η ημί–σύνδεση του γουόν με το δολάριο λειτούργησε εδώ και δεκαπέντε χρόνια ως εξισορροπητική των διεθνών νομισματικών ανισορροπιών και υποστηρικτική της παγκόσμιας ανάπτυξης.
Ελλείψει αυτής ο κόσμος θα είναι πολύ διαφορετικός και προς το παρόν δε φαίνεται να είναι καθόλου έτοιμος για αυτήν την εκκολαπτόμενη νέα νομισματική νομοτέλεια.
Μία εικόνα του τι μπορεί να συνεπάγεται για την παγκόσμια οικονομία μπορούμε να πάρουμε κοιτώντας πίσω στο χρόνο, όταν μεταξύ 1980 και 1994 το γουόν υποτιμήθηκε περισσότερο από 80% έναντι του δολαρίου, κάνοντας τα αμερικανικά προϊόντα οκτώ φορές πιο ακριβά από της Κίνας και ανοίγοντας το δρόμο για την επέλαση των «κινέζικων» προϊόντων που ακολούθησε στην επόμενη δεκαπενταετία.
Αν η Κίνα δεν αντέξει την επικείμενη αλλαγή νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ και υποκύψει, με τη σειρά της, σε μία πολιτική υποτίμησης του γουόν, τότε η συζήτηση για «προστατευτισμό» θα ανάψει στην αμερικανική πολιτική και θα ευνοήσει λαϊκίστικες φωνές όπως αυτήν του υποψήφιου για το χρίσμα των Ρεπουμπλικάνων, Ντόναλντ Τραμπ.
Το πρόβλημα δε σταματά εκεί, καθώς μία υποτίμηση του γουόν θα ακυρώσει σε ένα βαθμό τη νομισματική και ποσοτική χαλάρωση στην Ευρώπη και την Ιαπωνία και θα γίνει τροχοπέδη στην ανάρρωση των δύο αυτών οικονομιών και στην επιστροφή στην κανονικότητα.
Μέχρι στιγμή φέτος, το γουόν έχει χάσει 0,8% έναντι του δολαρίου, όμως το συμβόλαιο δωδεκαμήνου διαπραγματεύεται κατά 3,5% χαμηλότερα, υποδεικνύοντας όχι οι αγορές ήδη προεξοφλούν μία υποτίμηση του.
Επιπλέον, καθώς το γουόν αναμένεται να ενταχθεί στο καλάθι νομισμάτων του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου θα γίνει ευκολότερο για τους κατόχους του να το πουλήσουν, δεδομένης της σχετικής «απελευθεροποίησης». Όμως αυτό σε συνδυασμό με την προσμονή υποτίμησης θα αυξήσει την αποχώρηση των επενδυτών από το γουόν, στην προσπάθεια τους να προστατευτούν από την αλλαγή της ισοτιμίας του με το δολάριο και να το πουλήσουν στις τρέχουσες, υψηλές τιμές. Το αποτέλεσμα θα είναι το γουόν να δεχτεί επιπλέον πίεση εξωθώντας την Κεντρική Τράπεζα στην υποτίμηση του μια ώρα αρχύτερα.
Συμπερασματικά, η Κίνα αναμένεται να υποτιμήσει ουσιαστικά το νόμισμα της για πρώτη φορά εδώ και είκοσι χρόνια και ο κόσμος, από τις ΗΠΑ μέχρι την Ιαπωνία και από την Ευρώπη μέχρι τη Λατινική Αμερική, είναι εντελώς ανέτοιμος γι′ αυτό.
Via : http://analitis.gr