άρθρο του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου*
Τριγωνική συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Επιτροπής – Συμβουλίου – Ευρωκοινοβουλίου δρομολογεί μέσα στον Απρίλιο νέα Οδηγία της Ε.Ε., που θα θέτει πρώτη φορά στις χώρες – μέλη κανόνες ασφαλείας για τη διενέργεια υπεράκτιων γεωτρήσεων πετρελαίου/φυσικού αερίου, καθώς και διαδικασίες αποκατάστασης σε περίπτωση ατυχημάτων.
Οι ρυθμίσεις αφορούν αρκετές από τις παράκτιες ευρωπαϊκές χώρες, αφού εντός των χωρικών υδάτων και των ΑΟΖ των κρατών – μελών της Ε.Ε. λειτουργούν περίπου 1.000 (!) υποθαλάσσιες γεωτρήσεις υδρογονανθράκων. Από αυτές, έχουν διαρρεύσει στη θάλασσα από εργασίες και ατυχήματα τουλάχιστον 2,2 εκατ. τόνοι πετρελαίου μεταξύ 1974-2010.
Η σχετική νομοθετική πρωτοβουλία ξεκίνησε από την Κομισιόν το 2010, μετά το μεγάλο ατύχημα στην πετρελαιοπηγή της ΒΡ στον Κόλπο του Μεξικού. Ο έλεγχος της διαρροής απαίτησε 3 μήνες, αφού χύθηκαν στη θάλασσα 5 εκατ. βαρέλια πετρελαίου, τα οποία κάλυψαν επιφάνεια συνολικά 780 τ. χλμ., επηρέασαν οικοσυστήματα και ανθρώπους σε έκταση 180.000 τ. χλμ. και προξένησαν ζημιές 28,3 δισ. δολαρίων. Με ελληνικούς όρους, αυτό θα σήμαινε επηρεασμό περίπου του μισού Αιγαίου.
Η κίνηση της Κομισιόν σχετίστηκε με το γεγονός ότι οι υποθαλάσσιες εξορύξεις αυξάνουν και πληθαίνουν, αλλά δεν υπάρχουν κοινά πρότυπα για την έκδοση αδειών και ούτε ενιαίοι κανόνες για τη διαχείριση τυχόν ατυχημάτων. Τώρα, με την υπό έγκριση Οδηγία, οι υπεράκτιες γεωτρήσεις παραμένουν μεν στην αρμοδιότητα των κρατών – μελών, αλλά αυτά πρέπει να απαιτούν πλέον ορισμένο πλαίσιο από τις εταιρείες που θα πραγματοποιήσουν τέτοιες επιχειρήσεις στα ύδατά τους.
Συγκεκριμένα, οι νέοι κανόνες θα επιβάλουν στις εταιρείες εξόρυξης πετρελαίου και φυσικού αερίου την υποβολή αναλυτικών εκθέσεων για τους πιθανούς κινδύνους και σχεδίων έκτακτης ανάγκης, πριν δοθεί η άδεια γεώτρησης. Επίσης, οι εταιρείες πρέπει να αποδείξουν τη χρηματοοικονομική και τεχνική ικανότητά τους για την αντιμετώπιση τυχόν ζημίας που θα προκληθεί από διαρροή, γεγονός που προβλέπεται να αλλάξει τα οικονομικά δεδομένα των σχετικών επενδύσεων. Ακόμη, η ευθύνη για πιθανή πετρελαιοκηλίδα θα ανήκει, πλέον, στην εταιρεία πετρελαίου ή φυσικού αερίου. Τέλος, τα κράτη-μέλη οφείλουν να καταρτίσουν σχέδια έκτακτης ανάγκης για όλες τις υπεράκτιες εγκαταστάσεις γεώτρησης που βρίσκονται στη δικαιοδοσία τους, οι δε εποπτικές αρχές που διαθέτουν, να συντονίζονται σε ευρωπαϊκό επίπεδο.
Ωστόσο, λόγω αντιδράσεων των εταιρειών εξόρυξης αλλά και των κρατών, η σχετική νομοθεσία περιορίστηκε: π.χ. δεν προβλέπει προληπτικό έλεγχο των εγκαταστάσεων γεώτρησης από ανεξάρτητους φορείς, όπως π.χ. είναι ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός για την Ασφάλεια στη Θάλασσα (EMSA) και αυτοί θα παρεμβαίνουν μόνο έπειτα από ατύχημα. Επίσης, δεν θεσπίστηκε συγκεκριμένος μηχανισμός οικονομικής ασφάλειας, στον οποίο οι εταιρείες θα συνεισφέρουν για να καλύψουν δαπάνες αποκατάστασης σε περίπτωση ατυχήματος, χωρίς να ξεκινούν μακροχρόνιες δικαστικές διαδικασίες.
Ακόμη, το μορατόριουμ που ζήτησαν οικολογικές οργανώσεις, οι Πράσινοι κ.λπ. για γεωτρήσεις σε μεγάλα βάθη -όπου η αντιμετώπιση των ατυχημάτων είναι πολύ δύσκολη- καθώς και σε ευαίσθητα οικοσυστήματα, όπως η Αρκτική, δεν έγινε αποδεκτό. Και το κυριότερο, η σχετική νομοθετική ρύθμιση κατέληξε να γίνεται μέσω Οδηγίας, που θα χρειαστεί διετία για να εφαρμοστεί στις χώρες – μέλη και με τρόπο που θα εξειδικεύσει η κάθε μία, και όχι με Κανονισμό της Επιτροπής, ο οποίος έχει γρήγορη και οριζόντια εφαρμογή. Ωστόσο, πρόκειται για πρόοδο σε ευρωπαϊκό επίπεδο και πίεση στις εμπλεκόμενες χώρες. Οσες έχουν ή σκοπεύουν να αποκτήσουν υποθαλάσσιες εξορύξεις, πρέπει να σκέπτονται τους πολύ σοβαρότερους κινδύνους που έχουν αυτές σε σχέση με τις χερσαίες γεωτρήσεις.
*Δημοσιογράφος – Κοινωνιολόγος ΜΜΕ
Via : www.enet.gr