του Κώστα Καλλίτση
Η ανάπτυξη είναι δική μας δουλειά. Που θα την κάνουμε μόνο αν έχουμε ένα εθνικό σχέδιο, που θα υπερβαίνει το Μνημόνιο και θα προσδιορίζει τρόπους υλοποίησής του. Γιατί κανένα Μνημόνιο δεν έχει στόχο την ανάταξη και ανάπτυξη της χώρας. Τα Μνημόνια έχουν συγκεκριμένο στόχο: Να περιορίσουν τους κινδύνους που δημιουργεί η Ελλάδα για τον υπόλοιπο κόσμο και δη την Ευρώπη, και να διασφαλίσουν ότι θα αποπληρώσουμε τα χρέη μας. Ετσι, θα μπορέσουμε να βγούμε πάλι στις αγορές. Με αυτήν την έννοια, τα Μνημόνια διασφαλίζουν τους δανειστές, όχι την ανάταξη και την ανάπτυξη της Ελλάδας. Αυτά, επαφίενται σε εμάς.
Πώς περιορίζονται οι κίνδυνοι από την Ελλάδα; Με αρκετούς τρόπους, μεταξύ των οποίων είναι:
(β) Η αποστείρωση των διεθνών δικτύων από τους κινδύνους της ελληνικής αγοράς. Ηδη, ορισμένες πολυεθνικές μεταφέρουν τα στρατηγεία τους από την Ελλάδα σε γειτονικές χώρες. Αλλες, που σχεδίαζαν να τα εγκαταστήσουν εδώ, ακυρώνουν τις αποφάσεις τους και τα πηγαίνουν, π.χ., στη Ρουμανία. Αλλες, περιορίζουν τη δραστηριότητα τους στη χώρα μας – ορισμένες ούτε καν εισάγουν τα τελευταία μοντέλα προϊόντων τους. Τέλος, καμιά εισαγωγή δεν γίνεται χωρίς εκ των προτέρων εξόφληση. Η συρρίκνωση φέρνει μεγαλύτερη συρρίκνωση.
(γ) Το stop loss που αποφάσισαν να θέσουν οι δανειστές μας: Δεν δίνουν ούτε ευρώ επιπλέον στην Ελλάδα αν δεν υπάρξει πρόσθετη εγγύηση. Από τα 86 δισ. που θα μας δοθούν στην 3ετία, περίπου τα 50 αποτελούν διευκόλυνση της αποπληρωμής όσων ήδη έχουμε δανειστεί (δεν είναι πρόσθετη χρηματοδότηση) ενώ τα υπόλοιπα θα δοθούν μόνο με νέα κρατική εγγύηση. Εγγύηση είναι το Ταμείο στο οποίο θα υπαχθούν έως 50 δισ. ευρώ περιουσιακά στοιχεία του κράτους. Περί αυτού πρόκειται – όλα τα άλλα είναι για να χρυσώνεται το χάπι ή για ευτελές θέατρο στα τηλεπαράθυρα.
Τελευταίος αλλά ιδιαίτερα σημαντικός κρίκος στην αλυσίδα του περιορισμού κινδύνων από την Ελλάδα, είναι η σταθεροποίηση των ελληνικών τραπεζών. Βεβαίως, αυτή είναι προϋπόθεση για την άρση της αβεβαιότητας που ταλανίζει την ελληνική οικονομία – και τους καταθέτες. Αλλά, αν κάποιος νομίζει ότι αρκεί η νέα (τρίτη) κεφαλαιοποίηση ώστε να επιλυθεί το πρόβλημα της ρευστότητας και να χρηματοδοτηθεί η ανάπτυξη, λάθος νομίζει. Για δύο λόγους:
(α) Δεν νοείται ρευστότητα για υγιείς επιχειρήσεις, αν τα επιτόκια παραμείνουν 4πλάσια των ευρωπαϊκών. Με επιτόκια 8 ή 9%, ούτε τα λεφτά του ΕΣΠΑ δεν απορροφούνται εύκολα. Αν επιδιώκουμε να γίνουν σοβαρές επενδύσεις (κι όχι κάποια ακόμη αεριτζήδικα εγχειρήματα υψηλής και γρήγορης απόδοσης…) θα πρέπει να γίνει μια πραγματική διαπραγμάτευση με στόχο τη μείωση του κόστους του χρήματος, από κάθε πρόσφορη ευρωπαϊκή πηγή.
(β) Και στα επόμενα δύο χρόνια θα σημειωθεί αρνητική πιστωτική επέκταση, ήτοι θα συνεχιστεί (αν δεν επιταθεί) ο περιορισμός στη χορήγηση δανείων. Διότι, μαζί με τα νέα κεφάλαια, οι τράπεζες θα αναλάβουν την υποχρέωση να εξοφλήσουν, εντός μιας διετίας, τα δάνεια που έλαβαν από το Ευρωσύστημα μέσω του Μηχανισμού Εκτακτης Χρηματοδότησης (ELA). Ούτε η επιστροφή καταθέσεων επαρκεί για να αντισταθμίσει αυτήν την εξέλιξη.
Βλέπετε, η εξόφληση αυτών των δανείων και, παράλληλα, η ταχεία εκκαθάριση των «κόκκινων» δανείων, είναι δύο προϋποθέσεις για τη μεταβίβαση σε ιδιώτες (στο τέλος της διετίας) του ποσοστού που θα κατέχει το κράτος στις τράπεζες. Ποσοστού που, μετά τη νέα κεφαλαιοποίηση, προβλέπεται ότι θα περιοριστεί κάτω από 20%, έως πολύ λιγότερο – με αποτέλεσμα, ο φορολογούμενος να μην πάρει ποτέ πίσω όσα δανείστηκε και προσέφερε στις τράπεζες.
Το Μνημόνιο έχει μια δική του εσωτερική λογική. Δεν είναι μοιραία. Αλλά χωρίς ένα ευρύτερο σχέδιο που θα το διαπερνά μια δική μας, εθνική αναπτυξιακή λογική, με σαφείς στόχους, διαφανές πλαίσιο σταθερών κανόνων για όλους (μακριά από τον παλαιοκομματισμό των «δικών μας» και των «άλλων»!), που θα εμπνέει συναινέσεις και θα διεκδικεί ευρύτερη κοινωνική στήριξη, φοβούμαι ότι αδίκως θα ανιχνεύουμε τον ορίζοντα αναζητώντας κάποιο αληθινά καλό σημάδι. Ανευ σχεδίου, διατρέχουμε τον κίνδυνο να εφαρμόσουμε το Μνημόνιο αλλά (αντίθετα με την Πορτογαλία, την Ιρλανδία και την Κύπρο) να χάσουμε την ανάπτυξη. Να μείνουμε με πιο εξασθενημένη οικονομία, μια κοινωνία που δεν θα μπορεί ούτε καν να διαμαρτύρεται στα σοβαρά. Γιατί, μπροστά στο «μοιραίο» της μαζικής ανεργίας, θα έχει υποστείλει σημαία. Με σιωπητήριο.
Via : www.kathimerini.gr