του Γιώργου Σταθάκη
Η επίσκεψη Σόιμπλε τελικά φαίνεται να μην είχε ιδιαίτερο περιεχόμενο. Μπορεί να δήλωσε ευθέως ότι στηρίζει τις μνημονιακές πολιτικές και τη σημερινή κυβέρνηση. Μπορεί να επαναβεβαίωσε τους Γερμανούς ψηφοφόρους του ότι το ελληνικό πρόγραμμα προχωράει και ότι, παρά τα προβλήματά του, αποδίδει. Καθησύχασε όλους ότι με την ολοκλήρωση του προγράμματος, τον Μάιο του 2014, τυχόν προβλήματα θα τακτοποιηθούν. Και κατέληξε με απαξιωτικές διατυπώσεις για όσους αντιδρούν στο πρόγραμμα.
Η πραγματικότητα, φυσικά, είναι πολύ διαφορετική και ο κ. Σόιμπλε το γνωρίζει. Στο ελληνικό πρόγραμμα υπάρχει, μάλλον ηθελημένα, ένα σημαντικό κενό χρηματοδότησης το 2014 και το 2015, ύψους περίπου 10 δισ. Αυτό, εφόσον έχουν ήδη υπολογιστεί τρία πράγματα. Πρώτον, ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός του 2013 και οι πλεονασματικοί του 2014 και του 2015. Δεύτερον, η επιστροφή των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που αποκόμισαν οι κεντρικές τράπεζες κάθε χώρας και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Κάποιες το έχουν κάνει ήδη, εκκρεμούν αρκετές και κυρίως η ΕΚΤ. Τρίτον, η επιστροφή της οικονομίας σε θετικό πρόσημο, έστω μικρό, το 2014.
Αν μία ή περισσότερες από τις προϋποθέσεις αυτές δεν τηρηθεί, τότε το χρηματοδοτικό κενό θα αυξηθεί. Οι πρόχειρες εκτιμήσεις αποτιμούν σε 4 δισ. την απόκλιση του φετινού προϋπολογισμού και σίγουρα άλλα 10 δισ. από τα υποθετικά πλεονάσματα τα επόμενα δύο χρόνια. Μαζί με τη λίγο μεγαλύτερη ύφεση φέτος και τη μη επιστροφή στην ανάπτυξη το 2014, διαμορφώνουν το χρηματοδοτικό κενό περίπου στα 25-30 δισ. Αυτό σημαίνει ότι όταν δοθεί η τελευταία δόση, τον Μάιο του 2014, από τις ευρωπαϊκές πηγές (μόνο το ΔΝΤ θα συνεχίσει να δανείζει χρήματα, και μάλιστα λίγα, μέχρι το 2016), τότε το ελληνικό πρόγραμμα θα έχει ολοκληρωθεί, αντιμετωπίζοντας, σε όρους τρέχουσας ρευστότητας, ένα τεράστιο πρόβλημα.
Το πρόβλημα είναι σχεδόν ισοδύναμο με το 2010 (το κενό τότε ήταν 40 δισ.), εάν υπολογιστεί ότι τώρα πια το συνολικό ελληνικό χρέος των 300 δισ. έχει μεταφερθεί για αποπληρωμή στην περίοδο 2020-2040, ότι τα επιτόκια έχουν απομειωθεί τρεις φορές και είναι πλέον κοντά στο 2,5% και ότι έχει ήδη γίνει ένα κούρεμα’ στους ιδιώτες κατόχους ομολόγων της τάξης του 50%. Συνεπώς, το θέμα της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους είναι αντικειμενικό και θα γίνει με κάποια μορφή. Οι όροι που θα γίνει, αν θα συνοδευτεί από νέο Μνημόνιο ή αν θα γίνει με χρηματοδότηση από την ΕΚΤ παρόμοια με αυτήν της Ιταλίας, είναι ένα άλλο θέμα.
Από την άλλη πλευρά, η πρωτοβουλία για τη σύσταση επενδυτικού ταμείου αποδείχθηκε περιορισμένης εμβέλειας και θα είναι μάλλον αμφίβολης αποτελεσματικότητας. Η «αναπτυξιακή» ατζέντα του Μνημονίου έχει αποδειχθεί μια απλή τραγωδία. Όλες οι γερμανικές «ιδέες» που διαμόρφωσαν την ατζέντα αυτή αποδείχθηκαν έωλες. Τι να πρωτοθυμηθεί κανείς; Τις ειδικές οικονομικές ζώνες, το πρόγραμμα Ήλιος, τα μεγαλόπνοα σχέδια του Φούχτελ για την αναμόρφωση των δήμων στα γερμανικά πρότυπα, το τρέχον πρόγραμμα για την επαγγελματική κατάρτιση ή το ίδιο το ΤΑΙΠΕΔ, που αντιγράφοντας την ανατολικογερμανική εμπειρία της ενοποίησης, θεώρησε ότι αυτή θα ήταν και η «λύση» για τις μαζικές ιδιωτικοποιήσεις της υποτιθέμενης τεράστιας κρατικής περιουσίας στην Ελλάδα, επιχειρήσεων και γης. Τα μηδενικά αποτελέσματα μέχρι στιγμής, με εξαίρεση κάποιες κρατικές συμμετοχές, δείχνουν ότι η δημοσιονομική προσαρμογή προκαλούσε τεράστια ύφεση, ενώ το αντίβαρό της, η «αναπτυξιακή ατζέντα», ήταν ανάξιο λόγου.
Με μία λέξη, οι «γερμανικές ιδέες περί ανάπτυξης» έχουν αποδειχθεί άκαιρες, άτοπες, παραπλανητικές και πλήρως αναποτελεσματικές. Το ίδιο αφορά και το νέο προτεινόμενο επενδυτικό ταμείο. Η αρχική ιδέα ήταν «σωστή». Θα μπορούσε να φτιαχτεί ευθέως ένα επενδυτικό ταμείο εν Ελλάδι με πόρους από την κρατική KfW, την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλους φορείς, με σαφή προσανατολισμό τη διοχέτευση δανείων σε μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με ευνοϊκό επιτόκιο. Σήμερα η τραπεζική χρηματοδότηση είναι απαγορευτική λόγω περιορισμών στη ρευστότητα και των πολύ υψηλών επιτοκίων. Το δε υπάρχον ταμείο για τις μικρομεσαίες προσφέρει κυρίως εγγυήσεις και όχι επενδυτικούς πόρους, έχοντας ήδη βραχυκυκλώσει το 1,5 δισ. που εν δυνάμει διαθέτει.
Εν τούτοις, επιλέχθηκε το ταμείο να φτιαχτεί στο εξωτερικό, να χρησιμοποιήσει κυρίως δημόσιους ελληνικούς πόρους και πόρους του ΕΣΠΑ, αυτοί να είναι λίγοι -περίπου 500 εκατομμύρια- και να τεθεί επικεφαλής ξένος μάνατζερ. Εν ολίγοις, η ιδέα του ταμείου θα καταλήξει, όπως και οι άλλες γερμανικές αναπτυξιακές ιδέες, στον «κάλαθο των αχρήστων». Το Μνημόνιο ντε φάκτο θα δοκιμαστεί ξανά σε λιγότερο από έναν χρόνο από σήμερα, επικυρώνοντας την καθολική αποτυχία του, με την οικονομία κατεστραμμένη και την αναζήτηση ξανά νέας χρηματοδότησης που θα θυμίζει το αρχικό σημείο μηδέν του 2010.
via http://www.avgi.gr/article/657271/i-episkepsi-soimple-os-na-min-egine