μαλατέστα

Ο Ερρίκο Μαλατέστα γεννήθηκε στις 14 Δεκεμβρίου του 1853 και πέθανε στις 22 Ιουλίου του 1932. Ήταν Ιταλός αναρχικός και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην εξορία και τη φυλακή. Έγραψε αρκετά ριζοσπαστικά κείμενα για την ηθική, τη βία, τον έρωτα, ενώ διατηρούσε φιλικές σχέσες με τον Μιχαήλ Μπακούνιν.

Για πρώτη φορά συνελήφθη στα δεκατέσσερα του χρόνια, με αφορμή ένα γράμμα που έγραψε στον βασιλιά Βίκτωρα Εμμανουήλ Β΄ με θέμα την αδικία που επικρατούσε στην περιοχή.

Σπούδαζε φαρμακευτική στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης- ωστόσο, απεβλήθη το 1871 επειδή συμμετείχε σε μια διαδήλωση. Στη συνέχεια, έγινε αυτοδίδακτος μηχανικός και ηλεκτρολόγος. Το 1872 συνάντησε το Μιχαήλ Μπακούνιν και φυλακίστηκε δύο φορές τα επόμενα χρόνια επειδή προπαγάνδιζε με πάθος τις θέσεις και τις επιδιώξεις της Ά Διεθνούς.

Τον Απρίλιο του 1876, ο Μαλατέστα, ο Κάρλο Καφιέρo, o Ρώσος Στέπνιακ και περίπου 30 άλλοι ξεκίνησαν μια εξέγερση στην επαρχία Μπενεβέντο. Στην αρχή, μετέφεραν κρυφά πυρομαχικά στην περιοχή αυτή. Επειδή όμως κάποιος συνεργάτης του Μαλατέστα είχε προδώσει το σχέδιό τους στην αστυνομία, το χωριό παρακολουθείτο στενά, με συνέπεια να συλληφθούν καθ’οδόν πολλά μέλη της ομάδας που κατευθύνονταν προς τα εκεί.

Στη συνέχεια, ακολούθησε μια μακρά περίοδο εξορίας κατά τη διάρκεια της οποίας ο Μαλατέστα εξέδωσε εφημερίδες και έντυπα, έδρασε σε αρκετές χώρες και ταξίδεψε στην Αίγυπτο, το Παρίσι, το Λονδίνο και την Ελβετία.

Πέθανε την Παρασκευή 22 Ιουλίου του 1932 από βρογχοπνευμονία, ενώ είχε επιστρέψει οριστικά στην Ιταλία μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Ένα απόσπασμα από το γνωστό κείμενό του Ερίκο Μαλατέστα Αναρχία και Βία: 

ΑΝΑΡΧΙΑ ΣΗΜΑΙΝΕΙ ΜΗ ΒΙΑ, μη κυριαρχία ανθρώπου σε άνθρωπο, μη επιβολή βιαίως της βούλησης ενός ή περισσοτέρων στους υπολοίπους. Είναι μόνο μέσω της εναρμόνισης των συμφερόντων, μέσω της εθελούσιας συνεργασίας, της αγάπης, του σεβασμού, της αμοιβαίας ανοχής, είναι μόνο με την πειθώ, το παράδειγμα, τη μεταδοτικότητα και το αμοιβαίο όφελος από την επιείκεια που μπορεί και πρέπει να θριαμβεύσει η αναρχία, δηλαδή μια κοινωνία αδελφών ελευθέρως αλληλέγγυων, η οποία θα εξασφαλίζει στους πάντες την μέγιστη ελευθερία, τη μέγιστη ανάπτυξη, τη μέγιστη δυνατή ευημερία.

Υπάρχουν σίγουρα άλλοι άνθρωποι, άλλες παρατάξεις, άλλες σχολές τόσο ειλικρινώς αφιερωμένες στο γενικό καλό, όσο μπορούν να είναι οι καλύτεροι ανάμεσα μας. Αλλά αυτό που διακρίνει τους αναρχικούς απ’ όλους τους άλλους, είναι ακριβώς ο φόβος της βίας, η επιθυμία και η πρόθεση να εξαλειφθεί η βία, δηλαδή η υλική δύναμη, από την ανθρώπινη άμιλλα. θα μπορούσαμε ως εκ τούτου να πούμε ότι η ιδιαίτερη ιδέα που διακρίνει τους αναρχικούς, είναι η κατάργηση του χωροφύλακα, ο αποκλεισμός από τους κοινωνικούς συντελεστές του κανόνα που επιβάλλεται μέσω της κτηνώδους, είτε νόμιμης, είτε παράνομης, δύναμης

Αλλά τότε, θα μπορούσε να ρωτήσει κανείς, γιατί στον σημερινό αγώνα, εναντίον των κοινωνικο-πολιτικών θεσμών που θεωρούν καταπιεστικούς, οι αναρχικοί έχουν κηρύξει και ασκήσει, κηρύττουν και ασκούν, όταν μπορούν, τη χρήση βίαιων μέσων, κάτι το οποίο προφανώς αντιφάσκει με τους σκοπούς τους; Κι αυτό σε βαθμό που, κάποιες φορές, πολλοί καλόπιστοι, όπως και όλοι οι κακόπιστοι αντίπαλοι τους, να πιστεύουν ότι το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του Αναρχισμού ίσως να είναι ακριβώς η βία;

Το ερώτημα μπορεί να φαίνεται όχι προκαλεί αμηχανία, αλλά μπορώ να το απαντήσω με λίγα λόγια. Για να ζήσουν δύο εν ειρήνει, πρέπει να το θέλουν αμφότεροι· αν ένας από τους δύο είναι ισχυρογνώμων και θέλει με τη βία να επιβάλλει στον άλλο να δουλεύει για λογαριασμό του και να τον υπηρετεί, αυτός ο άλλος, αν θέλει να διατηρήσει την ανθρώπινη αξιοπρέπεια του και να μην περιπέσει στην πλέον ταπεινή δουλεία, παρ’ όλη την αγάπη του για την ειρήνη και την ομόνοια, είναι υποχρεωμένος ν’ αντισταθεί στη δύναμη μ’ όλα τα πρόσφορα μέσα.

Η ρίζα των κακών που ταλαιπώρησαν και ταλαιπωρούν την ανθρωπότητα, εκτός εκείνων εννοείται που εξαρτώνται από τις αντίξοες δυνάμεις της φύσης, βρίσκεται στo ότι οι άνθρωποι δεν έχουν κατανοήσει πως η συμφωνία και αδελφική συνεργασία είναι το καλύτερο μέσο για την εξασφάλιση στους πάντες του μέγιστου δυνατού καλού, με αποτέλεσμα οι πιο δυνατοί και πιο πανούργοι να θέλουν να υποτάξουν και να εκμεταλλεύονται τους υπολοίπους. Κι όταν καταφέρουν ν’ αποκτήσουν κάποιο πλεονέκτημα, θέλουν να το εξασφαλίσουν και να το διαιωνίσουν, δημιουργώντας για την υπεράσπιση του κάθε μορφής όργανα συνεχούς καταναγκασμού. Εξ αυτού ολόκληρη η ιστορία είναι γεμάτη αιματηρούς συγκρούσεις: Αυταρχικές ενέργειες, αδικίες, άγρια καταπίεση από τη μια πλευρά, εξεγέρσεις από την άλλη.

Δεν προτίθεμαι να κάνω διακρίσεις μεταξύ των παρατάξεων: Οποιοσδήποτε θέλει να χειραφετηθεί, ή να προσπαθήσει να χειραφετηθεί, οφείλει να αντιπαρατάξει τη δύναμη στη δύναμη, τα όπλα στα όπλα. Όμως ο καθένας, ενώ βρίσκει αναγκαίο και δίκαιο να χρησιμοποιεί τη δύναμη για να υπερασπίσει την ελευθερία του, τα συμφέροντα του, την τάξη του, τη χώρα του, καταδικάζει, στο όνομα μιας ιδιαίτερης ηθικής που τον διακρίνει, τη βία, όταν αυτή στρέφεται εναντίον του για την ελευθερία, τα συμφέροντα, την τάξη, τη χώρα κάποιων άλλων. […] Θυμίζω ότι επ’ ευκαιρία μιας πολύκροτης αναρχικής απόπειρας, κάποιος που φιγουράριζε τότε στις πρώτες γραμμές του σοσιαλιστικού κόμματος και είχε επιστρέψει φρέσκος-φρέσκος από τον ελληνοτουρκικό πόλεμο, κραύγαζε δυνατά, με την έγκριση των συντρόφων του, ότι η ανθρώπινη ζωή είναι ιερή και δεν πρέπει να αφαιρείται ούτε για την υπόθεση της ελευθερίας. Φαίνεται ότι εξαιρείται η ζωή των Τούρκων και η υπόθεση της ελληνικής ανεξαρτησίας. Παραλογισμός ή υποκρισία;

Ωστόσο η αναρχική βία είναι η μοναδική που δικαιολογείται, η μοναδική που δεν είναι εγκληματική. Μιλώ φυσικά για τη βία που έχει όντως αναρχικά χαρακτηριστικά, και όχι για κάποια τυφλή ή παράλογη βίαιη ενέργεια η οποία αποδίδεται στους αναρχικούς, ή για εκείνη που πιθανώς διαπράττεται από πραγματικούς αναρχικούς, ωθούμενους στην παράφορα από άδικες καταδιώξεις, ή τυφλωμένους, λόγω υπερβολικής ευαισθησίας που δεν μετριάζει η λογική, από τη θέα των κοινωνικών αδικιών, από τη λύπη για τη λύπη των άλλων. Η πραγματική αναρχική βία είναι αυτή που σταματά όταν σταματά η ανάγκη υπεράσπισης της ελευθερίας. Αυτή μετριάζεται από τη γνώση ότι τα άτομα ξεχωριστά, λόγω κληρονομικότητας και περιβάλλοντος, είναι ελάχιστα υπεύθυνα για τη θέση που βρέθηκαν· αυτή δεν την εμπνέει το μίσος, αλλά η αγάπη· και είναι ιερή εφόσον σκοπεύει στην απελευθέρωση των πάντων και όχι στην αντικατάσταση της κυριαρχίας των άλλων με τη δική τους».

Via : www.koutipandoras.gr