του Νίκου Ξυδάκη
Τις τελευταίες ημέρες, είναι διάχυτη η εντύπωση ότι οι πολιτικοί χειρισμοί της κυβέρνησης στο εργασιακό και κοινωνικό πεδίο της προσφέρουν ελάχιστο πολιτικό όφελος – μάλλον την φθείρουν. Οι επιστρατεύσεις στις συγκοινωνίες και στην ακτοπλοΐα, ως επίδειξη πυγμής, κατάφεραν προσώρας να αποκαστατήσουν την κανονική ροή σε κρίσιμους τομείς της κοινωνικής ζωής, αλλά την ίδια στιγμή, η αμείλικτη υλική πραγματικότητα υπονόμευσε καίρια το μεταδιδόμενο κλίμα ότι αρχίζει το τέλος των θυσιών. Οι μεγάλες περικοπές στις συντάξεις, η δρομολόγηση χιλιάδων απολύσεων στο Δημόσιο και κυρίως οι διαρροές για την υπερφορολόγηση των ακινήτων προκαλούν αίσθηση ασφυξίας στη συντριπτική πλειοψηφία του πληθυσμού.
Η διευρυνόμενη ένδεια σημαδεύτηκε από παράλληλα γεγονότα στο κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, φαινομενικά ασύνδετα, που όμως πυροδοτούν το καθένα με τον τρόπο του μια έντονη φυγοκέντρηση στο κοινωνικό σώμα, στα όρια της εξάρθρωσης και της ανθρωπιστικής κρίσης. Τέτοια γεγονότα με συμβολικό περιεχόμενο ήταν, ας πούμε, η διανομή δωρεάν λαχανικών έξω από το υπουργείο, που οδήγησε σε εικόνες αναγκεμένου όχλου· η επίδειξη ισχύος του νεοναζιστικού μορφώματος στην καρδιά της πρωτεύουσας, αλλά και σε τόπους παροχής υπηρεσιών υγείας· τέλος, η συζήτηση που συνόδευσε τη σύλληψη των νεαρών αναρχικών ληστών.
Στα παράλληλα, ασύνδετα γεγονότα, διαβλέπουμε μια ισχυρή ροπή προς συμπεριφορές ακραίες και κυρίως καινοφανείς, αδιανόητες πριν από ελάχιστα χρόνια. Για τον προσεκτικό παρατηρητή είναι προφανές ότι η κρίση, με τη φτώχεια και την ανεργία που συνεπιφέρει, οδηγεί σε πρωτόγνωρες ρηγματώσεις του κοινωνικού σώματος· πλήττει σκληρά τον κόσμο των μισθωτών και μικροεπιχειρηματιών, πλήττει τους μικροϊδιοκτήτες και τη μεσαία τάξη, πλήττει ανελέητα τη νεολαία. Σταδιακά, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού αισθάνονται ανήμπορα και αποκλεισμένα, εκτοπισμένα, εκτός κοινωνίας και ιστορίας. Ακόμη και όσοι αντέχουν υλικά, αφενός, αισθάνονται πια ασήκωτο το βάρος των υπολοίπων, όσων βουλιάζουν, αφετέρου, δεν βλέπουν φως, δεν έχουν κάτι να πιαστούν. Κατά κάποιον τρόπο, το κεϋνσιανό παράδοξο της φειδούς στην υφεσιακή οικονομία συνυπάρχει με μια παράλυση του ηθικού και του φρονήματος σε κάθε κοινωνική ομάδα.
Ιστορικά, η πολιτική πυγμής δεν μπορεί να συνεχίζεται επί μακρόν· η αυστηρή τιμωρία των απειθών χωρίς παράλληλη επιβράβευση των ευπειθών κινδυνεύει να φτάσει στο αντίθετο αποτέλεσμα: να απευθύνεται σε μια κοινωνία ανθεκτική στην τιμωρία, αναίσθητη στον φόβο, επιρρεπή στη βαναυσότητα και την ακραία αντίδραση. Αυτό μας δείχνει η αυξανόμενη επιρροή της ακραίας Χρυσής Αυγής: το απολεσθέν νόημα αναζητείται στη βαναυσότητα και στην ένστολη αγέλη. Αυτό δείχνει η απόδραση μέρους της νεολαίας προς τον μηδενισμό και τη βία: δεν βρίσκουν νόημα και αξιακό πλαίσιο, αλλά ούτε και δουλειά.
Για την ανάσχεση της ροπής προς βαναυσοποίηση και μηδενισμό, αυτού του άλογου κύματος, οι λύσεις αναμένονται πρωτίστως από έναν ριζικά ανανεωμένο πολιτικό λόγο και πράξη, από μια νέα γενική διάνοια γαλβανισμένη μες στην οδυνηρή συγκυρία. Αυτή είναι η τεράστια πρόκληση, αμφίπλευρα, προς τους υπάρχοντες σχηματισμούς και τις ηγεσίες τους: θα απαντήσουν ή θα διαλυθούν.
Via : www.kathimerini.gr