Το Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ, το οποίο διασώζει την ιστορία της μεγαλύτερης παραγωγικής και δημόσιας επιχείρησης της χώρας και τη μνήμη των ανθρώπων της, έχει αφετηρία του το 2002, όταν ανατίθεται στον Τομέα Αρχείων η επιμέλεια, τήρηση και οργάνωση όλων των Αρχείων της Επιχείρησης και, ειδικότερα, η συγκρότηση του Ιστορικού της Αρχείου.
Τότε ξεκινάει ουσιαστικά ο σχεδιασμός της διάσωσης, αποτίμησης και αξιοποίησης του τεράστιου όγκου των αρχείων της Επιχείρησης, που συνθέτουν την ιστορική μνήμη της ΔΕΗ και του εξηλεκτρισμού της χώρας.
Από τον πρώτο μικρό σταθμό παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος της Γενικής Εταιρείας Εργοληψιών, στην οδό Αριστείδου το 1889, μέχρι την ίδρυση της ΔΕΗ το 1950 μεσολαβεί μία 60ετία, κατά την οποία δεν έχει ακόμη εμπεδωθεί η αντίληψη ότι το ηλεκτρικό ρεύμα είναι κοινωνικό αγαθό. Η παραγωγή του γίνεται από ένα πλήθος -μικρών κατά κανόνα- ιδιωτικών ή δημοτικών εταιρειών, διασπαρμένων στην ελληνική επικράτεια. Η οικιακή κατανάλωση είναι εξαιρετικά περιορισμένη, καθώς η τιμή του ρεύματος είναι υψηλή -ενώ η ποιότητα χαμηλή-, καθιστώντας το πολυτέλεια.
Ωστόσο, η ηλεκτροδότηση της Αθήνας, ιδιαίτερα από το 1924 έως το 1927, αποτέλεσε πεδίο οικονομικών ανταγωνισμών, πυροδότησε πολιτικές αντιπαραθέσεις και προσέλκυσε το ενδιαφέρον ξένων ομίλων. Νικητής σε αυτόν τον ανταγωνισμό στέφθηκε ο αγγλικός όμιλος Power and Traction Finance Company Ltd. Η γνωστή ως «Πάουερ» αργότερα ίδρυσε την Ηλεκτρική Εταιρεία Αθηνών-Πειραιώς (ΗΕΑΠ), η οποία εξελίχθηκε στη μεγαλύτερη ηλεκτρική εταιρεία της χώρας πριν από την ίδρυση της ΔΕΗ.
«Ελντοράντο» εξηλεκτρισμού
Στις 20 Ιουλίου 1950 υπογράφτηκε σύμβαση μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και της αμερικανικής εταιρείας Ebasco, με την οποία η τελευταία αναλάμβανε την ανάπτυξη και λειτουργία εθνικού συστήματος ηλεκτρικής ενέργειας και στις 7 Αυγούστου 1950 ιδρύθηκε ΔΕΗ. Κατά την πρώτη 20ετία ανάπτυξης της ΔΕΗ, κατευθυντήριος άξονας τόσο για τα ενεργειακά προγράμματα όσο και για την τιμολογιακή πολιτική της επιχείρησης υπήρξε η παραγωγή άφθονης και φθηνής ηλεκτρικής ενέργειας.
Το πρώτο ενεργειακό πρόγραμμα εκπονήθηκε την περίοδο 1951-1955 από την Ebasco -η οποία είχε αναλάβει την ευθύνη οργάνωσης και λειτουργίας της ΔΕΗ- με κεφάλαια προερχόμενα από το δημόσιο προϋπολογισμό, το Σχέδιο Μάρσαλ και τις ιταλικές πολεμικές αποζημιώσεις. Τα έργα του πρώτου προγράμματος περιελάμβαναν τον ατμοηλεκτρικό σταθμό Αλιβερίου, τους υδροηλεκτρικούς σταθμούς Λούρου, Αγρα και Λάδωνα, καθώς και την κατασκευή γραμμών μεταφοράς για τη διασύνδεση όλων των παραπάνω σταθμών.
Πτολεμαΐδα και Ταυρωπός
Με το δεύτερο ενεργειακό πρόγραμμα που εκπόνησε η ελληνική πλέον διοίκηση της ΔΕΗ, μετά τη λήξη της σύμβασης με την Ebasco το καλοκαίρι του 1955, οριστικοποιήθηκε η οργάνωση και η μορφή της εκμετάλλευσης της παραγωγής και της διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας. Επιπλέον, τέθηκαν σε λειτουργία ο ατμοηλεκτρικός σταθμός Πτολεμαΐδας και ο υδροηλεκτρικός σταθμός Ταυρωπού. Μέχρι το 1960, μέσα σε μια δεκαετία λειτουργίας της ΔΕΗ, εκτός από τα θερμοηλεκτρικά και υδροηλεκτρικά εργοστάσια παραγωγής, κατασκευάστηκαν χιλιάδες χιλιόμετρα γραμμών μεταφοράς και διανομής της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς και πλήθος υποσταθμών μετασχηματισμού του ρεύματος.
Ωστόσο, βασικός πυλώνας του εξηλεκτρισμού όλης της χώρας υπήρξε το μεγάλο έργο των εξαγορών. Με το νόμο 3523 του 1956 η ΔΕΗ ορίστηκε ως μοναδικός φορέας για την παραγωγή και διανομή ηλεκτρικής ενέργειας και ανέλαβε την εξαγορά των υφιστάμενων τοπικών ηλεκτρικών εκμεταλλεύσεων και την εφαρμογή ενιαίου χαμηλού τιμολογίου σε ολόκληρη τη χώρα. Ο νόμος αυτός για την εξαγορά -ουσιαστικά για την κρατικοποίηση- όλων των ηλεκτρικών επιχειρήσεων της χώρας, αφορούσε 415 επιχειρήσεις, κυρίως μικρές και μεσαίες, αλλά και μία πολύ μεγάλη για τα ελληνικά δεδομένα και, το κυριότερο, ξένων συμφερόντων, την ΗΕΑΠ. Το έργο των εξαγορών ξεκίνησε το 1956 και ολοκληρώθηκε το 1968, με την εξαγορά και της τελευταίας ηλεκτρικής εταιρείας, του «Γλαύκου» της Πάτρας.
Ετσι, η ιστορία της πρώτης περιόδου του εξηλεκτρισμού αποτυπώνεται στο παλαιότερο αρχειακό υλικό της Επιχείρησης, στα Αρχεία των Εξαγορών Ηλεκτρικών Εταιρειών, αφού η ΔΕΗ, εκτός της δικής της πεντηκονταετούς και πλέον ιστορίας, είναι φυσικός κληρονόμος και της προγενέστερης ιστορίας μετά την εξαγορά από την ίδια όλων των ιδιωτικών ηλεκτρικών επιχειρήσεων.
Επιπλέον, τα αρχεία ηλεκτροδοτήσεων των νοικοκυριών και των μεγάλων πελατών (βιομηχανικών, μεγάλων επιχειρήσεων κ.ά.) από το 1954, αλλά και τα αρχεία της προόδου του εξηλεκτρισμού της υπαίθρου (1967-1994) είναι μοναδικού ενδιαφέροντος όχι μόνο για την ιστορία της ΔΕΗ, αλλά και για την οικονομική και κοινωνική ιστορία της χώρας.
Εθνικό δίκτυο το 1970
Το 1970 η ΔΕΗ είχε πλέον κατορθώσει να δημιουργήσει ένα εθνικό δίκτυο ηλεκτροδότησης όλης της χώρας και να προσφέρει ισότιμα σε όλους πρόσβαση στο ηλεκτρικό ρεύμα. Το γεγονός αυτό, εκτός από τεχνικό επίτευγμα και σημαντικό στάδιο ανάπτυξης του δημόσιου τομέα, αποτέλεσε και το πρώτο ολοκληρωμένο δίκτυο υλικοτεχνικής υποδομής που ενσωμάτωνε το σύνολο του πληθυσμού της επικράτειας.
Καθώς δε τα μεγάλης κλίμακας έργα απαιτούσαν τεχνογνωσία που ξεπερνούσε κατά πολύ τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι στη διάρκεια των δύο πρώτων δεκαετιών της λειτουργίας της η ΔΕΗ αποτέλεσε το σημαντικότερο εκπαιδευτικό εργαστήρι της μεταπολεμικής Ελλάδας.
Η μαρτυρία της εργασίας
Σημαντικό και αναπόσπαστο μέρος του Ιστορικού Αρχείου της ΔΕΗ είναι το Αρχείο Προφορικών Μαρτυριών παλαιών στελεχών και εργαζομένων της Επιχείρησης που ξεκίνησε το 2003. Οι μαρτυρίες των ανθρώπων της ΔΕΗ φωτίζουν πλευρές της δράσης και εξέλιξής της με τρόπο που δεν καταγράφεται στις γραπτές πηγές, αλλά τις εμπλουτίζει. Στο Αρχείο Προφορικών Μαρτυριών οι αφηγητές υπήρξαν σκαπανείς του εξηλεκτρισμού στην Ελλάδα και ταυτόχρονα μάρτυρες της πρώτης σημαντικής περιόδου συγκρότησης και εδραίωσης της Δημόσιας Επιχείρησης Ηλεκτρισμού. Μέσα από τις μαρτυρίες τους προβάλλει η μορφή του εργαζομένου ποικίλων ειδικοτήτων και η συμβολή του σε μια δραστηριότητα που αγκάλιασε όλη την επικράτεια και απέκτησε ιδιαίτερη αίγλη στη μεταπολεμική ελληνική κοινωνία, σε ένα περιβάλλον ανασυγκρότησης και αναπτυξιακού πνεύματος: «Τότε ήταν η εποχή του Ελντοράντο του εξηλεκτρισμού. Τα δίκτυα επεκτεινόντουσαν με μεγάλη ταχύτητα. Πρωτοποριακό για την Ελλάδα. Συνέχεια η μία πόλη μετά την άλλη συνδεόταν. Εγινε και η εξαγορά των τοπικών επιχειρήσεων, ο κόσμος μας έβλεπε λίγο-πολύ ως αστροναύτες που του φέρνανε ρεύμα!» (Ιστορικό Αρχείο ΔΕΗ, Αρχείο Προφορικών Μαρτυριών).
Παράλληλα, στο πλαίσιο του σχεδιασμού πολιτικής για τη διάσωση και αξιοποίηση της βιομηχανικής κληρονομιάς της Επιχείρησης, συγκροτήθηκε το Αρχείο Ιστορικού Μηχανολογικού Εξοπλισμού της ΔΕΗ. Στόχος του έργου αυτού είναι η καταγραφή, αξιολόγηση και διάσωση του τεχνολογικού πλούτου της Επιχείρησης πανελλαδικά. Από τον Ατμοηλεκτρικό Σταθμό Φαλήρου, που κατασκευάστηκε το 1903 -διατηρητέο μνημείο σήμερα- και είναι το πρώτο εργοστάσιο του είδους του στη χώρα, μέχρι τις εγκαταστάσεις και τα κτήρια-μηχανές των πρώην Λιγνιτωρυχείων Αλιβερίου, τα υλικά κατάλοιπα του εξηλεκτρισμού συνιστούν τεκμήρια της πλούσιας παραγωγικής δραστηριότητας της ΔΕΗ σε όλη την επικράτεια και ψηφίδες του σύγχρονου πολιτιστικού αποθέματός της.
Τα μεγάλα έργα, ο εξηλεκτρισμός ολόκληρης της χώρας, η δημιουργία του ενιαίου εθνικού δικτύου, η τεράστια συμβολή της ΔΕΗ ως ενιαίου και δημόσιου φορέα στη μεταπολεμική παραγωγική συγκρότηση της χώρας, η εξέλιξη της διοικητικής οργάνωσης της επιχείρησης, αλλά και η ιστορία της εργασίας αποτυπώνονται στα πλούσια και πολυποίκιλα τεκμήρια του Ιστορικού Αρχείου της ΔΕΗ.
* Ιστορικός – Βιομηχανική αρχαιολόγος
Η ιστορία της ηλεκτρικής ενέργειας στην Ελλάδα
Το δικαίωμα ηλεκτροδότησης της οθωμανικής Θεσσαλονίκης θα αναλάβει η «Βελγική Εταιρεία» το 1889
Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί τη σύγχρονη ζωή χωρίς την ηλεκτρική ενέργεια; Κάτι που σήμερα θεωρείται ως αυτονόητο, πρωτοεμφανίστηκε στη ζωή των ανθρώπων 120 χρόνια πριν, ενώ η πρόσβαση της πλειονότητας του πληθυσμού σ’ αυτή τη μορφή ενέργειας αποτελεί μια πολύ πρόσφατη κατάκτηση. Για μεγάλο μέρος του πληθυσμού της Γης, ειδικά στον Τρίτο Κόσμο, η πρόσβαση στην ηλεκτρική ενέργεια παραμένει ακόμα ζητούμενο.
Η εμφάνιση του ηλεκτρισμού δρομολόγησε τη δεύτερη Βιομηχανική Επανάσταση. Οι συνθήκες της παραγωγής άλλαξαν ριζικά με την εισαγωγή της νέας μορφής ενέργειας, που αντικατέστησε τον ατμό, το πετρέλαιο και το φωταέριο. Η ηλεκτρική ενέργεια προσέφερε μεγάλη οικονομία, ασφάλεια, υψηλή ποιότητα και μικρότερη μόλυνση του περιβάλλοντος. Οι ηλεκτροκινητήρες, μικροί και ευέλικτοι, έδωσαν τη δυνατότητα να επιλεγεί μια νέα παραγωγική δομή στα εργοστάσια. Η βιομηχανία, αλλά και οι πόλεις πήραν νέα μορφή όταν η ηλεκτρική ενέργεια άρχισε να παράγεται και να διανέμεται ευρύτερα.
Τα πάντα ξεκίνησαν την τελευταία 20ετία του 19ου αιώνα. Το 1881 λειτούργησε η πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος ισχύος 746 KW, κάπου μεταξύ Λονδίνου και Πόρτσμουθ. Τη γεννήτρια κινούσαν δύο υδρόμυλοι και η παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος εξαρτιόταν απολύτως από τις βροχοπτώσεις. Το επόμενο έτος εγκαταστάθηκε η πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Στουτγάρδη της Γερμανίας. Για να συνειδητοποιήσουμε τα πρώτα μεγέθη, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι εκείνη η μονάδα παραγωγής της Στουτγάρδης παρήγε ηλεκτρική ενέργεια για 30 λάμπες πυρακτώσεως. Η δημιουργία δικτύων θα ξεκινήσει στο Βερολίνο το 1885. Το δικαίωμα της εταιρείας παραγωγής αφορούσε την εγκατάσταση δικτύου ακτίνας 800 μέτρων από τη μονάδα παραγωγής.
Η δεκαετία 1880-1890 υπήρξε μια δεκαετία ραγδαίας ανάπτυξης και εξέλιξης της νέας τεχνολογίας. Εφευρέτες και κατασκευαστές θα προσπαθήσουν να επιλύσουν τα προβλήματα που συναντούσαν και να εξελίξουν τις μεθόδους και τις διαδικασίες.
Ο ηλεκτρισμός στην Ελλάδα θα φτάσει το 1889, όταν μια ιδιωτική εταιρεία θα κατασκευάσει την πρώτη μονάδα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας και θα φωτίσει το ιστορικό κέντρο της πόλης. Την ίδια χρονιά θα αρχίσει και η ανάπτυξη της ηλεκτροπαραγωγής στην Οθωμανική Αυτοκρατορία. Το δικαίωμα ηλεκτροδότησης της οθωμανικής Θεσσαλονίκης θα αναλάβει η «Βελγική Εταιρεία». Τότε αρχίζει και ο ηλεκτροφωτισμός σε Κωνσταντινούπολη και Σμύρνη. Παράλληλα, στην Οθωμανική Αυτοκρατορία θα εμφανιστούν ντόπιοι Ελληνες επιχειρηματίες, οι οποίοι θα δραστηριοποιηθούν στο χώρο της ηλεκτροπαραγωγής σε κλίμακα μεγαλύτερη από αυτή της Ελλάδας. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η μεταλλευτική περιοχή της Μπάλιας-Καραϊδίν, βορειοανατολικά του Αϊβαλιού (Κυδωνίες), όπου πλάι στο μεγάλο συγκρότημα των μεταλλείων -αντίστοιχο του Λαυρίου- θα αναπτυχθεί και η ηλεκτροπαραγωγή με λιγνίτη.
Η «είσοδος» του λιγνίτη
Από τη δεκαετία του 1890 δημιουργούνται εργοστάσια ηλεκτροπαραγωγής στην περιοχή, που βασίζονται στην εκμετάλλευση των λιγνιτικών πεδίων της Μπάλιας-Καραϊδίν. Η συγκεκριμένη περιοχή και η μεταλλευτική και ηλεκτροπαραγωγός δραστηριότητα έχει και μια θλιβερή πλευρά, εφ’ όσον οι 700 μεταλλωρύχοι και εργαζόμενοι στα εργοστάσια της περιοχής θα δολοφονηθούν ομαδικά μαζί με τις οικογένειές τους από τον τακτικό κεμαλικό στρατό τον Σεπτέμβριο του 1922 και θα ταφούν σε ομαδικούς τάφους έξω από την Μπάλια. Για το άγνωστο αυτό θέμα θα υπάρξει ένα αφιέρωμα στις σελίδες των «Ιστορικών».
Είναι ενδιαφέρον ότι η αναγνώριση και η αξιοποίηση του λιγνίτη στην Ελλάδα θα γίνει από Μικρασιάτες πρόσφυγες που εγκαταστάθηκαν στην Πτολεμαΐδα και είχαν μεταφέρει τη σχετική τεχνογνωσία για το υλικό αυτό. Ο πρώτος που ζήτησε και πήρε το δικαίωμα δημιουργίας ορυχείων και εκμετάλλευσης του λιγνίτη στην περιοχή αυτή ήταν ο Γεώργιος Παυλίδης, πρόσφυγας από τη Φώκαια της Σμύρνης. Η σημασία αυτής της δράσης αναγνωρίστηκε από τους ιστορικούς της ενέργειας: «Στα μέσα της δεκαετίας του 1920 ανήσυχοι και δραστήριοι, όπως ο Γ. Παυλίδης (…) αντιλήφθηκαν τη σημασία του λιγνίτη και κατέβαλαν μεγάλες προσπάθειες για τη συστηματική του εκμετάλλευση…» («Μνήμες και εικόνες από λιγνίτη. 60 χρόνια ενέργεια για την Ελλάδα», δεύτερη έκδοση, ΔΕΗ, 2010).
* Διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας – Μαθηματικός
Via : www.enet.gr