Παντελής Μπουκάλας
Το συνηθίζει ο θυμός να πετάει στη φωτιά και τα χλωρά μαζί με τα ξερά. Δεν έχει χρόνο και διάθεση να εντοπίσει διαφορές, να σταθμεύσει σε αντιθέσεις. Το δικό μας σινάφι ή επάγγελμα (αλλά προς Θεού, όχι λειτούργημα, ας πάψει ο αυτοβαυκαλισμός) ανήκει στους προσφιλείς στόχους της λαϊκής αγανάκτησης. Ούτε νέο φαινόμενο είναι αυτό ούτε παράδοξο. Εκδηλωνόταν πολύ πριν ο γυάλινος Τύπος εκτοπίσει τον έγχαρτο, όταν οι εφημερίδες είχαν όντως τη δύναμη ν’ ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις. Εφημερίδες έσκιζαν και έκαιγαν οι οργισμένοι δημοκράτες το 1965, το καλοκαίρι της αποστασίας. Αν υπήρχαν δίαυλοι, ίσως έσπαγαν τηλεοράσεις.
Στον μετά τα Τέμπη χρόνο τα ΜΜΕ βάλλονται και πάλι. Η μπάλα δεν κάνει διακρίσεις. Καίει τους χάρτινους και σπάει τους γυάλινους με την ίδια ορμή. Αν ισχυριστούμε ότι δεν υπάρχουν αιτίες που να εξηγούν την ορμή αυτή, θα ξαναπούμε ψέματα στον δημοσιογραφικό εαυτό μας και θα συνεχίζουμε να κατρακυλάμε στην κλίμακα της αξιοπιστίας, χέρι-χέρι με τους επίσης βυθιζόμενους πολιτικούς. Αυτό το «χέρι-χέρι» είναι το πρόβλημα: η διαπλοκή. Τόσο βαθιά που να της περιττεύουν οι «λίστες Πέτσα» και τα προς αντιγραφήν νον-πέιπερ. Οι εξουσιογράφοι (αυτό το όνομα τους ταιριάζει) δρουν αυθορμήτως και ενθουσιωδώς.
Αρκετοί γαλάζιοι δημοσιολόγοι και πολιτικοί κατηγορούν τώρα τη δημοσιογραφία ότι «δεν μίλησε έγκαιρα για τα τρένα», εξαπολύουν δε την ίδια μομφή και κατά των εργαζομένων του σιδηροδρόμου. Σφάλλουν. Εσκεμμένα. Και αποκαλυπτικά ρεπορτάζ σε εφημερίδες υπήρξαν και τεκμηριωμένες καταγγελίες των σιδηροδρομικών και απεργιακές προσπάθειες, που τις κατέπνιγε ο νόμος Χατζηδάκη. Τα κανάλια όμως, αλλού ταγμένα, ούτε έβλεπαν ούτε άκουγαν. Προτιμούσαν να αποθαυμάζουν τον «θιγμένο» κ. Κώστα Καραμανλή, που δέκα μέρες προ της τραγωδίας διαβεβαίωνε τη Βουλή ότι «διασφαλίζει την ασφάλεια» των ταξιδιωτών…
Πηγή : https://www.kathimerini.gr