Από την ΕΣΚΑ στην Euroleague. Το παιδικό όνειρο που εξελίχθηκε σε εφιάλτη, η Ιθάκη του Κράσνονταρ και τώρα ο πάγκος του μεγαλύτερου κλαμπ στον κόσμο. Ο Γιώργος Μπαρτζώκας δεν είπε ποτέ «όχι» στις προκλήσεις.
Ο Γιώργος Μπαρτζώκας είναι από το μεσημέρι της Παρασκευής ο προπονητής της Μπαρτσελόνα, διαδεχόμενος τον Τσάβι Πασκουάλ. Ο 51χρονος τεχνικός ταξίδεψε το πρωί της Παρασκευής στη Βαρκελώνη για να βάλει την υπογραφή στο νέο τριετές (2+1) συμβόλαιο και να γράψει τον επίλογο ενός σίριαλ που κράτησε αρκετές ημέρες. Κι αυτό γιατί δεσμευόταν με συμβόλαιο από τη Λοκομοτίβ Κουμπάν, χωρίς να έχει προβλεφθεί όρος για buy-out. Για να τον αποδεσμεύσουν μάλιστα οι Ρώσοι πήραν 500.000 ευρώ, αποζημίωση-ρεκόρ σε ότι αφορά τους προπονητές για τα ευρωπαϊκά επίπεδα. Δείγμα του πόσο τον ήθελαν. Και οι μεν και οι δε.
Πλέον ο Γιώργος Μπαρτζώκας θα γίνει ο πρώτος Έλληνας που κάθεται στον πάγκο της Μπαρτσελόνα και ο δεύτερος που θα κοουτσάρει στο ισπανικό πρωτάθλημα, μετά τον Φώτη Κατσικάρη. Άλλη μια πρωτιά για τον 51χρονο τεχνικό που είναι ο πρώτος Έλληνας που κατέκτησε την Euroleague, αυτός με τις περισσότερες νίκες και ο μοναδικός που θα έχει καθοδηγήσει τέσσερις διαφορετικές ομάδες στην κορυφαία διοργάνωση (Μαρούσι, Ολυμπιακός, Λοκομοτίβ Κουμπάν και πλέον Μπαρτσελόνα).
Επί της ουσίας εξαργύρωσε την εξαιρετική χρονιά της Λοκομοτίβ Κουμπάν (3η θέση), που έφερε τον ίδιο δεύτερο σε ψήφους σε ότι αφορά τον τίτλο του «προπονητή της χρονιάς». Έναν τίτλο που έχει κατακτήσει ήδη μια φορά (2013). Για αυτό και η πρώτη επαφή των δύο πλευρών έγινε στην περίοδο του φάιναλ-φορ. Ήταν φανερό ότι ο Γιώργος Μπαρτζώκας βρισκόταν στην κορυφή της λίστας. Το εμπόδιο της Λοκομοτίβ, ωστόσο, αλλά κι η αλλαγή στην ηγεσία (ο Ροντρίγκο Ντε Λα Φουέντε πήρε τη θέση του Τζουάν Κρέους) έφερε στο προσκήνιο και άλλους υποψήφιους. Όπως τον αγαπητό στον κόσμο, Σαρούνας Γιασικεβίτσιους. Ή τους Φώτη Κατσικάρη και Αντρέα Τρινκέρι που συνομίλησαν με τον νέο τζένεραλ μάνατζερ της ομάδας στη Βαρκελώνη.
Όπως έκανε και ο ίδιος ο Μπαρτζώκας την προηγούμενη βδομάδα. Για να ακολουθήσει μια σειρά επαφών με τη Λοκομοτίβ Κουμπάν και η χρυσή τομή με την αποζημίωση προς τους Ρώσους.
Η σταθερή ανέλιξη και η τριετία που άλλαξαν όλα
Όσο σταθερή, αργή και μεθοδική ήταν η ανέλιξη του στο μπασκετικό στερέωμα, άλλα τόσο καταιγιστικές ήταν οι εξελίξεις στην καριέρα του τα τελευταία χρόνια. Από το ζενίθ στο ναδίρ. Και πίσω. Και ξανά. Μετά από μια μακρά καριέρα στα τοπικά πρωταθλήματα της ΕΣΚΑ, ακολούθησε η διετία ως assistant coach στο Μαρούσι και από εκεί το βάπτισμα του πυρός στην Α1 με την Ολύμπια Λάρισας για άλλα τρία χρόνια. Κι από εκεί ξανά πίσω στην ομάδα που συνδέθηκε, το Μαρούσι συμμετέχοντας στους «16» της Euroleague.
Επί ημερών του τόσο η Ολύμπια Λάρισας, όσο και το Μαρούσι έζησαν τις μεγαλύτερες τους στιγμές. Παρθενική πρόκριση στα πλέι-οφ και συμμετοχή σε ευρωπαϊκές διοργανώσεις για τους «πορτοκαλί», Top-16 και 3η θέση για την ομάδα των βορείων προαστίων. Και τις δύο τις αποχαιρέτησε βλέποντας τες στο χείλος του γκρεμού. Για να ακολουθήσει μια διετία στον Πανιώνιο, τον οποίο οδήγησε ξανά στο ψηλότερο σκαλί για τα δικά του δεδομένα, την 3η θέση του ελληνικού πρωταθλήματος. Συμπλήρωσε με συνέπεια τα ένσημα και το βιογραφικό του πριν κάνει το μεγάλο άλμα, που δεν ήταν άλλο από τον Ολυμπιακό.
Όταν ανέλαβε το Μαρούσι διαδεχόμενος τον Σούλη Μαρκόπουλου βρήκε την ομάδα στην 3η θέση του ελληνικού πρωταθλήματος. «Μήπως δεν πρέπει να πας; Τι άλλο θα κάνεις;» έλεγε το περιβάλλον του. Το ίδιο και στον Ολυμπιακό που εκείνο το καλοκαίρι ήταν πρωταθλητής Ευρώπης. «Μήπως δεν πρέπει να πας;» επαναλήφθηκε η ίδια ερώτηση. Εκείνος, όμως, ποτέ δεν έβλεπε έτσι τη δουλειά του προπονητή. «You have to be comfortable, feeling uncomfartable» λέει μια από τις αγαπημένες του φράσεις, αυτή που προσφάτως χρησιμοποίησε σε ομιλία του. Η δουλειά του προπονητή είναι πάντα μια πρόκληση.
Το κεφάλαιο «Ολυμπιακός»
Ο Ολυμπιακός ήταν το κεφάλαιο της καριέρα του που τον σημάδεψε. Αφενός γιατί κατέκτησε τον τίτλο στο Λονδίνο, που συνοδεύτηκε με δύο σπουδαίες εμφανίσεις και την «κατοστάρα» απέναντι στη Ρεάλ και αφετέρου γιατί ο ίδιος έζησε το παιδικό του όνειρο, να κοουτσάρει την ομάδα της καρδιάς του. Η δεύτερη χρονιά δεν συνοδεύτηκε από κάποιο τίτλο, καθώς οι Πειραιώτες απέτυχαν να προκριθούν στο φάιναλ-φορ στο Μιλάνο καθώς δεν ξεπέρασαν το εμπόδιο της Ρεάλ. Τη σειρά που αποτέλεσε τις «πιο δύσκολες στιγμές της καριέρας μου» όπως παραδέχτηκε ο Πάμπλο Λάσο.
Για να φτάσουμε στον Οκτώβρη του 2014 και το παιχνίδι κυπέλλου με τον Παναθηναϊκό, που προηγήθηκε της απόφασης του να παραιτηθεί λέγοντας ότι «πρέπει να γίνει ο ίδιος η αλλαγή«. Με τα λόγια του Γκάντι αποφάσισε να πει «αντίο» στους Πειραιώτες, αλλά και στην Ελλάδα. Από εκείνη την ημέρα αποφάσισε ότι θα συνεχίσει την καριέρα του στο εξωτερικό. Κάτι που δεν έκανε για παράδειγμα όταν του χτύπησε την πόρτα η Φενέρμπαχτσε. Τότε, το καλοκαίρι του 203 οι Τούρκοι του πρόσφεραν τα διπλά χρήματα που έπαιρνε στον Ολυμπιακό, αλλά εκείνος αρνήθηκε θεωρώντας ότι έχει ηθική υποχρέωση στον Ολυμπιακό.
Τώρα ήταν η δεύτερη φορά που μια ομάδα ζητούσε να σπάσει το συμβόλαιο του. Ήταν η Μπαρτσελόνα. Και ο Γιώργος Μπαρτζώκας δεν ήταν διατεθειμένος να χάσει την ευκαιρία. Είχε προηγηθεί η χρονιά χωρίς ομάδα, αλλά με πολύ μπάσκετ (‘»έβλεπα συνεχώς παιχνίδια, έκανα ταξίδια στο εξωτερικό για το μπάσκετ και βελτίωσα τα αγγλικά μου») και η ονειρική σεζόν στην Λοκομοτίβ Κουμπάν. Ήταν η πρώτη του εμπειρία στο εξωτερικό και μάλλον η πιο περίεργη.
Η Ιθάκη του Κράσνονταρ
Η κουλτούρα των Ρώσων είναι εντελώς διαφορετική από την ελληνική, με τα θετικά της και τα αρνητικά της. Ουδέποτε, όμως, ο δρόμος από το Κράσνονταρ ως το Βερολίνο δεν ήταν στρωμένος με ροδοπέταλα. Το αντίθετο. Η χρονιά ξεκίνησε με τον πιο ταλαντούχο ψηλό της ομάδας (Άντονι Ράντολφ) τραυματισμένο, τη διοίκηση να εξετάζει το ενδεχόμενο να «πουλήσει» τον Μάλκομ Ντιλέινι σε ομάδα της Κίνας και να έχει ήδη καπαρώσει θέση ξένου για έναν παίκτη εκτός της φιλοσοφίας του (Φεζένκο). Παρά τα εμπόδια, όμως, η «Λόκο» έδειξε εντυπωσιακή σταθερότητα. Τερμάτισε στην 1η θέση (αφήνοντας δεύτερη τη Μπαρτσελόνα) στην κανονική περίοδο και 2η στο Top-16, έχοντας την καλύτερη άμυνα στη διοργάνωση. Και στα playoffs κατάφερε να ξεπεράσει το εμπόδιο των «μπλαουγράνα» παρότι βρέθηκε πίσω στη σειρά με 1-2.
Και από εκεί που οι ρωσικές ομάδες (πλην ΤΣΣΚΑ) δεν είχαν πετύχει ποτέ νίκη στα προημιτελικά της Euroleague, η Λοκομοτίβ Κουμπάν έφτασε να κατακτά την 3η θέση στο Βερολίνο, χτυπώντας limit-up. Από αυτή την ομάδα δύο παίκτες κατέληξαν στη Ρεάλ (Ράντολφ, Ντρέιπερ), ένας στο ΝΒΑ (Ντιλέινι) και ένας στον Παναθηνασϊκό (Σίνγκλετον), ενώ κι ο ίδιος ο προπονητής έγινε ο νέος προπονητής της Μπαρτσελόνα, έχοντας μες στη χρονιά κερδίσει τους Καταλανούς τέσσερις φορές.
Η ικανότητα του να επιλέγει παίκτες ήταν ένα από τα χαρακτηριστικά του όλα αυτά τα χρόνια. Το είχε κάνει στην Ολύμπια (Ματ Ουόλς), το είχε κάνει στο Μαρούσι (Τζαμόν Γκόρντον), στον Πανιώνιο (Ντίμπλερ), στον Ολυμπιακό (Ντάνστον, Λοτζέσκι). Το έκανε με εντυπωσιακό τρόπο στην Λοκομοτίβ, όπου κατάφερε να συνεργαστεί άψογα και με τους παίκτες που βρήκε από την περσινή χρονιά. Όταν πήγε ο Ντιλέινι ήταν σε δυσμένεια. Και ο Ράντολφ κουβαλούσε την ταμπέλα του προβληματικού. Την περσινή χρονιά, όμως, αποδείχτηκε το αντίθετο. Ο Μάλκομ Ντιλέινι, μέλος της καλύτερης 5άδας της διοργάνωσης, δημοσίευσε συχνά αποθεωτικά σχόλια για τον προπονητή του στα social media, ενώ όταν έγινε γνωστή η συμφωνία του με τη Μπαρτσελόνα έγραψε: «well deserved». Ότι το άξιζε, δηλαδή.
«Αυτό που ζω δεν το έχω ξαναζήσει»
Κοιτάζοντας κάποιος πίσω στην καριέρα του Γιώργου Μπαρτζώκα θα βρει ένα χαρακτηριστικό: τη διάρκεια. Έφυγε επιτυχημένος από όλες τις ομάδες που καθοδήγησε. Αλλάζοντας στυλ ακόμη και τη φιλοσοφία του, όπως παραδέχτηκε προσφάτως μιλώντας μπροστά στους Έλληνες συναδέλφους του. Επενδύοντας πάντα στην καλή ομαδική λειτουργία, στην σκληρή άμυνα και στο παιχνίδι μισού γηπέδου.
Η Ρωσία, πάντως, έστω κι αν ζούσε μακριά από την οικογένεια του, αποδείχτηκε το ιδανικό μέρος για την μετά-Ολυμπιακού εποχή. Μακριά από τον ελληνικό φανατισμό και τις οπαδικές κραυγές, απολαμβάνοντας την απόλυτη αναγνώριση. «Δεν το έχω ξαναζήσει αυτό» έλεγε. Σε πολλές συνέντευξη του δήλωνε εντυπωσιασμένος από την αγάπη του κόσμου, που έβλεπε στο πρόσωπο του τον «σταρ» της ομάδας. Μέχρι και πανό έγινε. Χαρακτηριστικές ήταν οι εκδηλώσεις μετά το break στη Βαρκελώνη, ή στην αποχαιρετιστήρια εκδήλωση της ομάδας στο Κράσνονταρ.
Το να φύγει επομένως δεν ήταν εύκολη απόφαση. Ούτε για τον ίδιο, ούτε για τη διοίκηση της Λοκομοτίβ που αξίωσε ένα πολύ υψηλό buy-out για να αφήσει ελεύθερο τον προπονητή που την οδήγησε στην επιτυχία. Το ποσό τελικά ήταν τα 500.000 ευρώ. Αποζημίωση-μαμούθ για προπονητή στην Ευρώπη.
Στη Βαρκελώνη ανοίγει άλλη μια πρόκληση στην καριέρα του. Θα συνεργαστεί με τον Χουάν Κάρλος Ναβάρο, τον Άντε Τόμιτς, τον Στράτο Περπέρογλου, αναλαμβάνοντας την ομάδα από τα χέρια ενός επιτυχημένου προπονητή, αλλά μετά από μια διετία χωρίς τίτλους. Σε μια κομβική στιγμή για την μπασκετική ομάδα, που θέλει να αλλάξει σελίδα τη χρονιά που αλλάζει συθέμελα το ευρωπαϊκό μπάσκετ. Από την άλλη, όμως, ο Γιώργος Μπαρτζώκας έχει συνηθίσει να νιώθει άβολα.