justice

του Φιντία Βελλίκη*

Με αφορμή τη δικαστική αντιμετώπιση των Τσοχατζόπουλου, Παπαγεωργόπουλου, Λαυρεντιάδη, Ψωμιάδη, Αθανασόπουλου κ.ά. μπαίνει το ερώτημα γιατί τώρα αυτή η αντιμετώπιση από τη δικαστική εξουσία και τι σημαίνει αυτό.

Την απάντηση αυτή θα τη θεμελιώσω στην πείρα μου από τη συμμετοχή μου ως δικηγόρου στις πιο κρίσιμες υποθέσεις πολιτικοοικονομικής φύσης, όπου δοκιμάζεται η ανεξαρτησία και η αποτελεσματικότητα της δικαστικής εξουσίας.

Ενδεικτικά αναφέρω τη δίκη του ΠΑΜ – Παρτσαλίδη – Δρακόπουλου στο Εφετείο Αθηνών, στη δικτατορία, το 1973, υποθέσεις τοπικών φοιτητικών συλλόγων στη δικτατορία, δίκες βασανιστών της χούντας, δίκες δημοκρατικών φοιτητών μεταδικτατορικά, υπόθεση Α. Παπανδρέου – Κοσκωτά, υποθέσεις υποκλοπών Vodafone.

Τι συνετέλεσε λοιπόν ώστε η δικαστική εξουσία να φτάσει στην αντιμετώπιση του πολιτικού – οικονομικού εγκλήματος με τη δραστικότητα που φάνηκε στις υποθέσεις Τσοχατζόπουλου, Παπαγεωργόπουλου, Λαυρεντιάδη, Ψωμιάδη, Τ. Αθανασόπουλου και άλλων;

Μερικοί διατυπώνουν τη σκέψη ότι αφήνουν να τιμωρηθούν «τα πολιτικά πτώματα» για να φανεί δήθεν τιμωρία και να γλυτώσουν οι ενεργοί. Άλλοι πάλι από πλευράς συγκυβέρνησης δηλώνουν ότι δήθεν αυτοί τιμωρούν τους ενόχους.

Στη χώρα μας, όπως είναι γνωστό, συνταγματικά ισχύει το σύστημα της διάκρισης των εξουσιών, νομοθετική – εκτελεστική – δικαστική, αλλά την ηγεσία της δικαστικής τη διορίζει η κυβέρνηση. Επίσης είναι γνωστό ότι από την κορυφή της δικαστικής εξουσίας διαμορφώνεται ένα πνεύμα σε κρίσιμα ζητήματα μέσα από τους μηχανισμούς της επιθεώρησης, ελέγχων και πειθαρχικών αντιμετωπίσεων.

Στη σαραντάχρονη δικηγορία μου, διαπίστωσα ότι σε περιόδους πολιτικά μεταβατικές, δηλαδή όταν μια κυβέρνηση κλονίζεται και διαμορφώνεται κλίμα μετάβασης σε άλλη κυβέρνηση με διακηρύξεις διαφοροποίησης και αλλαγής αντιμετώπισης της κοινωνίας, η δικαστική εξουσία στην ουσία «απελευθερώνεται», «αυτονομείται» και αντιμετωπίζει το πολιτικό έγκλημα ανεξάρτητα και δραστικά, όπως τάχτηκε στη συνταγματική λειτουργία τους.

Όταν οι κυβερνήσεις είναι ισχυρές, η δικαστική εξουσία μέσω των διορισμένων ηγεσιών της κάνει κινήσεις ευθυγράμμισής της με τις κυβερνητικές επιδιώξεις. Μερικά παραδείγματα αυτής της μεταβατικότητας.

1. Το 1973, στη δίκη του ΠΑΜ επί χούντας, που όμως κλονιζόταν, οι συνθήκες διεξαγωγής της δίκης και η αντιμετώπιση των κατηγορουμένων ήταν αναντίστοιχες με τη δικτατορία.

2. Στην περίοδο 1979-1980, όταν κλονιζόταν η κυβέρνηση της Ν.Δ. και φαινόταν ότι μεταβαίνουμε σε κυβέρνηση ΠΑΣΟΚ, υπήρξε πληθώρα αποφάσεων, αλλαγής αντιμετώπισης των υποθέσεων πολιτικού περιεχομένου. Χαρακτηριστικά αναφέρω απόφαση του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Θεσσαλονίκης με κατηγορούμενους φοιτητές που συγκεντρώθηκαν έξω από το Δικαστικό Μέγαρο Θεσσαλονίκης και φώναξαν συνθήματα «μπάτσοι, γουρούνια, δολοφόνοι», σ’ απόπειρα της αστυνομίας να τους διαλύσει. Το δικαστήριο αθώωσε τους φοιτητές με το σκεπτικό «οι αστυνομικοί ενεργώντας τη διάλυση της συγκέντρωσης ενήργησαν εκτός των ορίων της αστυνομικής αρμοδιότητας και εξουσίας και οι φοιτητές νομιμοποιούντων ν’ αποκρούσουν με τη (σκληρή, αλλά πολιτική) κριτική την παράνομη δράση των αστυνομικών κι επομένως δεν διέπραξαν το αδίκημα της περιύβρισης της αρχής και εξύβρισης των αστυνομικών». Όλο το προηγούμενο διάστημα τέτοιες κατηγορίες κατέληγαν σε καταδίκες.

3. Σήμερα, που και πάλι διανύουμε μεταβατική περίοδο από πλευράς συγκυβέρνησης, αφού η τρικομματική αντιμετωπίζεται από τον λαό ως λαίλαπα για μισθούς, συντάξεις, φόρους, ανεργία, ύφεση και δημοσκοπικά μειοψηφεί και διαφαίνεται διαδοχή με κυβέρνηση Αριστεράς, μ’ άλλες διακηρύξεις και αρχές εντιμότητας, δικαιοσύνης και διαφάνειας, η δικαστική εξουσία ασκεί αποτελεσματικά το έργο της, αφού ούτε οι πιέσεις προς τους οικονομικούς εισαγγελείς απέδωσαν, όπως αντίθετα απέδωσε ο εγκλωβισμός των υποκλοπών στον Άρειο Πάγο, και η δικαστική εξουσία αποδίδει ευθύνες και ποινές σε άλλοτε στηρίγματα της εκτελεστικής εξουσίας.

Φυσικά και το νομικό πλαίσιο δεσμεύει πολλές φορές τη δικαστική εξουσία, όπως ο νόμος περί ευθύνης των υπουργών και οι πλειοψηφίες στη Βουλή για τις παραπομπές.

Δεν μπορώ να μη συνυπολογίσω και τη μισθολογική και θεσμική αντιμετώπιση των δικαστών σαν ένα ακόμη παράγοντα που αποδεσμεύει πολλούς δικαστές από την ευθυγράμμιση με τις κυβερνητικές επιδιώξεις, αφού η σκέψη «αυτοί τα κλέβουν και μειώνεται ο μισθός μας» και η αξίωση του λαού «επιτέλους ας μπει κάποιος στη φυλακή» διαμορφώνει το περί δικαίου συναίσθημα που λειτουργεί και στις συνειδήσεις των δικαστών. Στην κατεύθυνση της ανεξαρτησίας των δικαστών λειτουργεί και η ανάδειξη των δικαστών χωρίς πολιτικά εμπόδια – κοινωνικά φρονήματα.

Κλείνω τις σκέψεις αυτές με την κρίσιμη επισήμανση ότι είναι προς όφελος του πολιτικού πολιτισμού να καταργηθεί ο διορισμός της ηγεσίας της δικαστικής εξουσίας από την κυβέρνηση, η κατάργηση του νόμου περί ευθύνης των υπουργών και η αναδιοργάνωση του οργανισμού της Δικαιοσύνης με επιδίωξη την ανεξαρτησία, ταχύτητα και αποτελεσματικότητα της απονομής της δικαιοσύνης και την εύκολη και όχι δαπανηρή πρόσβαση σ’ αυτήν από τον απλό πολίτη.

* Ο Φιντίας Βελλίκης είναι δικηγόρος, πρώην βουλευτής Σερρών του ΣΥΝ

Via : www.avgi.gr