του Νίκου Χατζηνικολάου

Η ΑΠΟΦΑΣΗ  του Eurogroup για το ελληνικό χρέος και για την εκταμίευση της επόμενης δόσης των δανεικών έδωσε χωρίς αμφιβολία μια σημαντική «ανάσα» στη χώρα μας, καθώς μείωσε σημαντικά τον κίνδυνο της άτακτης χρεωκοπίας και κατά συνέπεια τον κίνδυνο μιας αναγκαστικής εξόδου μας από την ευρωζώνη. Και βέβαια η συμφωνία των Βρυξελλών δίνει τώρα στην κυβέρνηση Σαμαρά πίστωση χρόνου προκειμένου να επεξεργαστεί άμεσα και να αρχίσει να εφαρμόζει σύντομα ένα συγκροτημένο και αποτελεσματικό εθνικό σχέδιο δράσης για την ανάπτυξη της οικονομίας μας και για την έξοδο από την κρίση. Αν αυτό δεν συμβεί, είναι βέβαιον ότι οι κίνδυνοι που προαναφέρθηκαν και που προς το παρόν απομακρύνθηκαν θα επανέλθουν στον ορίζοντα και μάλιστα με ακόμη μεγαλύτερη ένταση. Είναι, άλλωστε, κοινό μυστικό πρώτον ότι τα δανεικά δεν έσωσαν ποτέ κανέναν και δεύτερον ότι η συμβιβαστική λύση που δόθηκε στο θέμα του χρέους μας είναι και πρόχειρη και προσωρινή.

ΤΗΝ ΑΠΙΣΤΕΥΤΗ
  προχειρότητα αποκαλύπτει ανάγλυφα το έγγραφο-«βόμβα» του Γερμανού υπουργού Οικονομικών, που φέρνει σήμερα στο φως η Real news. Σε αυτό ο κ. Σόιμπλε δηλώνει ότι το 2020 το ελληνικό χρέος θα είναι στο 126,6% του ΑΕΠ και το 2022 στο 115%. Αντίθετα, το Eurogroup ανακοίνωσε επισήμως λίγες ημέρες νωρίτερα ότι θα είναι στο 124% και στο 110% του ΑΕΠ, αντιστοίχως, το 2020 και το 2022… Η διαφορά στους «μπακάλικους» λογαριασμούς των δύο πλευρών δεν είναι διόλου αμελητέα. Υπερβαίνει τα 5 δισεκατομμύρια ευρώ! Και αποκαλύπτει την απίστευτη επιπολαιότητα και την εξοργιστική ανευθυνότητα με την οποία αντιμετωπίζει η σημερινή ευρωπαϊκή ηγεσία τα προβλήματα που γεννά η κρίση. Ποια από τις δύο πλευρές λέει την αλήθεια; Η Γερμανία και ο κ. Σόιμπλε ή το Eurogroup; Και ποιος άραγε θα πληρώσει τη διαφορά; Μήπως για άλλη μια φορά η εξουθενωμένη και καταπτοημένη ελληνική κοινωνία;

ΟΣΟ  για το ότι η λύση-«μπάλωμα» των Βρυξελλών για το χρέος μας είναι προσωρινή, το δηλώνει ευθέως σήμερα στην εφημερίδα μας ο κ. Κρίστοφ Σμιντ, μέλος της Επιτροπής Σοφών που συμβουλεύουν τη Γερμανίδα καγκελάριο κ. Αγκελα Μέρκελ. Ομιλεί περί «προσωρινής ανακούφισης» και προβλέπει ότι «ένα κούρεμα είναι πιθανόν να τεθεί εκ νέου προς συζήτηση τους επόμενους μήνες». Ο σύμβουλος της κ. Μέρκελ δηλώνει μάλιστα ότι «η παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ δεν είναι εγγυημένη» και ότι «η διασφάλιση μπορεί να γίνει μόνο μέσω της άμεσης εφαρμογής των διαρθρωτικών αλλαγών». Ο κ. Σμιντ λέει ότι η μόνη λύση για το ελληνικό πρόβλημα είναι η ανάπτυξη της οικονομίας μας. Αυτό δηλαδή που βλέπουν και αντιλαμβάνονται πλέον όλοι οι Ελληνες, αλλά δεν δρομολογεί – μέχρι σήμερα τουλάχιστον – η πολιτική μας ηγεσία, που επιμένει να ασχολείται με τη… βιωσιμότητα του χρέους μας και όχι με τη βιωσιμότητα της οικονομίας μας!

Ο ΣΕΒΑΣΤΟΣ  καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Γεώργιος Αγαπητός, πρώην υπηρεσιακός υπουργός Οικονομικών, μου επέτρεψε να «κλέψω» το εξαιρετικό του πόνημα που έστειλε προς δημοσίευση στη Real news και να το εντάξω στο σημερινό κύριο άρθρο της εφημερίδας. Διαβάστε το με προσοχή! Τα λέει όλα!

Αρθρο του Γ. Αγαπητού

«Ο όρος “βιώσιμος” στα οικονομικά (livable) σημαίνει ότι κάποια οικονομική μονάδα διαθέτει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις για να επιβιώσει και να μην αφανιστεί (αποβιώσει). Oταν π.χ. ένα βρέφος γεννηθεί πολύ πρόωρα, οι πιθανότητες να ζήσει και να μεγαλώσει φυσιολογικά είναι πολύ περιορισμένες. Αντίθετα, το δημόσιο χρέος όταν μεγαλώνει συστηματικά, ουσιαστικά και μεταφορικά επιβιώνει και διαιωνίζεται. Aρα, το επιθυμητό θα ήταν να συρρικνώνεται, να αφανίζεται και να μην επιβιώνει.

Η εμμονή, συνεπώς, στη “βιωσιμότητα” του ελληνικού δημοσίου χρέους είναι μια απατηλή συζήτηση και ένας πρωτότυπος – αυταρχικός όρος των δανειστών της χώρας που τους δίνει τη δυνατότητα να επιβάλλουν σκληρά μέτρα λιτότητας, με συνέπεια τη φτωχοποίηση, την ύφεση και την ανάγκη συνεχούς δανεισμού, ο οποίος διαιωνίζει το χρέος και το καθιστά κύριο ρυθμιστή της πορείας της χώρας.

Η χρησιμοποίηση, επίσης, του ποσοστού του δημοσίου χρέους ως προς το ΑΕΠ ως κυρίαρχου οικονομικού δείκτη αποτελεί πρόσχημα γιατί η πολιτική που ασκείται αποβλέπει στην αύξησή του, αφού ο αριθμητής συστηματικά αυξάνεται, ενώ ο παρονομαστής διαρκώς μειώνεται. Ο εμπαιγμός ότι το ποσοστό αυτό θα είναι 120% το 2020 απευθύνεται σε ανθρώπους διανοητικά καθυστερημένους γιατί για το 2013 προβλέπεται 190%, ενώ το 2008 ήταν 112% (της γενικής κυβέρνησης). Εξάλλου, υπάρχουν χώρες με αντίστοιχα ποσοστά άνω του 200% και το χρέος τους χαρακτηρίζεται “βιώσιμο”.

Το δημόσιο χρέος, επομένως, είναι “πολύ βιώσιμο”, αλλά η ελληνική οικονομία δεν είναι βιώσιμη. Βιώσιμη θα γίνει όταν η αρνητική εξέλιξη του ΑΕΠ γίνει θετική, αυξηθούν τα φορολογικά έσοδα και μειωθεί η ανάγκη για νέους δανεισμούς. Μόνον έτσι θα μειωθεί αυτό το ποσοστό. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με μείωση των φορολογικών επιβαρύνσεων, ενίσχυση των επενδύσεων (ιδιωτικών – δημοσίων) και γενικότερα της ενεργού ζήτησης.

Το ότι η οικονομία δεν είναι βιώσιμη με την ακολουθούμενη πολιτική επιβεβαιώνεται από τη φτωχοποίηση των νοικοκυριών – επιχειρήσεων, την τραγική αύξηση του αριθμού των ανέργων, την υποβάθμιση των κοινωνικών αγαθών και τη μετανάστευση των νέων στο εξωτερικό.

Τίποτε, συνεπώς, δεν είναι πιο βιώσιμο από ό,τι το δημόσιο χρέος! Αυτό ίσως φαίνεται παράδοξο, είναι όμως αληθινό. Οπως πολύ αληθινή είναι η απορία του αγρότη από τη Νάξο: “ήθελα να ήξερα, Θεέ μου, αν θα ξεχρεωθώ ποτέ μου”»

via http://www.enikos.gr/my-blog/101579,%C2%ABBiwsimo%C2%BB_xreos_h_viwsimh_oikonomia;.html