του Χριστόφορου Κάσδαγλη
Πέρσι είχαμε την ιστορία με την εικόνα της Σάντα Μπάρμπαρα που την περιέφεραν σε νοσοκομεία υπό τις ευλογίες του Παναγιώτη Κουρουμπλή, ου μην αλλά και του γραφικού Μιχελογιαννάκη. Φέτος ο υπουργός Εθνικής Άμυνας, ενδυόμενος τον τύπο του μοντέρνου εικονολάτρη, επιχειρεί άλλο ένα βήμα στον κατήφορο της πολιτικής δεισιδαιμονίας.
Αναφέρομαι στην επίσημη πρωτοβουλία του να κατεβάσει στην Αθήνα (με τιμές… αρχηγού κράτους –αλίμονο) την εικόνα της Παναγίας Σουμελά και να τη θέσει σε λαϊκό προσκύνημα μέσα στο υπουργείο, εμπλέκοντας επιπλέον τα στρατιωτικά επιτελεία στην καμπάνια για τη γενοκτονία των Ποντίων.
Για να συνεννοηθούμε καλύτερα, καλό θα ήταν να μας διευκρινίσει ο κ. Καμμένος γιατί ειδικά φέτος. Και πέρσι υπουργός Άμυνας ήταν, αλλά δεν είχε δρομολογήσει τοιαύτην θεάρεστον έμπνευσιν. Αλλά ξέχασα, πέρσι τέτοιες μέρες δινόταν η μάχη της σκληρής διαπραγμάτευσης για να υλοποιηθεί το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης. Σάμπως δηλαδή να μη μας έφταναν τα μνημόνια και η όλη συναφής πολιτική παλινδρόμηση, πρέπει τώρα να αναμετρηθούμε και με την εθνικοθρησκευτική παλινδρόμηση, που δεν ξέρω σε ποιες προγραμματικές δηλώσεις ανάγεται. Εκτός αν το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης μεταλλάσσεται σταδιακά σε… απολυτίκιο της Θεσσαλονίκης, στο πλαίσιο μιας ανομολόγητης πολιτικής φυγής προς το επέκεινα.
Θέλω μ’ αυτό να πω ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υποσχέθηκε τίποτα σχετικό ούτε προεκλογικά ούτε μετεκλογικά. Είναι εύλογο βέβαια να υποθέσει κανείς ότι αν τα είχε υποσχεθεί μάλλον δεν θα τα είχε υλοποιήσει, ενώ τώρα, που δεν υπήρξε τοιαύτη δέσμευσις, ο κάθε υπουργός κάνει ό,τι νομίζει. Είναι λυπηρό, αλλά έτσι είναι.
Φυσικά, για τον ανδρικό πληθυσμό της χώρας που έχει την εμπειρία της στρατιωτικής θητείας ουδεμία έκπληξις υφίσταται. Το σώμα των Ελλήνων αξιωματικών αρεσκόταν πάντα σ’ αυτή τη σύζευξη του υπηρεσιακού / εθνικού στοιχείου με το θρησκευτικό – προκύπτει μέσα από την παράδοσή τους. Αλλά η επίσημη πολιτεία τι χρείαν έχει να νομιμοποιεί και να αναπαράγει την κουλτούρα της Εθνικής Ηθικής Διαπαιδαγώγησης, ποια κουλτούρα, δηλαδή, μεγάλη κουβέντα χρησιμοποίησα, εννοώ τα θλιβερά ελληνοχριστιανικά στερεότυπα, κατάλοιπα της μακρονησιώτικης και της απριλιανής ιδεοληψίας.
Όμως, έμελλε να το δούμε κι αυτό ως ενεργό πολιτική πρακτική με αριστερή κυβέρνηση. Η συγκεκριμένη περίστασις υπερβαίνει ακόμα και τα όρια του εθνικολαϊκισμού και αγγίζει ακόμα πιο σκοταδιστικές πτυχές της εθνικής – συντηρητικής παράδοσης. Για να μην αναφέρω ότι η σκοπιμότητα της συγκεκριμένης χειρονομίας τίθεται εν αμφιβόλω σε σχέση και με την τρέχουσα γεωπολιτική συγκυρία.
Φυσικά, υφέρπει κι ένα άλλο πολιτικό ζήτημα: Τι είδους υπουργοκεντρικό σύστημα είναι αυτό, όπου ο κάθε υπουργός έχει τη δική του ατζέντα και παίρνει πρωτοβουλίες που διακυβεύουν τον κοσμικό χαρακτήρα, την ανεξιθρησκεία και, πρωτίστως, τη στοιχειώδη σοβαρότητα του κράτους; Καλό θα ήταν να μην παίζουν μ’ αυτά τα πράγματα, ν’ αφήσουν έξω από τις ένοπλες δυνάμεις τα εικονίσματα και τις δεισιδαιμονίες παντός είδους.
Σε κάθε περίπτωση, είναι βέβαιο ότι τέτοιοι επικοινωνιακοί σχεδιασμοί δεν εξυπηρετούν ούτε την εκκλησία ούτε την κοινότητα των Ποντίων, εμπλέκοντάς τους σε ένα οπισθοδρομικό πολιτικό παίγνιο με αμφιλεγόμενες προεκτάσεις.
Με κίνδυνο να φανώ κι εγώ με τη σειρά μου εξίσου γραφικός με τους μοντέρνους εικονολάτρες του υπουργείου Άμυνας, παίρνω την πρωτοβουλία απ’ αυτό το ταπεινό βήμα να καλέσω τον πρωθυπουργό και την ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να θέσουν άμεσα, τώρα, ένα τέλος στις μεταφυσικές πιρουέτες του κυβερνητικού τους εταίρου (και σε κάθε ανάλογη πρωτοβουλία που ανάγεται στη λογική μιας υπερσυντηρητικής παλινόρθωσης), υποδεικνύοντάς του να περιοριστεί στα υπηρεσιακά του καθήκοντα.
Εκτός αν το κυβερνητικό πρόγραμμα έχει ανεπαισθήτως αλλάξει, εφόσον η σταθερότης της κυβερνητικής πλειοψηφίας των 153 βουλευτών εξαρτάται πλέον από τέτοιου είδους παραχωρήσεις και ανταλλάγματα στο ιδεολογικό πεδίο. Οπότε κι εμείς ως πολίτες θα χρειαστεί να επανεξετάσουμε το όλο τοπίο εκ του μηδενός.