του Νίκου Χρυσολωρά
Το ύψος του ελληνικού δημόσιου χρέους είναι πράγματι ανησυχητικό. Πολύ φοβάμαι όμως ότι η εμμονή στη «χρεολογία» αποτελεί ένα βολικό άλλοθι για την πολιτική τάξη της χώρας. Με την αέναη συζήτηση για ένα και μόνο θέμα καλύπτεται εύκολα η ένδεια προτάσεων για το πώς θα αναπτυχθεί η ελληνική οικονομία, ελλείψει δανεικών.
Ο πρώτος λόγος που καθιστά τη «χρεολογία» άσκοπη ενασχόληση είναι ότι, ανεξαρτήτως «κουρέματος» ή όχι, η χώρα μας έχει δεσμευθεί ούτως ή άλλως στην άσκηση περιοριστικής δημοσιονομικής πολιτικής εις το διηνεκές. Η λεγόμενη «δίπτυχη» και η «εξάπτυχη» δέσμη μέτρων για την οικονομική διακυβέρνηση της Ε.Ε. και της Ευρωζώνης προβλέπουν, μεταξύ άλλων, ότι όλες οι χώρες θα έχουν μηδενικά ελλείμματα στο μέλλον, ενώ όσα κράτη έχουν δανειστεί από τους Ευρωπαϊκούς Μηχανισμούς (ΕΜΣ), όπως η Ελλάδα, θα βρίσκονται σε καθεστώς ενισχυμένης επιτήρησης μέχρι να αποπληρώσουν το 75% των δανείων τους. Η παραπάνω απόλυτα δεσμευτική ευρωπαϊκή νομοθεσία συνεπάγεται ότι, αν θέλουμε να μείνουμε στην Ευρωζώνη, όπως άλλωστε υποστηρίζει η πλειοψηφία του ελληνικού λαού και όλα τα μεγάλα κόμματα επισήμως, τότε θα πρέπει να συνηθίσουμε στην ιδέα της σιδηράς πειθαρχίας, όχι μόνο μέχρι το 2016, αλλά μέχρι να αναχωρήσουμε για τόπο χλοερό, για τόπο αναψύξεως.
Ακόμη και να αποχωρούσαμε από την Ευρωζώνη, όμως, ο συναλλαγματικός κίνδυνος, αλλά και η προϊστορία της χρεοκοπίας μας, θα συνεπαγόταν ότι το ελληνικό κράτος δεν θα είχε πρόσβαση σε φθηνά δανεικά από το εξωτερικό, όπως άλλωστε δεν έχει και η Αργεντινή ή η Ελλάδα, την εποχή της δραχμής. Με άλλα λόγια, είτε έτσι είτε αλλιώς, η ανάπτυξη δια του κρατικού δανεισμού αποτελεί αναγκαστικά, παρελθόν.
Οσοι υπαινίσσονται επομένως ότι αν κοβόταν το χρέος, το Δημόσιο θα μπορούσε να δανειστεί και πάλι, για «να ταΐσει τον κοσμάκη», είτε πλανώνται είτε παραπλανούν.
Τι γίνεται όμως με τα παλιά ελλείμματα, που τώρα έχουν γίνει χρέος; Κάθε φορά που ακούω μεταφυσικές συζητήσεις για το αν το χρέος είναι βιώσιμο (δηλ. μπορεί να εξυπηρετηθεί) στο 110, το 122, ή κι εγώ δεν ξέρω στο πόσο τοις εκατό, θυμάμαι μία καίρια παρατήρηση του Ντάνιελ Γκρος, ενός από τους λίγους ξένους οικονομολόγους, που κατά την ταπεινή μου γνώμη, όταν μιλάει για την Ελλάδα, ξέρει τι λέει: «Δεν έχει σημασία ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ», μου είχε πει, «αλλά το πόσα δίνεις κάθε χρόνο για να το εξυπηρετήσεις.
Από το επιτόκιο και την περίοδο ωρίμανσης, κρίνεται η βιωσιμότητα». Να θυμίσω εδώ ότι τα δάνεια που παίρνουμε από τον ΕΜΣ έχουν περίοδο αποπληρωμής τουλάχιστον 35 χρόνια και επιτόκιο αντίστοιχο χώρας με άριστη πιστοληπτική αξιολόγηση. Με δεδομένη και τη δέσμευση των εταίρων μας ότι, μόλις επιτύχουμε πρωτογενές πλεόνασμα, θα μειώσουν περαιτέρω τα επιτόκια και θα παρατείνουν κι άλλο τις ωριμάνσεις, η εξυπηρέτηση του χρέους δεν θα πνίγει στο μέλλον την οικονομία. Και αυτό είναι που έχει σημασία. Γιατί το κλωθογυρίζουμε λοιπόν;
Είναι βολικό για ορισμένους να ρίχνουν την ευθύνη για την κατάσταση της χώρας στους Ευρωπαίους φορολογούμενους, οι οποίοι αντιδρούν, άκουσον-άκουσον, στην προοπτική να τους φεσώσουμε. Η αλήθεια είναι όμως ότι το περιοριστικό πλαίσιο που προανέφερα είναι σε κάθε περίπτωση δεδομένο ό,τι και να αποφασιστεί μετά τις γερμανικές εκλογές. Ως εκ τούτου, είναι απόλυτη ανάγκη να αποκτήσουμε άμεσα επιχειρήσεις μεσαίου και μεγάλου μεγέθους, εξωστρεφείς και διεθνώς ανταγωνιστικές, που να μην έχουν ως μοναδικό πελάτη το κράτος. Είναι αναγκαίο ένα μοντέλο ανάπτυξης διαφορετικό από το μαγαζάκι που απασχολεί αποκλειστικά συγγενείς του ιδιοκτήτη, δεν εκδίδει αποδείξεις και πουλάει εισαγόμενα αγαθά.
Χρειαζόμαστε πανεπιστήμια συνδεδεμένα με την αγορά εργασίας, παιδιά που να αποκτούν στα σχολεία δεξιότητες που θα καθιστούσαν το εργατικό μας δυναμικό καλύτερο από το δυτικοευρωπαϊκό, χρειαζόμαστε ρυθμιστικό πλαίσιο ευνοϊκό για ξένες επενδύσεις.
Εν ολίγοις, αν αύριο κιόλας αποφασιζόταν «κούρεμα» του χρέους, η οικονομία δεν θα επέστρεφε ως διά μαγείας σε αναπτυξιακούς ρυθμούς, ούτε θα μειωνόταν αυτομάτως η ανεργία. Για να γίνουν αυτά, χρειάζεται ανάπτυξη, με τρόπο διαφορετικό από αυτόν που ξέραμε. Αν δεν βρεθεί λύση στο καίριο αυτό πρόβλημα, όσες «ευκολίες πληρωμής» και να μας γίνουν, το όποιο χρέος μας θα παραμείνει εσαεί μη βιώσιμο, γιατί η οικονομία διαρκώς θα βυθίζεται.
Via : www.kathimerini.gr