του Στάθη Λουκά
Δεν γνωρίζω αν είναι δέσμευση ή όχι, της σημερινής κυβέρνησης η ιδιωτικοποίηση του 17% της ΔΕΗ. Αν πράγματι μια τέτοια δέσμευση δεν υπάρχει, η προσέγγιση του όλου θέματος από τη μεριά του υπουργού ενέργειας φαίνεται θεωρητικά η πιο σωστή: με την προοπτική, όμως, να αναζητηθεί μια λύση, που να κινείται στην κατεύθυνση «της νέας ενεργειακής πραγματικότητας» – που κυοφορούνταν εδώ και είκοσι χρόνια και μόλις τώρα τελευταία αρχίζει να γίνεται κατανοητή. Αν και, θα λέγαμε, φαίνεται περισσότερο κατανοητή σε πολύ περιορισμένο κυβερνητικό επίπεδο, παρά σε επίπεδο ηγεσιών των ενεργειακών οργανισμών και συνδικαλιστικών οργανώσεων. Κάλλιο αργά παρά ποτέ
«Προοπτικά» σημαίνει ότι πρέπει θα ληφθούν όλες οι πρωτοβουλίες για να γίνουν οι αντίστοιχοι ενεργειακοί οργανισμοί πραγματικοί φορείς και ανύσματα του «νέου ενεργειακού προτύπου», και να τείνουν να συμβάλουν σε μια συνολική στρατηγική που θα ανταποκρίνεται στις προκλήσεις της κλιματικής αλλαγής.
Αυτό πρέπει να γίνει σε βαθμό που να επαναπροσανατολίζει ριζικά τις βιομηχανικές πολιτικές και επιλογές, σε σχέση με την «εμφάνηση» της αιχμής της ζήτησης των ορυκτών ενεργειακών πηγών και τον αντίστοιχο περιορισμό της χρήσης τους, προς αποφυγήν της υπέρβασης Κελσίου της μέσης θερμοκρασίας της γης κατά 2 βαθμούς σε σχέση με την προβιομηχανική εποχή.
Στην πολιτική συζήτηση «περί των υπευθύνων της κρίσης» απαλείφεται το γεγονός ότι το 2050 απέχει λιγότερο από το 2016 σε σχέση με το 1974. Για την επερχόμενη «οικολογική κρίση», ποίοι θα είναι υπεύθυνοι;
Οι δυσκολίες δεν οφείλονται τόσο σε «αυταπάτες», όσο σε πολιτική «άρνηση» προσπάθειας κατανόησης των λόγων αλλαγής ενός ξεπερασμένου ενεργειακού προτύπου. Η κατανόηση αυτή εμφανίζεται επί σκηνής το 1987 με την έκθεση Brundtland «Το μέλλον όλων μας», διατρέχει, εδώ και μια εικοσαετία, τις Οδηγίες της Ε.Ε. και επισημοποιείται εδώ και μια δεκαετία με «Το Πρωτόκολλο του Κιότο», για να καταλήξει, και με την σφραγίδα της επιτροπής (IPCC) του ΟΗΕ – για τις κλιματικές αλλαγές – στη συνάντηση Cop.21 του Παρισιού.
Το πέρασμα στο «νέο ενεργειακό πρότυπο» που βασίζεται – πέρα από την εξοικονόμηση και την αποδοτικότητα της ενέργειας – στην εκμετάλλευση των διάχυτων στον χώρο Α.Π.Ε, κατά κάποιον τρόπο μοιάζει αναλογικά με το πέρασμα από το φορντικό πρότυπο παράγωγης στο τογιοτικό ή «μεταφορντικό».
Στο «μεταφορντικό» πρότυπο, η συνάντηση του κεφαλαίου (με ισχυρή την χρηματιστηριακή ένταση) με τη σύγχρονη τεχνολογία δημιουργεί ένα ισχυρό αμάλγαμα μέσω του οποίου, από τη μια μεριά, συγκεντροποιήται η εξουσία και η γνώση, και από την άλλη αποκεντρώνονται «δικτυακά» οι παραγωγικές δομές, συντροφιά με την ιδεολογία του «ευλύγιστου» εργοστασίου, την τμηματοποίηση και την προσωρινότητα της εργασίας. Επεκτείνεται δε αυτό το πρότυπο σε κάθε οικονομική και παραγωγική δραστηριότητα.
Με τo «νέο ενεργειακό πρότυπο» θα περιορίζεται σταδιακά η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από ορυκτά καύσιμα (βασικά άνθρακα και πετρέλαιο, ενώ το φυσικό αέριο θα παίξει ρόλο μετάβασης). Αυτή η μείωση των ορυκτών καυσίμων θα συνοδεύεται από την αντίστοιχη αύξηση των Α.Π.Ε. (Αίολο, Ήλιο, Ποσειδώνα, Άρτεμη και Δήμητρα). Θα έχουμε ένα σταδιακό πέρασμα από την συγκεντρωποιημένη από ορυκτά καύσιμα παραγωγή σε εκείνη από τις διάχυτες στο χώρο πηγές του Αίολου, Ήλιου, Ποσειδώνα, Αρτέμιδος και Δήμητρας (Α.Π.Ε.). Πέρασμα από τη φορντική παραγωγή, στη διάχυτη στο χώρο δικτυακή – τογιοτική – παραγωγή, το δε μεταφορντικό τογιοτικό εργοστάσιο σύνθεσης – των επί μέρους συνιστωσών – είναι το σύστημα μεταφοράς και διανομής.
Απ’εδώ προκύπτει και η κεντρικότητα που αποκτά, πάρα πολύ περισσότερο σε σχέση με το παρωχημένο πρότυπο, το σύστημα μεταφοράς και διανομής: καθώς και η αναγκαιότητα δημοσίου ελέγχου και μεταρρύθμισης της αρχιτεκτονικής του.
Χωρίς φόβο λάθους, ο ενεργειακός «τογιοτισμός», σε συνδυασμό με την εξοικονόμηση και την αποδοτικότητα της ενέργειας, δημιουργεί εργασία, σε αντίθεση με το κλασικό τογιοτικό πρότυπο. Το κλασικό τογιοτικό, ή «μεταφορντικό» πρότυπο, έχει σαν συνέπεια – σε συνδυασμό με την παγκοσμιοποίηση και μ’ άλλους παράγοντες που τονίσθηκαν – εκείνες τις βαθιές αλλαγές στις βιομηχανικές παραγωγικές διαδικασίες που περιορίζουν σημαντικά την εργασία, εξασθενίζουν το ρόλο του Συνδικάτου και έχουν αρνητικές επιπτώσεις στις πολιτικές σχέσεις και την οργάνωση της πολιτικής.
Αντίθετα το ενεργειακό «τογιοτικό» πρότυπο δίνει μια νέα προοπτική στην εργασία και στο «γενικό Συνδικάτο». Όχι μόνον στα πλαίσια των ενεργειακών επιχειρήσεων και οργανισμών, αλλά συνολικά, μια και βάζει στο τραπέζι την αναγκαιότητα της σταδιακής μεταρρύθμισης του παραγωγικού συστήματος (ενέργεια, μεταφορές, οικοδομική βιομηχανία, βιομηχανία αυτοκινήτου, κλπ), μια και επί τάπητος μπαίνει η καλύτερη διαβίωση του ανθρώπου – και βασικά της πλειοψηφίας του ανθρώπινου γένους – στην επιφάνεια της «Αδελφής Γης», κατά Πάπα Φραγκίσκο, που συγκλείνει ολοκληρωτικά με τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Διαφορετικά, η «Αφελφή Γη» θα βρει μια καινούργια ισορροπία που θα είναι πιο δύσκολη για την επιβίωση της πλειοψηφίας του ανθρώπινου γένους.
Το «νέο ενεργειακό πρότυπο» περιορίζει αρνητικές επιπτώσεις της παγκοσμιοποίησης και προσπαθεί να δώσει μια απάντηση στις αρνητικές επιπτώσεις της οικολογικής αντίθεσης, καθώς και από τη σκοπιά του ρόλου της εργασίας. Επομένως θετικά πρέπει να αντικρισθεί από μια ριζοσπαστική και μεταρρυθμιστική αριστερά και από ένα Συνδικαλιστικό κίνημα που επιδιώκει να γίνει γενικό Συνδικάτο και όχι Συντεχνιακό.
Οι δημιουργοί της «νέας οικονομίας» κατανοούν πάρα πολύ καλά ότι ευρισκόμαστε μπροστά στην αναγκαιότητα μιας «νέας τεχνολογικής επανάστασης», αλλά κατανοούν πολύ καλά, επίσης, ότι από μόνοι τους δε επαρκούν.
Ο Bill Gates, σε συνεργασία με Mark Zuckerberg και Jeff Bezos, ανακοίνωσε – λίγο πριν την συνάντηση Cop.21 του Παρισιού – τη δημιουργία ενός κεφαλαίου, ύψους 20 δις. δολ., για την προώθηση της έρευνας στις Α.Π.Ε. και στις καινούργιες ενεργειακές τεχνολογίες.
Είναι γνωστό το σημαντικό ενδιαφέρον της Silicon Valley για την προώθηση των Α.Π.Ε. και καθαρών ενεργειακών τεχνολογιών. Επιλογή που επιβεβαιώνεται από την κατάληξη της συνάντησης του Παρισιού.
Αποφάσεις και πρωτοβουλίες, από μόνες τους, όμως, δεν επαρκούν για μια πραγματική επαναστατική επιλογή χαμηλών εκπομπών. Για κάτι παρόμοιο χρειάζεται μια πραγματική δέσμευση συνέργειας μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, με πολιτικές για «πράσινες καινοτομίες και τεχνολογίες», που θα στοχεύουν και στον τομέα της προσφοράς και στον τομέα της ζήτησης.
Φαίνεται ότι αυτή η πρωτοβουλία του Bill Gates, ενέπνευσε τους ζηλωτές του νεοφιλελευθερισμού και τους αδιόρθωτους μπλεϊριστές – ντόπιους σοσιαλδημοκράτες – για το ξήλωμα και τον ιδιωτικό «ενταφιασμό» των, δικτυακών και μή, ενεργειακών επιχειρήσεων.
Προς απογοήτευσή τους, όμως, είναι ο ίδιος ο Bill Gates που τους διαψεύδει, όταν δηλώνει ότι «Ο ιδιωτικός τομέας ξέρει να στήνει επιχειρήσεις, να εκτιμήσει τις πιθανότητες επιτυχίας… Αλλά, στο συγκεκριμένο επιχειρησιακό περιβάλλον, η διαφορά μεταξύ του ρίσκου και του ωφέλους για επενδύσεις σε ενεργειακά συστήματα εν δυνάμει επαναστατικής καινοτομίας, πολύ δύσκολα μπορεί να ικανοποιήσει τους όρους που συνήθως απαιτούν τα business angels και venture capital».
Πράγμα που επιβεβαιώνεται από το ότι στην ενεργειακή στροφή στην Ευρώπη προτοστατούν οι μεγάλες κρατικές ή ελεγχόμενες από τα Κράτη μεγάλες, ηλεκτρικές και μή, ενεργειακές επιχειρήσεις, ενώ και οι μή ελεγχόμενες κινούνται παράλληλα προς αυτήν την κατεύθυνση (ενδεικτά π.χ η νορβιγική Statoil και η δανέζικη Dong, η γερμανική Ε.OΝ, ιταλική ΕΝΕL κλπ).
(Aυγή 31-08-2016)